Τα άκουσα κατ' επανάληψιν, ως επιχειρήματα από διάφορους που ήθελαν να υπερασπιστούν τους αθλητές και τον προπονητή της Εθνικής ομάδας άρσης βαρών αυτό το τριήμερο στις τηλεοράσεις.

«Είναι δυνατόν ένας προπονητής με τόσο ένδοξη καριέρα, ο οποίος έχει δηλώσει ότι μετά το Πεκίνο θα αποσυρθεί, να είναι μπλεγμένος σε τέτοιο σκάνδαλο; Τι κίνητρο θα είχε;». Ή το άλλο, από αθλητή: «Τόσα χρόνια κάνω πρωταθλητισμό και δεν πιάστηκα ντοπαρισμένος ποτέ. Τώρα θα πάρω φάρμακα; Γιατί;». Αν τόσο ο προπονητής όσο και ο αθλητής δεν ασχολούνταν με το άθλημα για βιοποριστικούς λόγους, τότε ναι. Οι ερωτήσεις τους μπορεί να φάνταζαν λογικές. Τότε ναι. Δεν θα υπήρχε κάποιο κίνητρο, τουλάχιστον εμφανές. Εκτός αν θεωρήσουμε ότι η δόξα είναι τόσο ισχυρό κίνητρο, που μπορεί να σε ωθήσει να βάλεις τη ζωή σου και την υπόληψή σου σε κίνδυνο για λίγα χειροκροτήματα και κάποια προβολή.

Αυτό που αποκαλύφθηκε με το ντοπάρισμα της Εθνικής ομάδας άρσης βαρών είναι έγκλημα. Και, όπως σε κάθε έγκλημα, το «γιατί» βρίσκεται στο κίνητρο. Και το κίνητρο εδώ είναι πρωτίστως υλικό. Τεράστια πριμ, διορισμοί στο Δημόσιο, τα Σώματα Ασφαλείας ή τις Ενοπλες Δυνάμεις και ανέξοδη προβολή που μπορεί να εξαργυρωθεί παντοιοτρόπως.

Το Ολυμπιακό μετάλλιο ή κάποια μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα σημαίνουν διά βίου εξασφάλιση. Το ρίσκο; Λίγη φαρμακευτική υποστήριξη για κάποιο χρονικό διάστημα και με τη στήριξη κάποιου που σε διαβεβαιώνει ότι δεν κινδυνεύεις, αν ακολουθήσεις τις οδηγίες του. Σε πολλά επαγγέλματα τα ρίσκα είναι ανάλογα των απολαβών που μπορεί να έχεις.

Στον επαγγελματικό αθλητισμό αυτού του επιπέδου οι απολαβές είναι υψηλές. Και μην ακούσω τις συνήθεις μαλακίες περί Ολυμπιακού πνεύματος και των συνοδευτικών, διότι τέτοιο πράγμα δεν υφίσταται. Οι Αγώνες είναι μια μεγάλη επιχείρηση με τεράστια οφέλη για όλους όσοι επενδύουν σε αυτήν. Είτε για να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη (η ΔΟΕ, οι εταιρείες που είναι χορηγοί των αθλητών και της Ολυμπιακής Επιτροπής και τέλος οι ίδιοι οι αθλητές) είτε για προπαγανδιστικούς λόγους. Το τελευταίο το είδαμε στο απόγειό του με τις χώρες του δήθεν «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Ολοι θυμόμαστε το «αθλητικό θαύμα» της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, που άρχισε να στραβοπατάει από τους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ με τους ντοπαρισμένους κολυμβητές, για να αποκαλυφθεί σε όλη του τη φρικτή, την απάνθρωπη έκταση με την πτώση του Τείχους. Η προπαγανδιστική δύναμη των Αγώνων και των εθνικών επιτυχιών σε αυτούς χρησιμοποιείται από πολλές χώρες προκειμένου να δημιουργηθεί μια πλαστή εικόνα εθνικής ευφορίας, την οποία η εξουσία εκμεταλλεύεται ανάλογα. Στην Ελλάδα το ίδιο το κράτος με την πολιτική που ακολούθησε για χρόνια στον αθλητισμό –επιδοτώντας μετάλλια– δημιούργησε το πλαίσιο για τη διάπραξη των εγκλημάτων. Εδωσε τα κίνητρα, ενώ ήταν τόσο ηθικός όσο και φυσικός αυτουργός.

Η τεράστια προπαγανδιστική επιχείρηση που στήθηκε από την ίδια την πολιτεία –με την υποστήριξη αρκετών ΜΜΕ– εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, η οποία πούλησε εθνική υπερηφάνεια και ψευδαισθήσεις, πήρε τον χαρακτήρα ιδεολογήματος για τις δυνατότητες της σύγχρονης Ελλάδας. Που υποτίθεται ότι μπορεί να καταφέρει σπουδαία πράγματα. Από τα οποία ωφελούνται ελάχιστοι και τα οποία πληρώνουν –μεταφορικά και κυριολεκτικά– οι πολλοί. Οπως, ας πούμε, το κόστος των Αγώνων και κάθε άλλων αγώνων αυτού του είδους. Που όσο αποδεχόμαστε να το επωμιζόμαστε –χωρίς να ερωτώμεθα– στο όνομα μιας χλιδάτης ψευδαίσθησης, θα μας αξίζουν τα χειρότερα, μια και δεν καταλαβαίνουμε ότι η υποκρισία, η απληστία και η ηλιθιότητα είναι επικίνδυνες. Μπορούν να σκοτώσουν όπως ένα περίστροφο ή όπως η ηρωίνη, ίσως πιο αποτελεσματικά.

