Πριν από δέκα χρόνια ένας φίλος δημοσιογράφος μού είχε πει: «Στη δεκαετία του '80 κάποιος αρχισυντάκτης σκέφτηκε ότι θα εντυπωσίαζε αν στην εφημερίδα του γράφανε τη λέξη "μαλάκας". Τη γράψανε. Ο κόσμος εντυπωσιάστηκε την πρώτη φορά. Από τη δεύτερη όμως και πέρα για την εντύπωση της μιας μέρας όλες οι εφημερίδες είχαν χάσει ένα κομμάτι της αξιοπιστίας τους. Για να φανεί ότι κάποιον λόγο είχαν οι παλιότεροι και δεν το κάνανε». Δέκα χρόνια αργότερα ακόμα και το «πιπί της αδελφής του» να γράψεις σε εφημερίδα, κανένας δεν πρόκειται να εντυπωσιαστεί. Και η κατρακύλα δεν έχει περιοριστεί στον λόγο...

Πριν από 30 χρόνια κανένας αθλητικογράφος δεν διανοούνταν να πει τι ομάδα είναι. Ακόμα και φόλα Ολυμπιακοί, όπως ο μακαρίτης Γιάννης Ζαδές, και ορκισμένοι Παναθηναϊκοί, όπως ο Κονταξής και ο Παπαζήσης, απέφευγαν να δηλώσουν την ομάδα τους. Αργότερα, με τον ερχομό των αθλητικογράφων-σταρ και το ενδιαφέρον του κοινού να μάθει την ομάδα τους, έγινε μόδα να δηλώνουν ουδέτερες φανέλες. Στην Ελλάδα, που το 75% ήταν Ολυμπιακοί και Παναθηναϊκοί, μόνο στους αθλητικογράφους το ίδιο ποσοστό ήταν Απολλωνιστές και Πανιώνιοι. Μια πρακτική αστεία, αφού κανένας δεν πίστευε αυτό που άκουγε. Ωσπου να φτάσουμε στη δεκαετία του '90 και την εποχή του αθλητικογράφου-οπαδού. Που ο αθλητικογράφος όχι μόνο δηλώνει στρατευμένος με μια ομάδα, αλλά προσθέτει ποιος είναι ο καλύτερος για να αγωνίζεται για το καλό της και κατά καιρούς γράφει ότι η διοίκηση πρέπει να κλείνει τις διαρροές στα αποδυτήρια. Φτάνοντας σε μια σταλινική λογική ότι η πληροφόρηση πρέπει να ελέγχεται.

Προσωπικά πιστεύω ότι ο μόνος δρόμος για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού είναι η ειλικρίνεια. Τα ποσοστά στους αθλητικογράφους δεν μπορούν να διαφέρουν από του υπόλοιπου κόσμου. Αν το 75% είναι ολυμπιακοπαναθηναϊκοί στον γενικό πληθυσμό, ίδιο ποσοστό θα είναι και στον αθλητικό Τύπο. Το να συμπαθείς μια ομάδα δημοσιογραφικά δεν είναι πρόβλημα. Το να χαίρεσαι δηλαδή όταν κερδίζει και να λυπάσαι όταν χάνει, ακόμα και όταν βγαίνει στην εικόνα ή στο χαρτί, είναι προσωπική υπόθεση. Το να «στηρίζεις» μια ομάδα, όμως, είναι. Γιατί τότε είτε με κείμενα στήριξης είτε με κείμενα μαύρης προπαγάνδας κατά των αντιπάλων στρατεύεσαι με τους στόχους της, πνίγεις ή δημοσιοποιείς γεγονότα ανάλογα με το αν τη συμφέρουν και χάνεις κάθε αξιοπιστία. Και αν υπάρχει κάτι που φοβούνται οι διοικήσεις και ο υπόκοσμος του ποδοσφαίρου, αυτό είναι ο ανεξάρτητος όχι από συμπάθειες, αλλά από εξαρτήσεις δημοσιογράφος. Οχι ο στρατευμένος στον αντίπαλο δημοσιογράφος, που τον λαμβάνουν υπόψη τους μόνο οι οπαδοί της ομάδας που στηρίζει, αλλά ο απρόβλεπτος, που τα γραφόμενά του μπορεί να βοηθούν τη μία φορά μια ομάδα και την επόμενη να της κάνουν ζημιά. Ολα τα ανωτέρω έπειτα από τρία περιστατικά που πληροφορήθηκα χθες.

Το πρώτο επεισόδιο ανήκει στην κατηγορία της απόλυτης μικρότητας και η είδηση δημοσιεύτηκε στο goalday.gr. στη στήλη του Βαγγέλη Μπραουδάκη. Σε μια φιλανθρωπική επίσκεψη παικτών του Παναθηναϊκού σε ίδρυμα που φιλοξενούνται παιδιά, στην αναμνηστική φωτογραφία, ένα από αυτά φορούσε φανέλα του ΠΑΟΚ. Ο συντάκτης ύλης της πολιτικής εφημερίδας που χρησιμοποίησε τη φωτογραφία σε ένα παραλήρημα παναθηναϊκοφροσύνης έσβησε στο photoshop το «Κ» από τη φανέλα του πιτσιρικά, δημιουργώντας μια νέα μαύρη φανέλα του Παναθηναϊκού.

