Αν ο Γιάσμινκο Βέλιτς έχει αναλάβει εθελοντικά –ή του έχει αναθέσει η διοίκηση– τον ρόλο του επιλοχία στα αποδυτήρια του Παναθηναϊκού, οφείλει κάποιος να τον ενημερώσει για τα εξής: πρώτον, οι πάλιουρες ούτε μασάνε από μπινελίκια και αγριάδες ούτε απαραίτητα σέβονται αυτόν που φοβούνται, όπως δεν φοβούνται και αυτόν που σέβονται. Και δυσκολεύομαι να διακρίνω είτε σεβασμό είτε φόβο από τους παίκτες προς το πρόσωπο του Βέλιτς. Δεύτερον, όπως και στον αγαπημένο Ε.Σ. (Ελληνικό Στρατό για τα πατόψαρα), για τον διοικητή ο επιλοχίας είναι ο πιο βολικός άνθρωπος στην πιο βολική θέση: δεν θεωρείται αρκετά «προβλεπόμενος» για να συνοδεύσει το άγημα στην παρέλαση ή να είναι πρώτη μούρη στην ταξιαρχική επιθεώρηση, αντίθετα όμως είναι αυτός που θα «τρέξει» τους φαντάρους για να είναι όλα έτοιμα, φρεσκοβαμμένα και καθαρά, ώστε να έρθει ο ατσαλάκωτος αξιωματικός και να καρπωθεί το αποτέλεσμα.

Πάνω απ' όλα όμως ο εκάστοτε επιλοχίας πρέπει να βρει τον τρόπο να μιλήσει στο φιλότιμο των φαντάρων. Στο θυμικό τους. Το «βάψτε, ρε τσογλάνια, γρήγορα μη σας πάρει ο διάολος» είναι ένας κάποιος τρόπος να γίνει η δουλειά μεν, όχι όμως ο πιο ενδεδειγμένος. Η φράση «είστε κότες», «κοτόπουλα», «γαλοπούλες γεμιστές με κάστανο και σταφίδα» ή δεν ξέρω εγώ ποιο άλλο πουλερικό είναι άριστη εισαγωγή για την εκπομπή του Μαμαλάκη, αλλά η χειρότερη δυνατή αν θέλεις να κερδίσεις παιχνίδι το οποίο χάνεις στο ημίχρονο.

Κι αυτό επειδή ο προπονητής σου έβαλε τρία αμυντικά χαφ, διότι βλέποντας τον Τζεμπούρ τον πέρασε για τον Τρεζεγκέ και ο Φανούρης Γουνδουλάκης τού θύμισε τον Φάμπρεγκας. Ο τελευταίος «πράσινος» που υιοθέτησε αυτό το λεξιλόγιο ήταν αυτός που παρακολούθησε με εξαιρετικό ενδιαφέρον τις «ομορφιές» της Ριζούπολης από το αναγεννησιακό και με ολίγες μπαρόκ πινελιές σαλόνι του και βγήκε μετά να κάνει το κομμάτι του εκ του ασφαλούς. Για τον Τσακ Νόρις του ποδοσφαίρου πρόκειται, τον κύριο Αγγελο Φιλιππίδη.

Στα μάτια των παικτών ο Βέλιτς είναι η αντανάκλαση του Πεσέιρο. Κι αυτό είναι ακόμα χειρότερο από το να νιώθεις ότι ο γενικός ή ο τεχνικός διευθυντής είναι ο άνθρωπος (ή ο «ρουφιάνος») της διοίκησης, αυτό που χαριτωμένα αποκαλούμε «ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στη διοίκηση, τον προπονητή και τους παίκτες».

Αν μιλάμε για «οικογένεια» και «μια γροθιά», τι να τον κάνεις τον συνδετικό κρίκο; Εκτός αν μιλάμε για σιδερογροθιά, οπότε αλλάζει το πράγμα. Αυτό που έκαναν οι παίκτες στο ημίχρονο του αγώνα, αλλά κι αυτά που είπαν την επόμενη μέρα στην Παιανία, είναι μια μεταφορά στην πραγματική ποδοσφαιρική ζωή της «Ανταρσίας του Μπάουντι». Οταν βλέπεις ότι ο καπετάνιος σου, αλλά και ο ύπαρχος έχουν χαράξει μια «μαγευτική» πορεία ντουγρού για τα βράχια, κάτι πρέπει να κάνεις αν δεν θέλεις να γίνεις τροφή για τις κουτσομούρες. Και καλά ο Γκονζάλες, αυτός είναι γνωστός ανακατωσούρας και δεν μπορεί να κρατήσει ούτε τα νεύρα του ούτε τη γλώσσα του. Οταν όμως μιλάει ο αμίλητος –εκτός γηπέδου– Καραγκούνης και ο «στόμα έχω και μιλιά δεν έχω» Γκούμας σημαίνει ότι το ποτήρι της υπομονής έχει ξεχειλίσει.

Στην ταινία τους άχρηστους καπεταναίους τούς κλείδωναν οι ναύτες στο μπαλαούρο. Σήμερα τους αμφισβητούν, τους κάνουν υποδείξεις, αγνοούν προκλητικά κι επιδεικτικά τις εντολές τους. Τότε η ανταρσία τιμωρείτο με εκτέλεση. Σήμερα δεν υπάρχει καν το κουράγιο να ρίξουν στους «στασιαστές» πρόστιμο. Κι όπως συμβαίνει και στον κινηματογράφο έτσι και στη ζωή ο θεατής είναι με το μέρος των στασιαστών κι όχι με τους γαλονάδες. Βοηθάει βεβαίως και το happy end σ' αυτό. Σε διαφορετική περίπτωση, θα ζητούσαμε την κεφαλή του Παπαδόπουλου σε εμαγέ δίσκο και τη γλώσσα του Εκι λεμονάτη στο πιάτο μας. Αν ο Παναθηναϊκός πάρει τελικά το πρωτάθλημα, θα έχει κατορθώσει κάτι που δεν αναγράφεται σε κανένα manual και εγχειρίδιο οδηγιών: να έχει τερματίσει πρώτος, παρ' όλο που παίκτες, τεχνικό επιτελείο, κόσμος και διοίκηση είναι τέσσερα διαφορετικά «στρατόπεδα», τα οποία στην πραγματικότητα δεν συμμάχησαν ποτέ. Απλώς σε κάποιες φάσεις έκαναν ανακωχή.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube