Φαντάζομαι ότι έχετε προσέξει τα στατιστικά στοιχεία που εμφανίζονται στην οθόνη της τηλεόρασης μετά τα παιχνίδια του Champions League. Εκείνο που μου έχει κάνει εντύπωση είναι ο αριθμός χιλιομέτρων που καλύπτουν κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού ορισμένοι ποδοσφαιριστές. Κυρίως οι μέσοι.

Μέχρι τώρα ο μέσος όρος δεν πέφτει κάτω από τα 10 χιλιόμετρα το παιχνίδι. Αν υπολογίσουμε, έστω «μπακάλικα», τα χιλιόμετρα που κάνει κατά μέσο όρο ένας ποδοσφαιριστής με δύο παιχνίδια την εβδομάδα συν τις προπονήσεις, τα 25 χιλιόμετρα είναι ένας ρεαλιστικός αριθμός. Αν υπολογίσουμε 4 αγωνιστικές εβδομάδες, με συμμετοχές και στην εθνική σε μία αγωνιστική περίοδο 10 μηνών, το νούμερο ξεπερνά τα 1.000 χιλιόμετρα τη σεζόν -σε περίπτωση που ένας ποδοσφαιριστής παίζει όλα τα παιχνίδια. Αυτό συμβαίνει σπάνια, αλλά αν κοιτάξει κάποιος τους ποδοσφαιριστές που φθάνουν στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, δεν έχουν κάνει λιγότερα από 60 παιχνίδια με την ομάδα τους. Δεν υπολογίζω παιχνίδια με τις εθνικές, αλλά ακόμη και έτσι ο υπολογισμός δεν μου βγάζει λιγότερα από 800. Πολλά ή λίγα; Εξαρτάται αν μιλάμε για άνθρωπο ή για αυτοκίνητο.

Το ζήτημα είναι γνωστό εδώ και χρόνια: ο υπερβολικός αριθμός αγώνων που δίνουν οι ποδοσφαιριστές και οι επιπτώσεις αυτού του γεγονότος στην υγεία τους, την απόδοσή τους και την ποιότητα του ποδοσφαίρου που παρακολουθούμε. Το πρόβλημα παρουσιάζεται συχνά με ένταση και εκτός των άλλων έχει και πολλαπλές οικονομικές επιπτώσεις στο ίδιο το άθλημα. Η ΟΥΕΦΑ προσέγγισε το πρόβλημα με αρκετό ενδιαφέρον, αν και κάπως αργά, ζητώντας παράλληλα και τις απόψεις προπονητών, συλλόγων και εθνικών ομάδων. Η αλλαγή του τρόπου διοργάνωσης του Champions League πριν από έξι χρόνια, αλλά και η διαδικασία πρόσκλησης ποδοσφαιριστών στα φιλικά παιχνίδια των εθνικών ομάδων είχαν ως στόχο τη μείωση των αγώνων στους οποίους παίρνουν μέρος οι ποδοσφαιριστές. Είχε γίνει σαφές ότι οι αυξημένες αγωνιστικές υποχρεώσεις ανάγκαζαν πολλούς ποδοσφαιριστές να καταφύγουν στη φαρμακευτική υποστήριξη, μια και ο ανθρώπινος οργανισμός δεν μπορεί να αντεπεξέλθει σε τόση πίεση.

Αρκετές φορές στο παρελθόν έχουμε ακούσει επαγγελματίες ποδοσφαιριστές να διαμαρτύρονται για πόνους, ενοχλήσεις ή κούραση. Η ιατρική υπηρεσία της ΦΙΦΑ, μελετώντας τα δεδομένα από παιχνίδια πρωταθλημάτων και παγκοσμίων κυπέλλων, κατέληξε σε κάποια πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Φαίνεται ότι πάρα πολλές περιπτώσεις τραυματισμών έχουν προκληθεί χωρίς να υπάρξει επαφή με αντίπαλο, γεγονός που αποτελεί απόδειξη αγωνιστικής υπερ-χρήσης των ποδοσφαιριστών. Είναι παραλογισμός να υπάρχουν περιορισμοί για τις ώρες που μπορεί να οδηγήσει συνέχεια ένας επαγγελματίας αυτοκινητιστής, αλλά να μην υπάρχουν ανάλογες προστατευτικές διατάξεις για τους ποδοσφαιριστές. Λιγότερα παιχνίδια σε μία σεζόν θα περιορίσουν τους τραυματισμούς και την πίεση, που αναγκάζουν τους ποδοσφαιριστές να στραφούν στο ντόπινγκ.

Βέβαια ο καθορισμός ενός συγκεκριμένου αριθμού παιχνιδιών δεν είναι εύκολη υπόθεση, διότι δεν υπάρχει ένας ενιαίος αριθμός ομάδων που παίρνουν μέρος στα εθνικά πρωταθλήματα. Και εκτός αυτού, μία τέτοια προσπάθεια θα προκαλέσει τις αντιδράσεις των συλλόγων, ιδίως των μεγάλων. Πώς μπορείς να επιβάλεις στη Μίλαν πόσες φορές θα χρησιμοποιήσει τον Κακά ή στη Λίβερπουλ τον Τζέραρντ και στην Τσέλσι τον Λαμπάρντ; Λιγότερα παιχνίδια σημαίνουν λιγότερα χρήματα και αυτό δεν το θέλει κανείς. Ομως, πρέπει με κάποιο τρόπο να προστατευθούν οι ποδοσφαιριστές, εκτός και αν όλοι αποδέχονται, σιωπηλά, το ντοπάρισμα.

