Οταν πηγαίναμε σχολείο, το σχέδιο της ομάδας μπάσκετ ήταν σαφές και σατανικό στην απλότητά του. Ρίχναμε στο γήπεδο τους πέντε καλύτερους παίκτες που είχαμε, άσχετα από ύψος, θέση, χημεία. Τι κι αν είχαμε μόνο έναν ψηλό; Το ταλέντο των τεσσάρων κοντών υποτίθεται ότι θα έκανε τη διαφορά. Τι κι αν η άμυνα ήταν γεμάτη με «mis-match», όπως μάθαμε να λέμε αργότερα; Ζώνη και άγιος ο θεός. Τι κι αν ήμασταν αδύναμοι στα ριμπάουντ; Ποντάραμε στην τυφλή θεά και στην παλικαριά αυτών που είχαμε. Αλλαγές κάναμε σπάνια. Οι αναπληρωματικοί είχαν εντολή να κουνάνε την πετσέτα, ο δε προπονητής-δάσκαλος προσπαθούσε να πτοήσει τον αντίπαλο με τις φωνές και το κύρος του.
Ο Παναθηναϊκός έμοιαζε με σχολική ομάδα προχθές στο Βελιγράδι.
Για μία ομάδα χτισμένη με δισεκατομμύρια, για έναν προπονητή με 6 Κύπελλα πρωταθλητριών στο παλμαρέ του, η εικόνα του β' ημιχρόνου ήταν θλιβερή. Ο Ομπράντοβιτς απέσυρε την εμπιστοσύνη που έδειχνε στους παίκτες του την πιο κρίσιμη στιγμή. Πόνταρε στα «βαριά χαρτιά» που λέγονται Γιασικεβίτσιους, Σπανούλης και Διαμαντίδης, έριξε στο παρκέ τέταρτο κοντό για να δημιουργήσει αναστάτωση και να έχει περισσότερες λύσεις στο περιφερειακό σουτ και άφησε τον φουκαρά τον Μπατίστ αβοήθητο κάτω από τα καλάθια. Μοιραία, οι συμπατριώτες του κέρδισαν έναν αγώνα μπάσκετ παίζοντας βόλεϊ, διορθώνοντας κάθε άστοχο σουτ: 37-18 ριμπάουντ.
Η άμυνα ζώνης έμοιαζε με απονενοημένο διάβημα, σαν αυτή που παίζουν μικρές κολεγιακές ομάδες όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με θηρία τύπου Νορθ Καρολάινα: στηνόμαστε γύρω γύρω και προσευχόμαστε να αστοχεί ο αντίπαλος. Ακόμα και όταν η μετριότητα της Παρτίζαν έφερε το παιχνίδι στα μέτρα του Παναθηναϊκού, φρόντισε να το χάσει ο αλλοπρόσαλλος Γιασικεβίτσιους, καταργώντας με τις επιλογές του κάθε έννοια λογικής και ομαδικότητας. «Βατερλώ» άνευ προηγουμένου, το χειρότερο της εποχής Ομπράντοβιτς. Στα μάτια μου αυτή η ήττα έμοιαζε με τιμωρία για την (ασυνήθιστη για τα δεδομένα του σύγχρονου Παναθηναϊκού) ύβρη του καλοκαιριού. Οταν οι Γιαννακόπουλοι αγόρασαν έναν αστέρα που στην πραγματικότητα δεν χρειάζονταν, γύρισαν τους δείκτες του ρολογιού πίσω στη δεκαετία του '90.
Το ίδιο έκανε και ο Ολυμπιακός τη μέρα που προσέλαβε τον Παναγιώτη Γιαννάκη! Με προπονητή τον Γκέρσον η Ρεάλ θα έβαζε 60 πόντους στο α' ημίχρονο, όχι σε ολόκληρο το ματς. Και οι «κόκκινοι» θα είχαν βαρέσει διάλυση από το 25ο λεπτό, όταν ο εκνευρισμός από το «no» των διαιτητών στο ντιρέκτ του Μπούλοκ στον Τεόντοσιτς έφερε το σκορ στο 39-44.
Οσο κλισέ κι αν καταντάει, ο Ολυμπιακός του Γιαννάκη έδειξε και αυτή τη φορά υπομονή και μεθοδικότητα. Η άμυνα, αυτή που κράτησε το καλάθι του σχεδόν ανέπαφο μεταξύ 32'-37', έγινε και πάλι... πυρηνικό όπλο. Το σύνθημα έδωσε με μία τάπα στον Ερβέλ ο Μπουρούσης, τη σκυτάλη πήρε ο ασύγκριτος Βασιλόπουλος, τα πιο κρίσιμα καλάθια τα έβαλε ο Τεόντοσιτς. Αυτός που αποτέλεσε ρελάνς των Αγγελόπουλων στο «κόλπο γκρόσο» Γιασικεβίτσιους! Ποιος γελάει τώρα;
Αλλά περισσότερα για τον Ολυμπιακό αύριο. Τα δικαιούται απόλυτα.