Ο Παναθηναϊκός σε τέσσερις μήνες διασύρθηκε δύο φορές και δεν έχει κάνει ούτε ένα πραγματικά μεγάλο παιχνίδι. Ο Ολυμπιακός, παρά την ευφορία που προκάλεσε η πρόσληψη Γιαννάκη, κινδυνεύει να μείνει έξω από τα πλέι οφ. Ο Αρης, αφού υπερέβη τις δυνατότητές του, τώρα στο ανώτερο επίπεδο του Top 16 δείχνει όλες του τις αδυναμίες.
Στην πρεμιέρα της β' φάσης της Ευρωλίγκας κατέρρευσαν οι μύθοι που συνόδευαν τις τρεις ελληνικές ομάδες, οι οποίες παρουσιάστηκαν χωρίς φτιασίδια και προπετάσματα καπνού ενώπιον της κοινής γνώμης. Ο κόσμος λοιπόν τώρα ξέρει ότι:
• Ο Παναθηναϊκός δεν είναι άτρωτος και ειδικότερα τις ημέρες που νομίζει ότι μπορεί να κερδίσει κατεβάζοντας στο παρκέ μόνο τις φανέλες και το όνομά του.
• Ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να διορθώσει ως διά μαγείας τα λάθη των προηγούμενων ετών μόνο με την πρόσληψη του Γιαννάκη.
• Ο Αρης είναι μία ομάδα που εξάντλησε τις δυνατότητές της με την πρόκριση στο Top 16 και φυσικά τώρα δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο.
Ας αρχίσουμε όμως από τον Παναθηναϊκό. Η ήττα από την Εφές Πίλσεν στην Κωνσταντινούπολη δεν προέκυψε επειδή η τουρκική ομάδα έπαιξε καλύτερα από τον πρωταθλητή Ευρώπης, αλλά γιατί αυτός ο τελευταίος απλώς δεν έπαιξε καθόλου – δηλαδή, επί της ουσίας, δεν υπήρχε μέσα στο τερέν.
Ηταν η δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν στη Ρώμη) μέσα στην τρέχουσα αγωνιστική περίοδο που παρουσιάστηκε το φαινόμενο αυτό. Ορισμένοι το αποδίδουν στην υπεροψία που αναπόφευκτα προσβάλλει ως ασθένεια κάθε μεγάλη ομάδα, η οποία έχει επίγνωση της υπεροχής της έναντι των αντιπάλων. Κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να έκανε το θαύμα του το «σύνδρομο του Ολυμπιακού», μια και είναι γνωστό ότι στον Παναθηναϊκό οποιαδήποτε αναμέτρηση με τον «αιώνιο» αντίπαλο υπερισχύει κάθε άλλης αγωνιστικής υποχρέωσης.
Ανεξάρτητα από αυτά, πάντως, καλό είναι να θυμάται κανείς ότι ο Παναθηναϊκός των μεγάλων ονομάτων και του υπέροχου μπάσκετ έπειτα από σχεδόν τέσσερις μήνες αγωνιστικής δράσης δεν έχει κάνει ούτε ένα παιχνίδι αντάξιο της πολυτελούς στελέχωσής του και των εκατομμυρίων που ξοδεύουν οι αδελφοί Γιαννακόπουλοι. Πράγμα που, αν μη τι άλλο, σημαίνει ότι μέχρι στιγμής δεν έχουμε ούτε ένα δείγμα των δυνατοτήτων που θρυλείται ότι διαθέτει.
Από την άποψη αυτή ο Παναθηναϊκός είναι μια ομάδα-φάντασμα, η οποία μπορεί (λόγω ποιότητας του υλικού και κεκτημένης ταχύτητας) να χάνει σπάνια, αλλά με τη μέχρι στιγμής εικόνα της δεν πείθει ότι είναι σε θέση να επαναλάβει τα περσινά κατορθώματα. Βεβαίως κάποιοι επιμένουν ότι σημασία έχει να δείξει το καλύτερό του πρόσωπο στα ματς που θα έχουν καθοριστική σημασία, πλην όμως κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι πράγματι θα συμβεί κάτι τέτοιο ή πόσο καλό θα είναι τελικά αυτό το «καλύτερό του πρόσωπο», από τη στιγμή που ακόμα δεν έχει φανερωθεί...
Δεν προσπαθώ να γίνω μάντης κακών, ούτε και να υποτιμήσω τις ικανότητες παικτών με αναγνωρισμένη αξία και ενός προπονητή που το όνομά του έχει γίνει συνώνυμο της επιτυχίας. Οχι. Απλώς νομίζω ότι σ' ένα βαθμό έχουν υπερεκτιμηθεί τα πλεονεκτήματα και έχουν υποτιμηθεί τα μειονεκτήματα του φετινού Παναθηναϊκού. Ο οποίος είχε επίσης την ατυχία να διαφημιστεί ως βέβαιος νικητής σε όλα τα επίπεδα πριν ακόμα πατήσει το πόδι του στο παρκέ!
Κατά τη γνώμη μου ίσως το πιο αδύναμο σημείο των «πρασίνων» είναι ότι, λόγω της υπερπολυτελούς στελέχωσής τους, τουλάχιστον ορισμένοι παίκτες αδυνατούν να αναγνωρίσουν τις ευθύνες τους όταν στην ομάδα κάτι δεν πάει καλά, γιατί έχουν το περιθώριο να σκεφτούν ότι αντί για τους ίδιους, πάντα μπορεί να φταίνε κάποιοι άλλοι. Αυτό είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί σε μια ομάδα και συνήθως παρατηρείται στις ομάδες που διαθέτουν περισσότερους σταρ απ' όσους το ίδιο το σταρ σίστεμ επιβάλλει ή επιτρέπει...