Μία διδακτική φάρσα

Μία πολύ διδακτική ιστορία θυμήθηκα αυτές τις μέρες με την απεργία, ύστερα από μία συζήτηση σχετικά με την πραγματικότητα και την απάτη. Η ιστορία είχε δημοσιευθεί στις γαλλικές εφημερίδες και είχε αναδημοσιευτεί στην Ελλάδα, αρχικά στη στήλη του Μιχ. Μητσού στα «ΝΕΑ».

Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας λέγονται Μπενζαμέν Φρεμό και Κλεμαντίν Μαρκοβισί, είναι 25 ετών και αποφοίτησαν από την περίφημη Σχολή Μεταλλειολόγων του γαλλικού Πολυτεχνείου. Το θέμα της πτυχιακής τους εργασίας ήταν φιλόδοξο: «H γέννηση μιας μόδας στη στρατηγική». Αλλά η προσπάθειά τους να το επεξεργαστούν με την κλασική μέθοδο δεν τους ικανοποιούσε. Ολοι οι πρόεδροι επιχειρήσεων, διευθυντές στρατηγικής και σύμβουλοι τους οποίους ρώτησαν με ποιον τρόπο έχουν επηρεαστεί από τα «μεγάλα ρεύματα της στρατηγικής σκέψης» απαντούσαν με κλισέ και «ξύλινη» γλώσσα. Οι δύο απόφοιτοι σκέφτηκαν τότε να αλλάξουν τρόπο προσέγγισης. Συνέταξαν ένα κείμενο 13 σελίδων για μια νέα, ριζοσπαστική θεωρία του μάνατζμεντ και το έστειλαν σε εκατό ανθρώπους, στους οποίους περιλαμβάνονταν σύμβουλοι, ερευνητές και δημοσιογράφοι.

H θεωρία αυτή, τους έγραψαν, λέγεται «Strategic Alignment» (Στρατηγική Ευθυγράμμιση) και την επινόησαν δύο εξέχοντες Αμερικανοί ερευνητές του Harvard Business School, ο Τζόρνταν Αϊζενμαν και ο Τόμας Σίγκελ. H κεντρική της ιδέα είναι η ερμηνεία της επιχείρησης με βάση τρεις πόλους: την Υπαρξη, τον Λόγο και την Πράξη. Πριν από τη λήψη κάθε απόφασης, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι οι πόλοι αυτοί βρίσκονται σε αρμονία. Και, φυσικά, η target zone να είναι πολύ προσεκτικά καθορισμένη. H ανταπόκριση ήταν ενθουσιώδης: το 57% των ανθρώπων που έλαβαν το σημείωμα απάντησε με εκτεταμένα σχόλια, σκέψεις και προτάσεις, μαζί με λεπτομερείς βιβλιογραφικές αναφορές. Ολοι πρόσεξαν άλλωστε ότι η θεωρία αυτή έχει ήδη δοκιμαστεί με επιτυχία σε μια μεγάλη αμερικανική εταιρεία, την John L. Botsan Company, που εδρεύει στη Νότια Ντακότα. Πολλοί διευθυντές επιχειρήσεων έκριναν σκόπιμο να αναφερθούν σε παραδείγματα από τη δική τους εμπειρία. Το υλικό που είχαν στα χέρια τους ο Μπενζαμέν και η Κλεμαντίν ήταν πλούσιο, η εργασία τους θα ήταν πλήρης.

Οι καθηγητές, οι σύμβουλοι και οι διευθυντές μεγάλων βιομηχανικών ομίλων, που συγκεντρώθηκαν στο Πολυτεχνείο για να παρακολουθήσουν την «υποστήριξη» της εργασίας, ήταν βέβαιο ότι θα έμεναν ικανοποιημένοι.
Αλλά οι δύο απόφοιτοι τούς επιφύλασσαν μια έκπληξη: η περίφημη θεωρία τους δεν έχει υπάρξει παρά μονάχα στα κεφάλια τους. Εκείνοι την κατασκεύασαν για να προσδώσουν ενδιαφέρον στην εργασία τους και την «έντυσαν» με πολλούς αγγλικούς όρους για να κάνουν μεγαλύτερη φιγούρα. Και όλοι «τσίμπησαν», αλλά κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε στην αποκάλυψη της φάρσας. Γιατί άραγε;

Πώς τη λένε εκείνη την ειρωνική φράση «καλό το παραμύθι σου, αλλά δεν έχει δράκο;». Ε, στο παραμύθι της πρόκρισης του Ολυμπιακού στους «8» της Ευρωλίγκας του μπάσκετ υπάρχει «δράκος». «Δράκος» που τρώει φαβορί. Μπορεί στην αρχή αυτής της αγωνιστικής περιόδου οι φιλοδοξίες των ανθρώπων της ομάδας του Πειραιά να έφταναν μέχρι το φάιναλ φορ, αλλά ο τρόπος που έπαιζε η ομάδα με τον Γκέρσον στον πάγκο δεν θα οδηγούσε πουθενά. Ο ερχομός του Γιαννάκη μεταμόρφωσε την ομάδα σκληραίνοντας την άμυνά της σε βαθμό τέτοιο που άρχισε να παίρνει αποτελέσματα που έμοιαζαν αδιανόητα. Ο «δράκος» δούλεψε με ένα υλικό που βρήκε -και όχι με ένα υλικό που επέλεξε ο ίδιος και στο οποίο φαντάζομαι θα κάνει αλλαγές το καλοκαίρι- αλλά κατάφερε να του μεταδώσει την αγωνιστική του φιλοσοφία. Μία φιλοσοφία που δημιουργεί την αγωνιστική συμπεριφορά του «πεθαίνω μέσα στο γήπεδο». Τι θα καταφέρει ο Ολυμπιακός από εδώ και πέρα; Κανείς δεν ξέρει όσο και αν πολλοί ελπίζουν. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι «ερυθρόλευκοι» θα πουλήσουν ακριβά το τομάρι τους.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube