Η γλώσσα του ποδοσφαιριστή, εάν μου επιτρέπεται ένα ταπεινό συμπέρασμα ζωής, είναι η γλώσσα του ποδοσφαίρου. Τουλάχιστον ό,τι πιο κοντινό (και αξιόπιστο) σ' αυτή. Οταν ο ποδοσφαιριστής εννοεί ακριβώς ό,τι λέει, τότε καμιά φορά κάνει κραυγαλέα αντίφαση με την περιρρέουσα, το ποδόσφαιρο, ατμόσφαιρα.
Χρόνια τώρα ο Νίκος Λυμπερόπουλος είναι η, λέξη προς λέξη, γλώσσα του ποδοσφαίρου. Αναμένοντας το ραντεβού τής ΑΕΚ με τον Παναθηναϊκό είπε, απ' την περασμένη Κυριακή στο Καυταντζόγλειο κιόλας, πως «έχουμε ν' αντιμετωπίσουμε ομάδα που είναι ομάδα μ' όλη τη σημασία».
Η κραυγαλέα αντίφαση είναι ότι, την ίδια ώρα, η «ομάδα μ' όλη τη σημασία», μες στο ίδιο το σπίτι της ερχόταν για ακόμη μία φορά αντιμέτωπη με τη δυσφορία του κοινού της! Ηταν η απαρχή άλλης μιας εβδομάδας «πράσινης» γκρίνιας. Ρουτίνα!
Επίσης, η «ομάδα μ' όλη τη σημασία» (επι)κρίνεται, κατ' αναλογίαν, με δέκα αρνητικά σχόλια του Τύπου για ένα θετικό. Ομως οι ποδοσφαιριστές βλέπουν με άλλα, απ' τα δικά μας του δημοσιογράφου ή εκείνα του διπλανού μας οπαδού, μάτια. Βλέπουν και, συνεπώς, εκτιμούν άλλα πράγματα.
Εχω τη βάσιμη υποψία πως ο Λυμπερόπουλος, στον Παναθηναϊκό εφέτος, (δια)βλέπει τα στοιχεία που θα ήθελε να έχει... η ΑΕΚ. Μια σφιχτή και ισορροπημένη ομάδα, που μπορεί να τρέξει, που είναι κόμπακτ, που όπου και όποτε πήγε (συγκροτημένη και έτοιμη) για μάχη, τα έβγαλε πέρα.
Ανεξαρτήτως λεπτομερειών, που καθόρισαν στο τέλος τα αποτελέσματα. Απ' το «Χαριλάου», το Καραϊσκάκη (στο πρωτάθλημα, γιατί στο Κύπελλο κατέβηκαν για... παρέλαση!) και την Τούμπα ως το «Καλδερόν», το «Πάρκεν» και το «Αϊμπροξ», η «κοινή συνισταμένη» στην αγωνιστική συμπεριφορά του Παναθηναϊκού υπήρξε ευδιάκριτη. Απτή.
Οχι «κάτι το ιδιαίτερο» αλλ' επαρκής, άρα και ανταγωνιστική, στα βασικά. Με σημάδια από επήρεια, αν όχι σφραγίδα, προπονητή. Οι φωνές, πολύ περισσότερο οι κραυγές του εν συγχύσει (ενδεχομένως και εν κοπώσει) πλήθους, δεν είναι κριτήριο. Κριτήριο είναι η εικόνα.
Η ψυχρή εικόνα είναι κριτήριο παραμονής, αποσυνδεδεμένης απ' την κατάληξη των πραγμάτων στο πρωτάθλημα, του Πεσέιρο στο εργαστήρι της Παιανίας. Ο Παναθηναϊκός, στη χρονιά που διανύουμε, έχει παρουσιάσει το καλύτερό του στην πενταετία 2003-08. Για μένα, καλύτερο κι απ' την περίοδο του νταμπλ.
Ο Πεσέιρο πείθει ότι πρόκειται για έξυπνο επαγγελματία. Εδώ και μήνες έχουμε καταγράψει την επισήμανση πως το πιο ασφαλές καύσιμο για να φτάσει το όχημα-Παναθηναϊκός ακμαίο ως το νήμα της χρονιάς είναι ο... θυμός των ποδοσφαιριστών του. Να βγάλουν όλο τον έξω κόσμο, τον κακό, λάθος!
Ο ευφυής Πορτογάλος, σαν να ξεπατικώνει τεχνοτροπία από κεφάλαια της βιογραφίας του Μουρίνιο, χτίζει επάνω σε τούτο τον θυμό. Δημιουργεί, υπερτονίζοντας καταστάσεις, το «μόνοι μας και όλοι τους» κλίμα στα ενδότερα. Οσο πιο πολύβουη η αποδοκιμασία τόσο πιο συνεκτική η συσπείρωση.
Εάν (η αποδοκιμασία) έρχεται μονάχα απ' τους φίλους του αντίπαλου, ό,τι κατά κόρον ισχύει στις εκτός έδρας αναμετρήσεις, ακόμα καλύτερα. Αλλά κι η ενδοοικογενειακή τέτοια, εάν φιλτραριστεί στο σωστό κανάλι, μπορεί να δώσει θετική ενέργεια.
Στα σοβαρά, υπάρχει εχέφρων άνθρωπος που να πιστεύει πως π.χ. οι Βγενοπουλειάδες «επηρεάζουν» την ομάδα μες στους τέσσερις τοίχους της; 'Η, το αντίστροφο, εάν η Βγενοπουλειάδα ήταν «εμπρός, παλικάρια, όλοι μας στο πλευρό σας», κάτι τέτοιο θα... ντόπαρε την ομάδα και θα τη βοηθούσε ν' αποδώσει σε υψηλότερο επίπεδο;
Ο Πορτογάλος ξέρει πώς να (προ)ετοιμάσει τον μικρό στρατό του και ποιους να στείλει στο πεδίο της μάχης για να του φέρουν το λάφυρο. Για μεθαύριο έχω την πεποίθηση πως (τόσον καιρό) ετοιμάζει με επιμέλεια και υπομονή το «μυστικό όπλο» του, έστω... κοινό μυστικό, αλλά (πάλι) όπλο, απ' την Ανγκόλα.
Θα 'ναι να εκπλαγεί κανείς, εάν ο Μανούσο δεν ξεκινήσει στο πλάι του Σαλπιγγίδη...