Kάποτε έλεγαν πως εάν σε αφορίσει η Εκκλησία, το σώμα σου δεν θα λιώσει. Θα βασανίζεται αιωνίως. Το 1856 αφορίστηκε ο σατιρικός ποιητής και πεζογράφος Ανδρέας Λασκαράτος, επειδή η Εκκλησία είχε φρίξει με το έργο του «Μυστήρια της Κεφαλλονιάς». Ο ίδιος είπε: «Θα παρακαλούσα τον επίσκοπο να αφορίσει και τα παπούτσια των παιδιών μου, για να μη λιώσουν οι σόλες τους και υποβάλλομαι σε έξοδα». Μυστήριο πράγμα οι παρενέργειες των αφορισμών. Να, ας πούμε η Εκκλησία αναθεμάτισε και τον οπλαρχηγό Νίκο Τσάρα, γνωστό κι ως «Νικοτσάρα», για τη συμμετοχή του στην εξέγερση του 1807. Το σώμα του μάλλον δεν έμεινε αναλλοίωτο, το όνομά του όμως υπό μία έννοια παρέμεινε εσαεί τιμώμενο: «Νικοτσάρα» ονομάζεται χωριό της Δράμας.
Από τον 17ο αιώνα μέχρι το 1821 επιμηκύνθηκε για τα καλά ο κατάλογος των «καταραμένων» απείθαρχων που ήσαν «φερμανλήδες στο δοβλέτι», όπως είπε ο Ιερόθεος Ιωαννίνων για τους Σουλιώτες, προειδοποιώντας πως οι εξεγερμένοι και όσοι τους βοηθούν «στο τέλος αφανίζονται από προσώπου Γης». Σε μία τουλάχιστον περίπτωση, ναι, οφείλει κανείς να πάρει στα σοβαρά τον ισχυρισμό πως εάν η Εκκλησία δεν το έκανε αυτό, θα σφαγιαζόταν χριστιανικός πληθυσμός: πιθανότατα αυτός ο κίνδυνος ελλόχευε στην Κωνσταντινούπολη, όταν άρχισε η Επανάσταση στις λεγόμενες Ηγεμονίες, εάν ο Οικουμενικός Πατριάρχης, Γρηγόριος Ε', δεν αφόριζε τους Υψηλάντη, Σούτσο. Ισως κι εάν δεν παρέμενε ο ίδιος στο Πατριαρχείο, μολονότι μπορούσε με σχετική ευκολία να εξαφανιστεί. Οφείλουμε, λοιπόν, να αναγνωρίσουμε ότι ο Γρηγόριος Ε' επέδειξε προσωπική γενναιότητα: αντιλαμβανόταν ασφαλώς ότι οι Τούρκοι θα του χρέωναν απροθυμία ή αδυναμία -το ίδιο ήταν γι’ αυτούς- να τιθασεύσει το «κακό». Αφ' ης στιγμής για τέτοιες αποτυχίες θανατώνονταν υψηλόβαθμοι Οθωμανοί αξιωματούχοι, θα επιβίωνε ο Πατριάρχης;
Ως εδώ, όμως. Οποιος πιστεύει πως αυτά συνιστούν «πρωτοπόρο εθνεγερτήριο» ρόλο της Εκκλησίας, κάνει ένα λογικό άλμα, ικανό να καλύψει τη διαφορά ανάμεσα στον Βόσπορο και τη Λίμνη των Ιωαννίνων, της κυρά Φροσύνης. Γιατί; Τα «διότι» τείνουν… στο άπειρο. Διότι έχει αποδειχθεί ότι το μένος του Οικουμενικού Πατριάρχη εναντίον του Ρήγα Φεραίου ήταν αυθεντικότατο -εξ ου και η πατριαρχική εντολή να αποτραπεί κάθε επαφή του ποιμνίου με τα κείμενα του... άθλιου Βελεστινλή, τα οποία στηρίζονταν στις αντιλήψεις του διαφωτιστή Ρουσό. Διότι αυθεντική ήταν, λίγο αργότερα, και η επιστολή που συνέταξε ένας μητροπολίτης, σχολιάζοντας τον θάνατο του Ρήγα και των συντρόφων του: «Εσκόπευον να κάμουν επαναστάσεις κατά του κραταιοτάτου Σουλτάνου, αλλ' ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον οπού τους έπρεπε» (αυτό που λένε «χριστιανική αγάπη»). Διότι, το κυριότερο, η βούληση της Εκκλησίας -όπως είδαμε χθες- είχε διακηρυχθεί από το 1798. Με την «Πατρική Διδασκαλία» που τυπώθηκε στην Κωνσταντινούπολη και η οποία έφερε την υπογραφή του πατριάρχη Ιεροσολύμων, Ανθιμου –απόλυτη ηγετική εκκλησιαστική επισημότητα, δηλαδή: «Σωτήρια» η κυριαρχία του Σουλτάνου, έργο «Διαβόλου» το «θρυλούμενον σύστημα της ελευθερίας». Λέτε όλα αυτά -και άλλα, αναρίθμητα- να τα έπραξε η Εκκλησία με βαριά καρδιά, επειδή φοβόταν; Κομματάκι απίθανο. Αλλά και αν ακόμα κάποιος αφελής το δεχόταν, πώς στην ευχή θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η ηγεσία της Εκκλησίας... προετοίμασε την Επανάσταση και πρωτοστάτησε κιόλας;
Είναι φως–φανάρι (και ουχί Φανάρι…) πως η Εκκλησία δεν είχε καμία διάθεση να πριονίσει το κλαδί, πάνω στο οποίο η ίδια καθόταν αναπαυτικότατα. Επί Τουρκοκρατίας η Εκκλησία ήταν η μοναδική πολιτική, διοικητική και πνευματική αρχή των χριστιανών της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, ο σουλτάνος φρόντισε ώστε να επανασυγκροτηθούν Πατριαρχείο και Εκκλησία. Χρησίμευαν ως αποτελεσματικός μηχανισμός πειθάρχησης των χριστιανών, ως θεσμικός εγγυητής της αδιασάλευτης τάξης.
