Οταν θέλουμε να αναφέρουμε σαν παράδειγμα ένα πρωτάθλημα με περιορισμένη ανταγωνιστικότητα, το πρώτο που μας έρχεται στον νου είναι το σκωτσέζικο.
Ενα πρωτάθλημα που συχνά παρομοιάζεται σαν μία κούρσα για δύο άλογα, αφού οι δύο μεγάλες ομάδες του, η Ρέιντζερς και η Σέλτικ, έχουν τεράστια διαφορά από τις υπόλοιπες. Παλιότερα είχε γίνει ολόκληρη συζήτηση για το ενδεχόμενο της μεταπήδησης των δύο ομάδων στην Πρέμιερσιπ.
Αν κάποιος το δει από πλευράς αγωνιστικής και οικονομικής δυναμικότητας, είναι μία κίνηση που έδειχνε λογική. Αλλά υπήρχαν άλλης φύσης προβλήματα που ήταν αξεπέραστα. Για παράδειγμα, αν γινόταν από τις ομάδες της Πρέμιερσιπ δεκτή η μετακίνηση, θα υπήρχαν αντιρρήσεις τόσο από τη ΦΙΦΑ όσο και από την αγγλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία, αφού έτσι θα αμφισβητείτο η ποδοσφαιρική ανεξαρτησία της Σκωτίας. Οι δύο μεγάλοι του σκωτσέζικου πρωταθλήματος την τελευταία 15ετία έχουν ξοδέψει πάρα πολλά χρήματα για μεταγραφές και μισθούς ποδοσφαιριστών, κυρίως, ενώ έχουν και υψηλά έσοδα. Τόσο υψηλά, που οι δυο τους εναλλάσσονται στην ετήσια λίστα της Deloitte με τις 20 πλουσιότερες ομάδες του κόσμου. Μία λίστα που εξετάζει μόνο τα έσοδα και δεν παίρνει υπόψη της τα χρέη και τα ελλείμματα των ομάδων.
Την τελευταία πενταετία η οικονομική εικόνα των δύο μεγάλων σκωτσέζικων συλλόγων παρουσιάζει πολύ ενδιαφέρον. Το 2003 τα χρέη της Ρέιντζερς έφθαναν τα 102 εκατομμύρια ευρώ, την ώρα που τα χρέη της Σέλτικ ήταν λίγο πάνω από 40 εκατομμύρια. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη τη χρονιά η Ρέιντζερς ξόδευε το 83% των εσόδων της για μισθούς και συμβόλαια ποδοσφαιριστών. Το αντίστοιχο ποσοστό της Σέλτικ έφθανε το 58%.
Ο «χρυσός» κανόνας της οικονομίας του ποδοσφαίρου λέει ότι οι δαπάνες για μισθούς και συμβόλαια δεν θα πρέπει να ξεπερνούν το 40% των εσόδων. Το 2003 η κατάσταση είχε φθάσει στο απροχώρητο. Από τότε και οι δύο ομάδες, μπροστά στον κίνδυνο της χρεοκοπίας, αναπροσάρμοσαν τις οικονομικές στρατηγικές τους.
Τα αποτελέσματα έχουν αρχίσει να φαίνονται. Πρώτη κίνηση και των δύο ομάδων ήταν να εξορθολογίσουν τον τρόπο που κινούνταν στις μεταγραφές, στις οποίες έδιναν τρελά ποσά για ποδοσφαιριστές, η αξία των οποίων ήταν πολύ μικρότερη από τα ποσά που ξοδεύονταν. Ολη εκείνη την περίοδο οι μάνατζερ έκαναν πάρτι με τους Σκωτσέζους. Και φυσικά τα οικονόμησαν χοντρά. Από τότε τόσο η Ρέιντζερς όσο και η Σέλτικ βελτίωσαν τα τμήματα σκάουτινγκ που είχαν και άρχισαν να δίνουν μεγαλύτερο βάρος στα τμήματα υποδομής. Για φέτος, η Ρέιντζερς ανακοίνωσε ότι το έλλειμμά της δεν θα είναι μεγαλύτερο από 35 εκατομμύρια ευρώ, την ώρα που και η Σέλτικ τα πηγαίνει πολύ καλύτερα. Το χρέος της έχει πέσει στα 10 εκατομμύρια ευρώ, το μισό από όσο είχε πέρυσι την ίδια περίοδο. Η Σέλτικ, που βρίσκεται στη 17η θέση της σχετικής λίστας της Deloitte, ανακοίνωσε ότι τα κέρδη της για το δεύτερο εξάμηνο του 2007 έφθασαν τα 15 εκατομμύρια ευρώ. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε σχέση με την ίδια περίοδο, το 2006 τα κέρδη της Σέλτικ έχουν μειωθεί στο μισό.
Αυτό εξηγείται από το ότι η Ρέιντζερς ήταν αυτή που ως πρωταθλήτρια πέρασε στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ η Σέλτικ είχε λιγότερα έσοδα από τις πωλήσεις ποδοσφαιριστών και παράλληλα και δύο λιγότερα εντός έδρας παιχνίδια στο πρωτάθλημα. Εκείνο που έχει σημασία, όμως, ήταν η εμμονή και των δύο στη σκληρή προσπάθεια εξυγίανσης. Μία προσπάθεια που αν συνεχιστεί θα φέρει και τις δύο ομάδες σε εξαιρετική κατάσταση το 2009, όταν και θα ισχύσει για όλους το σχέδιο αδειοδότησης της ΟΥΕΦΑ.
Ο πανικός των δημοσκοπήσεων
Οταν το πολιτικό σύστημα μιας χώρας, που νομίζει ότι έχει Δημοκρατία, στρέφεται, τρέφεται και στηρίζεται πάνω στις δημοσκοπήσεις, είναι λογικό να αποδιοργανωθεί ή και να πανικοβληθεί, όταν δει στις δημοσκοπήσεις να ανατρέπεται το status quo που είχε δημιουργηθεί και μαρτυρούσε την απόλυτη κυριαρχία του δικομματισμού.
Είναι προφανές ότι τα ποσοστά που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις δεν θα είναι εκλογικά ποσοστά. Ομως η ποιοτική ανάλυση των ευρημάτων δείχνει ενδιαφέροντα στοιχεία. Πέρα από τη μεγάλη απώλεια ποσοστών της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο αφορά τις διαρροές που παρουσιάζουν και οι δύο προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Και αν το 15,2% του ΠΑΣΟΚ μπορεί να εξηγηθεί με το επιχείρημα ότι είναι συγγενής πολιτικός χώρος προς τον ΣΥΡΙΖΑ, το 8,3% της Ν.Δ. πώς μπορεί να εξηγηθεί; Μήπως με το γεγονός ότι στους πολίτες αρχίζει να γίνεται φανερή η πολιτική ομοιότητα των δύο εκπροσώπων του δικομματισμού, οι οποίοι αδιαφορούν για τις ανάγκες και τα προβλήματα των πολιτών και παράλληλα προωθούν πολιτικές που ροκανίζουν τα εισοδήματα, την κοινωνική προστασία και αποχαρακτηρίζουν τα δημόσια αγαθά;
Η προτίμηση των πολιτών προς τον ΣΥΡΙΖΑ, με βάση τις δημοσκοπήσεις, είναι ακόμα υπό αίρεση. Οσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα παρουσιάζει τις θέσεις του για τα κρίσιμα θέματα και θα αναλαμβάνει πρωτοβουλίες τόσο ο κόσμος θα τον προσεγγίζει. Και αυτές οι πρωτοβουλίες, όπως η τελευταία με τη συγκέντρωση υπογραφών για να διεξαχθεί δημοψήφισμα για το Ασφαλιστικό, δημιουργούν πανικό στη μονοκόμματη και ξεπερασμένη ηγεσία των δύο εκπροσώπων του δικομματισμού. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και οι δύο έσπευσαν να κατηγορήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ για ασέβεια και προσβολή των θεσμών, με αφορμή την επίσκεψη του Αλέκου Αλαβάνου στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Περιέργως, κανένα από τα δύο κόμματα δεν θεωρεί προσβολή στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια το γεγονός ότι οι μισές μονάδες εντατικής θεραπείας στη χώρα είναι εκτός λειτουργίας και χάνονται ανθρώπινες ζωές. Κανένα από τα δύο κόμματα δεν θεωρεί προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας τα 330 ευρώ της αγροτικής σύνταξης. Κανένα από τα δύο κόμματα δεν θεωρεί προσβολή το επίπεδο υπηρεσιών της δημόσιας υγείας. Κανένα από τα δύο κόμματα δεν θεωρεί προσβολή την πρωτιά στην ανεργία σε επίπεδο Ε.Ε. των νέων κάτω των 25 ετών.
Και υπάρχουν πολλά πράγματα ακόμα που τα δύο κόμματα δεν θεωρούν προσβολή. Και θα τα ανακαλύψουν στις επόμενες εκλογές.
Μία ωραία ομάδα
Μετά το προχθεσινό παιχνίδι της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, χάρηκα που για μία ακόμα φορά η εντύπωση που μας δόθηκε είναι ότι έχουμε να κάνουμε με μία ωραία ομάδα. Και είναι μία ωραία ομάδα όχι γιατί παίζει κανένα γοητευτικό ποδόσφαιρο, αλλά γιατί ΕΙΝΑΙ ομάδα. Μάλιστα, είναι μία τόσο ωραία ομάδα που μπορεί να ξορκίζει όλα τα άσχημα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δεν μπορώ να ξέρω αν στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του καλοκαιριού θα τα καταφέρει καλύτερα από ό,τι η προηγούμενη ομάδα στην Πορτογαλία τέσσερα χρόνια πριν. Φαίνεται όμως ότι είναι μία ομάδα πιο νέα και με καλύτερο ρόστερ. Εχω την εντύπωση ότι έχει και καλύτερη ψυχολογία. Μία ψυχολογία που μπορεί να διαταραχθεί αν ο Ρεχάγκελ δεν ανανεώσει τη συνεργασία του με την Εθνική. Γι’ αυτό θα προτιμούσα το ζήτημα αυτό να λυθεί μετά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Μέχρι τότε όμως μπορώ -όπως όλοι φαντάζομαι- να ονειρεύομαι ότι από αυτή την ομάδα θα πάρω κι άλλες χαρές φέτος το καλοκαίρι.