Η ΑΕΚ «καιγόταν» για τη νίκη και έπαιξε μπροστά σε περίπου 45.000 φίλους της (αν τους βάλεις στη σειρά, η ουρά θα είναι ατελείωτη) για το αποτέλεσμα που θα άλλαζε τα βαθμολογικά δεδομένα. Αν δούμε όμως τις σοβαρές αδυναμίες της ομάδας, είναι αμφίβολο αν υπήρχαν μεγάλες ελπίδες για πρωτάθλημα. Ας μη λέμε μεγάλα λόγια, πάντως, αφού αυτό το πρωτάθλημα θα πάει, έτσι κι αλλιώς, σε «μονόφθαλμο».
Οι γηπεδούχοι είχαν επιθετικό προσανατολισμό στη θεωρία (πώς να επιτεθείς αν δεν μπορείς να τρέξεις;), αλλά έκαναν μιάμιση ευκαιρία σε 90 λεπτά και πήραν θετικό αποτέλεσμα (έτσι δεν κρίνεται κάποιες φορές η ισοπαλία;) χάρη σε ένα ανύπαρκτο πέναλτι. Αυτή είναι απλουστευμένα η πραγματικότητα και δεν χρειάζονται σπουδαίες αναλύσεις για ένα τόσο «καθαρό» ματς.
Ασφαλώς και οι παίκτες της έδειξαν πάθος και διάθεση, όπως έσπευσε να σημειώσει δυο-τρεις φορές ο Νίκος Κωστένογλου. Γιατί, όμως, να τονίζεται τόσο έντονα κάτι που θα έπρεπε να είναι δεδομένο; Ισως για να γίνει σαφές ότι σε μια ομαδική προσπάθεια δεν φτάνει να θέλεις. Πρέπει και να μπορείς.
Ο υπηρεσιακός προπονητής δεν θέλησε να μιλήσει για τον προκάτοχό του και αυτό τον τιμά. Καλείται να τελειώσει τη χρονιά, έχοντας στο μυαλό του το πώς μπορεί να προκύψει στοιχειώδης βελτίωση. Κι αυτή δεν έρχεται με συζητήσεις για το τι δεν έγινε στο παρελθόν. Ούτε με «μπηχτές» για τον τέως. Είναι, άλλωστε, τόσο ξεκάθαρες η κακή ψυχολογία και η τραγική φυσική κατάσταση της ομάδας (η ΑΕΚ ανέτρεψε αποτέλεσμα μόνο σε μία περίπτωση φέτος) που όλοι γνωρίζουμε πλέον τι συνέβη. Ο Φερέρ δεν έπρεπε να πάρει το γενικό κουμάντο.
Αυτό που δείχνει να ενδιαφέρει τους περισσότερους παίκτες είναι να τελειώσουν τη σεζόν με αγωνιστικότητα και προσπάθεια, προκειμένου να έχουν ήσυχη τη συνείδησή τους. Κάτι σαν παρηγοριά στον «άρρωστο».