Το ωραιότερο κακό πρωτάθλημα

Δύο αγωνιστικές πριν από το τέλος και ακόμα η υπόθεση «τίτλος» είναι ανοικτή. Με δεδομένη την αγωνιστική εικόνα των τριών διεκδικητών, μέχρι και σενάριο με τριπλή ισοβαθμία «παίζει» για το τέλος. Αυτό που φοβάμαι ότι θα κυριαρχήσει, ιδιαίτερα αν κάποιος από τους τρεις κάνει κάποια γκέλα, είναι η συζήτηση για τη διαιτησία. Η καχυποψία.

Φυσικά, οι «καθηγητές διαιτησίας» στις τηλεοράσεις θα αναλύουν τα επίμαχα σφυρίγματα, προσπαθώντας να εντοπίσουν κίνητρα και υπόπτους. Οπως και οι περισσότεροι, που θα θέλουν να ικανοποιήσουν τον οπαδικό εγωισμό είτε με τον τίτλο είτε με την αιτιολογία ότι η ικανότητα των άλλων στο παρασκήνιο τους στερεί το πρωτάθλημα. Η πραγματικότητα, όμως, λέει ότι η αγωνιστική αξιοπιστία και των τριών διεκδικητών είναι ανύπαρκτη. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι' αυτό, που έχουν να κάνουν με τις επιλογές. Διοικητικές και προπονητικές.

Για τον καθένα από τους διεκδικητές τα προβλήματα και οι εξηγήσεις για την κακή χρονιά είναι λίγο-πολύ ίδια. Αυτή η ομοιότητα ίσως να εξηγεί και την απαράδεκτη ποιότητα του ποδοσφαίρου που παρακολουθούμε από τους τρεις «μεγάλους». Αντί να ισχυροποιούνται, λόγω των λαθών, αδυνατίζουν όλο και περισσότερο. Αυτό το αντιλαμβάνονται οι μικρότερες ομάδες, που αν έχουν καταφέρει να αποκτήσουν αγωνιστική φυσιογνωμία και συνοχή, δεν διστάζουν να τους παίξουν στα ίσια.

Ο Αρης φέτος δεν φοβήθηκε κανέναν από τους τρεις «μεγάλους», ο Αστέρας τους χτύπησε όλους στο γήπεδό του, ενώ το πάλεψε και εκτός έδρας, η Λάρισα από τον Γενάρη και μετά πήρε τα πάνω της, με αποκορύφωμα την προχθεσινή της εμφάνιση στο «Γ. Καραϊσκάκης», όπου έδειξε ότι άξιζε τη νίκη, ενώ ο Πανιώνιος, αν ήταν λίγο περισσότερο σταθερός και είχε λύσει το πρόβλημα των κεντρικών αμυντικών, θα έκανε πάρα πολλές ζημιές.

Αν αυτό το πρωτάθλημα έχει ως αρνητικό στοιχείο την απουσία καλού ποδοσφαίρου από τους τρεις διεκδικητές, από την άλλη αυτό ισοφαρίζεται κάπως από την άνοδο των «μικρών». Ενα ακόμα στοιχείο που για μένα έχει ενδιαφέρον είναι η απάντηση στο ερώτημα «ποιος από τους τρεις μεγάλους θα καταρρεύσει πριν από το τέλος;». Διότι τουλάχιστον «κόκκινοι» και «πράσινοι» είναι δράμα...

Ποιος πληρώνει το βάρος;

Πριν από λίγες ημέρες ο υπουργός Οικονομίας έκανε μια δήλωση που πέρασε στο ντούκου, ενώ φαίνεται να έχει ψωμί. Ανακοίνωσε τη μείωση του διοικητικού βάρους των επιχειρήσεων και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, αυτή η μείωση θα φτάσει τα 4 δισ. ευρώ. Αυτή η μείωση του διοικητικού βάρους των επιχειρήσεων πρέπει να μειωθεί κατά 25% μέχρι το 2012, σύμφωνα με την Ε.Ε. Οταν, όμως, υπάρχει μία εξοικονόμηση ενός ποσού, όταν δηλαδή κάποιος το κερδίζει αυτό το ποσό, κάποιος άλλος το χάνει. Είναι προφανές ότι αυτές που θα κερδίσουν το ποσό είναι οι επιχειρήσεις. Ο κύριος Αλογογκούφης δεν μας διευκρίνισε τι ακριβώς εννοεί με τη φράση «διοικητικό βάρος». Διότι διοικητικό βάρος είναι και τα πρόστιμα και οι φόροι και οι προσαυξήσεις. Οπως και κάποιες άλλες διατυπώσεις που εμφανίζονται ως γραφειοκρατικές και έχουν θεσπιστεί για την προστασία και το όφελος του Δημοσίου, π.χ. το χαρτόσημο. Θα μάθουμε, άραγε, ποιος θα χάσει αυτά τα 4 δισ.;

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube