Πολλοί, ίσως, αγνοούν ότι η ομάδα με τον πλουσιότερο ιδιοκτήτη στην Αγγλία δεν είναι η Τσέλσι. Για την ακρίβεια, δεν είναι καν ομάδα της Πρέμιερσιπ. Είναι μια λονδρέζικη ομάδα που βρίσκεται στη μέση της βαθμολογίας της Championship. Της παλιάς δεύτερης κατηγορίας, δηλαδή. Πρόκειται για την Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς. Στην τριάδα των ιδιοκτητών της περιλαμβάνονται ο «κύριος F1», ο Μπέρνι Εκλεστόουν (ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Βρετανίας), ο Φλάβιο Μπριατόρε, το αφεντικό της ομάδας της Ρενό στη F1, και ο 4ος πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, ο Ινδός μεγιστάνας του ατσαλιού, ο Λαάκσι Μίταλ. Από αυτούς τους τρεις, ο Μπριατόρε είναι αυτός που ανέλαβε να τρέξει το project, όπως λένε στη γλώσσα τους οι επιχειρηματίες. Θα περίμενε κάποιος ότι η ΚΠΡ, με την οικονομική επιφάνεια που έχουν οι ιδιοκτήτες της, θα χτυπούσε την ποδοσφαιρική αγορά με μία σφοδρότητα δύο φορές μεγαλύτερη από αυτή με την οποία είχε εμφανιστεί στο προσκήνιο ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Ε, λοιπόν, κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί κι αν πιστέψουμε τα όσα είπε σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στο πρακτορείο Ρόιτερ προχθές ο Μπριατόρε, δεν πρόκειται να συμβεί. Μα να έχουν ένα, μην πω και δύο σκασμούς χρήματα και να μην έχουν σαρώσει ακόμα τα πάντα; Τόσο σπάγκοι είναι οι άνθρωποι; Διαβάζοντας τη συνέντευξη του Μπριατόρε, διαπιστώνει κάποιος ότι δεν πρόκειται για τσιγκουνιά, αλλά για πραγματισμό. Οι άνθρωποι έχουν καταστρώσει ένα σχέδιο –ναι, πενταετές– και σκοπεύουν να το ακολουθήσουν. Και απ' ό,τι φαίνεται, δεν πρόκειται να το εγκαταλείψουν για να κυνηγήσουν έναν αμφίβολο στόχο –όπως συνέβη στην περίπτωση της ΑΕΚ, για παράδειγμα– που δεν θα αποδώσει όσα έχουν υπολογίσει. Ο Μπριατόρε στη συνέντευξή του είπε ότι στόχος τους είναι μείνουν φέτος στην κατηγορία και αγοράζοντας τους καταλληλότερους ποδοσφαιριστές –προσέξτε, όχι τους καλύτερους, αλλά τους καταλληλότερους– να φτιάξουν μία ομάδα που θα μπορέσει να διεκδικήσει την άνοδο στην Πρέμιερσιπ. «Κινούμαστε με γνώμονα την πραγματικότητα και όχι τη φαντασία», είπε ο Μπριατόρε, πράγμα που σημαίνει ότι ούτε τον Μουρίνιο θα κυνηγήσουν για τον πάγκο ούτε τον Ροναλντίνιο ή κάποιους σαν αυτόν για την ΚΠΡ. «Σε ανάλογες περιπτώσεις», συμπλήρωσε ο Μπριατόρε, «όλοι προετοιμάζονται να πέσουν πάνω σου και να σου ρουφήξουν το αίμα. Να σου ζητούν από 10 εκατομμύρια λίρες και πάνω για όποιον παίκτη θελήσεις να πάρεις, ενώ οι τιμές απογειώνονται ακόμα και για το αθλητικό υλικό (δηλαδή σωβρακοφανέλες) που επιδιώκεις να προμηθευτείς». Η τριάδα που αγόρασε την ΚΠΡ πήρε μία ομάδα –και επιχείρηση– με χρέη γύρω στα 20 εκατομμύρια ευρώ. Το πρώτο που έκαναν ήταν να ρυθμίσουν τη σταδιακή εξόφληση των χρεών, όχι από τις τσέπες τους, αλλά από τα έσοδα που θα έχει η ομάδα και παράλληλα υπέγραψαν μία –την πρώτη– συμφωνία σπόνσορσιπ με την ιταλική εταιρεία κατασκευής αθλητικού υλικού Lotto. Μία πενταετή συμφωνία αξίας περίπου 30 εκατομμυρίων ευρώ, η οποία, αν η ομάδα σε τρία χρόνια βρεθεί στην Πρέμιερσιπ, μπορεί να σπάσει. Ο Μπριατόρε, που σημείωσε ότι θα εκμεταλλευθούν τα οικονομικά πλεονεκτήματα της γεωγραφικής θέσης της ομάδας και ότι έχουν στόχο τα έσοδα σε μία τριετία να είναι περισσότερα από τα έξοδα, συμπλήρωσε κάτι πολύ σημαντικό. Είπε ότι στη Βρετανία αξίζει να ασχοληθείς επιχειρηματικά με το ποδόσφαιρο επειδή υπάρχουν κανόνες που γίνονται σεβαστοί από όλους. Ασε, ρε μεγάλε… Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου χωρίς Γκαγκάτση δεν έχει νοστιμιά…
Το συναρπαστικό πρωτάθλημα
Επειδή το ακούω και το διαβάζω όλο και περισσότερο αυτό το επιχείρημα περί συναρπαστικού πρωταθλήματος, ας ξεκαθαρίσω τη θέση μου. Συναρπαστικό δεν είναι ένα πρωτάθλημα επειδή αλλάζει συχνά ο επικεφαλής της βαθμολογίας και υπάρχει αβεβαιότητα για τον πρωταθλητή. Συναρπαστικό είναι εκείνο το πρωτάθλημα που βλέπει τους φιλάθλους να γεμίζουν τις κερκίδες των γηπέδων για να παρακολουθήσουν τις ποδοσφαιρικές συναντήσεις. Ποιες συναντήσεις, όμως, όταν όλοι ομολογούν ότι οι θεωρητικά τρεις κορυφαίες ομάδες του πρωταθλήματος παίζουν άθλιο ποδόσφαιρο; Γιατί να πάει κάποιος στο γήπεδο; Για να παρακολουθήσει μία αναιμική νίκη με άθλιο θέαμα προκειμένου να τονωθεί ο οπαδικός του εγωισμός; Ολοι οι συμμετέχοντες στη Σούπερ Λίγκα στις κατά καιρούς συναντήσεις τους εκφράζουν τις ανησυχίες τους ή την ενόχλησή τους για την ποιότητα της διαιτησίας –για την οποία δεν έχουν καταθέσει ούτε μία πρόταση της προκοπής για τη βελτίωσή της–, για την οκνηρία της πολιτείας να τους «βοηθήσει» στην κατασκευή καινούργιων γηπέδων που θα τους δώσουν περισσότερες οικονομικές δυνατότητες, για την ανεπάρκεια της Αστυνομίας στην καταπολέμηση της βίας, για το ποσοστό από το στοίχημα που τους «οφείλει» η πολιτεία, για… για… Ποτέ, όμως, δεν τους άκουσα να εκδηλώνουν την ενόχλησή τους για την ποιότητα του θεάματος που προσφέρουν στους Ελληνες φιλάθλους, ούτε για την ακρίβεια με την οποία κοστολογούν τις κακής ποιότητας υπηρεσίες που προσφέρουν. Τους ιδιοκτήτες των ομάδων στην ουσία ελάχιστα τους ενδιαφέρουν οι φίλαθλοι ή έστω οι πελάτες τους. Και δεν τους ενδιαφέρουν επειδή τα έσοδά τους δεν βασίζονται στα εισιτήρια και στη σχέση με τους φιλάθλους ή τις τοπικές κοινωνίες. Εδώ, τις πιο πολλές φορές, δεν δηλώνουν καν τον ακριβή αριθμό εισιτηρίων που διαθέτουν στα παιχνίδια τους. Κι αυτή η συμπεριφορά τους προφανώς βρίσκει έδαφος στην αδιαφορία ή το σιγοντάρισμα της πολιτείας, η οποία κάθε τέσσερα χρόνια φέρνει έναν καινούργιο αθλητικό νόμο και στο μεσοδιάστημα τον τροποποιεί και τον «εμπλουτίζει». Ολα αυτά με τρελαίνουν ακόμα περισσότερο όταν διαβάζω ειδήσεις σαν αυτή που λέει ότι η Μόναχο 1860, που αγωνίζεται στη β' κατηγορία της Μπουντεσλίγκα, έχει μέσο όρο 37.500 εισιτήρια και η Αρμίνια Μπίλεφελντ, τελευταία στην κίνηση εισιτηρίων του γερμανικού πρωταθλήματος, στα τελευταία 10 παιχνίδια της –μέχρι τις 2/3/08– έκοψε μόλις 224.000 εισιτήρια.
Κάτι πιο πολύ από χιούμορ
Επειδή πολύ συχνά μιλάμε για την κακή ποιότητα της ενημέρωσης από την τηλεόραση, δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι οι εφημερίδες –που έφτασαν στο σημείο να ψαρεύουν αναγνώστες, προσφέροντας διάφορα μπιχλιμπίδια– βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία. Υπάρχουν πολλές αιτίες για το γεγονός, με κυριότερη την εμπορευματοποίηση της ενημέρωσης. Στη συνέχεια παραθέτω μία προσαρμογή προς το ελληνικότερο από τη σατιρική εκπομπή του BBC «Μάλιστα, κ. υπουργέ» για τη σχέση εφημερίδων, αναγνωστών και εξουσίας που μου έστειλε ένας φίλος. «Η "Καθημερινή" διαβάζεται από αυτούς που κυβερνούν τη χώρα. Ο "Ελεύθερος Τύπος" από αυτούς που νομίζουν ότι κυβερνούν τη χώρα. Το "Βήμα" και τα "Νέα" διαβάζουν αυτοί που πιστεύουν ότι θα έπρεπε κανονικά να κυβερνούν τη χώρα. Τον "Ριζοσπάστη" εκείνοι που πιστεύουν πως τη χώρα θα έπρεπε κανονικά να την κυβερνά μια άλλη χώρα. Οι αναγνώστες της "Ελευθεροτυπίας" δεν ξέρουν ποιος ακριβώς κυβερνά τη χώρα, είναι όμως βέβαιοι πως την κυβερνά με λάθος τρόπο. Την "Απογευματινή" προτιμούν οι γυναίκες αυτών που κυβερνούν τη χώρα. Τη "Ναυτεμπορική" διαβάζουν αυτοί στους οποίους ανήκει η χώρα. Την "Εστία" διαβάζουν όσοι νομίζουν πως η χώρα είναι ακόμα δική τους. Και οι αναγνώστες της "Espresso" δεν ενδιαφέρονται για το ποιος κυβερνά τη χώρα, αρκεί να είναι γυναίκα και να έχει μεγάλο στήθος».