Προνομιούχα και εύπορη η Εκκλησία, με άφθονη «ιδιοκτησία», πότε ενοικίαζε εύφορη γη σε καλλιεργητές και άλλοτε γινόταν κυνικός «φορομπήχτης». Χαρακτηριστική περίπτωση η «Ιερά Κοινότης» του Αγίου Ορους, που είχε επιβάλει στο ποίμνιο των πέριξ περιοχών τον φόρο της «δεκάτης»: απομυζούσε το 10% της περιουσίας κάθε χριστιανού. Κατά καιρούς διάφοροι περιηγητές έμειναν άφωνοι με τις δυνατότητες πλουτισμού που διέθετε η Εκκλησία. Λίγο πριν από την επανάσταση του 1821, ο Αγγλος αρχαιολόγος και τοπογράφος Γουίλι Τζελ έγραψε μεταξύ άλλων: «Σήμερα οι Ελληνες δουλεύουν για τρεις δυνάστες. Τον κλήρο, τους κοτζαμπάσηδες και τους Τούρκους».
Με τέτοιο προνομιακό status, η Εκκλησία δεν είχε λιγότερους λόγους από τον σουλτάνο ν' «αφρίζει» κάθε φορά που έφθαναν «κατά δω» ιδέες επηρεασμένες από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, τις διακηρύξεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Ρουσό και του Βολταίρου, τον Ορθολογισμό του Καρτέσιου. Η αλλεργία που μάστιζε την Εκκλησία για οτιδήποτε παρέπεμπε στη Γαλλία -της μετά το 1789 εποχής- έγινε κωμικοτραγική. Το 1797 ο γαλλικός στόλος κατέπλευσε στο Ιόνιο. Το Πατριαρχείο ανέλαβε να ενημερώσει τους Επτανήσιους για την ιδιότητα των Γάλλων ως έθνος (τι άλλο;) του Διαβόλου. Ελα όμως που ήταν και έθνος–αιμομίκτης! Σε εγκύκλιο που τυπώθηκε στο πατριαρχικό τυπογραφείο και η οποία αποδίδεται στον ακραιφνή φιλοοθωμανό κληρικό Αθανάσιο Πάριο, αναφέρεται πως οι «άθεοι» Γάλλοι «μητρογαμούσι και θυγατρογαμούσι και αδελφογαμούσιν ανυποστόλως και αδεώς»! Πού 'σαι (σύγχρονε) Ανθιμε…
Υπό αυτές τις συνθήκες, ουδεμία έκπληξη νοείται για τη στάση των περισσότερων ταγών της Εκκλησίας, όταν άρχισε η επανάσταση του '21: Τον Ιούλιο του '21 οι Αγιορείτες απάντησαν αρνητικά στην ύστατη έκκληση που τους είχε απευθύνει ο Υψηλάντης να ενισχύσουν οικονομικά την εξέγερση. Μήνες νωρίτερα, τον Ιανουάριο, στη Σύνοδο της Βοστίτσας (Αίγιο) ένας υψηλόβαθμος κληρικός αποκάλεσε «απατεώνα» και «εξωλέστατο» τον Παπαφλέσσα, όταν εκείνος αξίωσε την ανάληψη ένοπλης δράσης. Ποιος ήταν ο «λαμπρός» υψηλόβαθμος κληρικός; Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός! Ναι, ο άνθρωπος που υποτίθεται πως σήκωσε το λάβαρο της Επανάστασης την 25η Μαρτίου! Πρόκειται για το Νο 2 στην κατάταξη με τους χονδροειδέστερους μύθους για το '21. Το Νο 1 είναι αδιαφιλονίκητο: το Κρυφό Σχολειό. Ενας μύθος που επιστρατεύθηκε, ακριβώς επειδή η προπαγάνδα περί του «πρωτοπόρου εθνεγερτήριου ρόλου της Εκκλησίας» παραήταν αδύναμη για να αντιμετωπίσει το πλήθος των ιστορικών στοιχείων. Και οι «εθνικοί» προπαγανδιστές δεν ήσαν αφελείς για να πιστεύουν ότι θα έπειθαν, επικαλούμενοι απλώς τον θάνατο κληρικών κατά τη διάρκεια της επανάστασης.
Ετσι εφευρέθηκε το «Κρυφό Σχολειό». Θα το δούμε αύριο, στη συνέχεια -και το τέλος- της «μεθεόρτιας» αναφοράς μας στον Τοτό που ντύθηκε Παλαιών Πατρών Γερμανός…