Το φαινόμενο αποκαλείται «αδυναμία ταυτοποίησης προσωπικής ευθύνης» και εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Συνηθέστεροι, η κάλυψη πρωτοβουλιών έξω από κάθε σύστημα και λογική με στόχο την κακώς εννοούμενη αυτοπροβολή και την επιβολή πάνω σε συμπαίκτες που θεωρούνται ως ανταγωνιστές και η παραμέληση καθηκόντων με τη βολική σκέψη ότι «δεν βαριέσαι; Θα το κάνει κάποιος άλλος...».
Για τον Ολυμπιακό μία ρεαλιστική θεώρηση της κατάστασης, μετά την εντός έδρας ήττα από τη Μακάμπι, οδηγεί στη διαπίστωση ότι η πρόκριση στα πλέι οφ είναι πια μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Πράγμα που σημαίνει ότι οι «ερυθρόλευκοι» κινδυνεύουν να χάσουν κεκτημένα τόσο του 2006 όσο και του 2007, παρ' ότι εφέτος δαπάνησαν πολύ περισσότερα.
Και το κακό είναι ότι αυτή η ανώμαλη (αν και αναμενόμενη...) προσγείωση στη σκληρή πραγματικότητα ήρθε πάνω στην ώρα που η αντικατάσταση του Γκέρσον από τον Γιαννάκη είχε δημιουργήσει ένα επικίνδυνο μεν, πλην όμως απαραίτητο για κάθε ομάδα που θέλει να υπερβεί της αδυναμίας της, κλίμα ευφορίας.
Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, είναι υποχρεωμένος τώρα να βαδίσει με βάση την πραγματικότητα, η οποία λέει ότι με τον Γκέρσον προπονητή ξόδεψε μερικές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για να κάνει μια τρύπα στο νερό! Οπως έγραφα και στο προηγούμενο σημείωμα, ο Γιαννάκης δεν είναι θαυματοποιός, πράγμα που σημαίνει ότι οι απογοητεύσεις δεν θα πάρουν αμέσως τέλος και ότι ο νέος προπονητής θ' αρχίσει, κατ' ουσία, να κρίνεται από τη νέα αγωνιστική περίοδο και μόνο.
Ο,τι μεσολαβήσει, λοιπόν, μέχρι το τέλος της αγωνιστικής σεζόν, απόντος πλέον του Γκέρσον, θα χρεώνεται απευθείας στα ουσιαστικά αφεντικά της ομάδας, δηλαδή στον Παναγιώτη και Γιώργο Αγγελόπουλο. Και έτσι πρέπει να γίνει αν ο Ολυμπιακός προσβλέπει με την απαιτούμενη πίεση στον Γιαννάκη. Ωστε ο νέος προπονητής να παραμείνει άφθαρτος μέχρι την έναρξη της επόμενης αγωνιστικής περιόδου.
Ταυτόχρονα, ο Γιαννάκης θα έχει την ευκαιρία να αποκομίσει εμπειρίες που σίγουρα θα του φανούν πολύ χρήσιμες στη δύσκολη συνέχεια που τον περιμένει. Γιατί, παρά τις αναμφισβήτητες ικανότητές του, είναι η πρώτη φορά που αναλαμβάνει το καθημερινό ισοπεδωτικό βάρος μιας ομάδας με μεγάλες φιλοδοξίες και την ευθύνη, αρχής γενομένης από αύριο, της ανελέητης κόντρας διαρκείας με τον Παναθηναϊκό, πράγμα που αποτελεί ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ελληνικής πραγματικότητας.
Από τη χαρούμενη ατμόσφαιρα του Πανιωνίου και του Αμαρουσίου, που θύμιζε σχολική εκδρομή, και από το προστατευμένο περιβάλλον της Εθνικής ομάδας μέχρι τη ζούγκλα του Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός (και μάλιστα χωρίς αβαντάζ και προαπαιτούμενα) η απόσταση είναι πολύ μεγάλη ακόμα και για μία εμβληματική προσωπικότητα του μπάσκετ σαν τον Παναγιώτη Γιαννάκη.
Για τον Αρη δεν θα πω πολλά. Εχει ήδη εξαντλήσει (ή και ξεπεράσει) τις δυνατότητές του. Επιπλέον, μάλλον ατύχησε στην αντικατάσταση του Καστλ από τον Γουάσινκτον. Παράλληλα στο ανώτερο επίπεδο του Top 16 οι αδυναμίες του (έλλειψη πραγματικών ψηλών π.χ.) μεγιστοποιούνται και τα προτερήματά του (αποτελεσματική άμυνα π.χ.) ελαχιστοποιούνται ή και απομυθοποιούνται ακόμα.
Εκείνο που θα πρέπει να προσέξει από εδώ και μπρος είναι να μην επηρεαστεί από τις αγωνιστικές απογοητεύσεις που πιθανότατα θα γίνουν στη δύσκολη συνέχεια της Ευρωλίγκας. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση η πρόκριση στο Top 16 θα κινδυνεύσει να μετατραπεί από ευχή σε κατάρα, και κάτι τέτοιο θα είναι πέρα για πέρα άδικο τόσο για την προσπάθεια που έχει κάνει μέχρι σήμερα όσο και για τις δυνατότητες που διαθέτει και θα κληθεί να καταθέσει από τη νέα περίοδο.