Στο δεύτερο επεισόδιο η διοίκηση της ΠΑΕ Αρης, αφού κατηγορεί τους αθλητικούς συντάκτες της ΕΡΤ3 ως «επικίνδυνους» και «κρατικοδίαιτους», υποστηρίζει ότι εσκεμμένα έδωσαν λανθασμένες πληροφορίες στο δελτίο ειδήσεων. Πιο συγκεκριμένα, η διοίκηση του Αρη λέει ότι εσκεμμένα η ΕΤ3 παραπληροφόρησε το κοινό λέγοντας ότι ο Αμορόζο θα έρθει την Πέμπτη και όχι την Τετάρτη για να πάει λιγότερος κόσμος στο αεροδρόμιο.

Στο τρίτο επεισόδιο η κάμερα του Telecity εκδιώχθηκε από το γήπεδο της Ηλιούπολης στο ημίχρονο. Επειτα από επεισόδια μπροστά στον πάγκο του Παναιγιαλείου στα τέλη του πρώτου ημιχρόνου, κάποιοι κάφροι επιτέθηκαν στον κάμεραμαν του καναλιού και τον ανάγκασαν να φύγει από το γήπεδο. Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει οπτικό πειστήριο για το πώς το 0-1 του πρώτου ημιχρόνου υπέρ του Παναιγιάλειου μεταβλήθηκε σε 2-1 υπέρ της Ηλιούπολης στο τέλος. Και ας μου επιτραπεί να πιστεύω ότι ο λόγος που διώχτηκε η κάμερα δεν ήταν η πρόβλεψη ότι η Ηλιούπολη θα έπαιζε τόσο φοβερή μπάλα στο δεύτερο ημίχρονο, που οι τηλεθεατές δεν τυφλωνόντουσαν από το θέαμα...

Το ανησυχητικό στα δύο πρώτα γεγονότα δεν είναι αν πράγματι υπήρξε πρόθεση να συμβούν. Στην περίπτωση με τη φανέλα του ΠΑΟΚ αδυνατώ να πιστέψω ότι υπήρξε άνθρωπος του Παναθηναϊκού που το ζήτησε. Το αποτέλεσμα με μια μαύρη φανέλα που γράφει «ΠΑΟ» μάλλον προσβάλλει τον Παναθηναϊκό, παρά τον κολακεύει, ότι όλα τα πιτσιρίκια στο ίδρυμα ήταν οπαδοί του. Στην περίπτωση με το εσκεμμένο λάθος (αν έγινε) στον χρόνο άφιξης του Αμορόζο, ελάχιστοι οπαδοί θα μπορούσαν να επηρεαστούν. Ο τύπος του οπαδού που πηγαίνει για υποδοχή στο αεροδρόμιο δεν είναι εκείνος που περιμένει τα αθλητικά στο τέλος των ειδήσεων για να μάθει την ώρα. Και αν η ώρα άφιξης δεν συνοδευόταν από περισσότερο κείμενο για αλλαγή της ώρας, το πιθανότερο είναι να πρόκειται για ένα λάθος διογκωμένο από την ατμόσφαιρα του θερμοκηπίου που υπάρχει στα δημοσιογραφικο-οπαδικά θέματα της Θεσσαλονίκης. Το τρίτο όμως επεισόδιο είναι το ανησυχητικότερο από πολλές σκοπιές.

Πρώτον, από τη σκοπιά της εκ προμελέτης βίας. Από τις διαδηλώσεις με τους κουκουλοφόρους μέχρι τα επεισόδια των γηπέδων, οι επιθέσεις σε τηλεοπτικά συνεργεία πάντοτε ακολουθούνται από γηπεδικές καφρίες. Μια αξέχαστη εικόνα από επίθεση σε δημοσιογράφους ήταν εκείνη του σκελετωμένου οπαδού του Αρη, που την εποχή της αναρχίας στου Χαριλάου έσπαγε τα τζάμια των booth με τσιμεντόβεργα, με τους αστυνομικούς να τον παρακολουθούν.

Δεύτερον, τον ρόλο της Αστυνομίας. Οπως στου Χαριλάου οι αστυνομικοί παρακολουθούσαν τον χάλια να σπάει τα booth, έτσι και στην Ηλιούπολη η Αστυνομία δεν μπόρεσε να διασφαλίσει την παρουσία του κάμεραμαν για να κάνει τη δουλειά του. Επειδή λοιπόν η κάμερα ήταν του Telecity και ιδιοκτήτης του καναλιού είναι ο Γιώργος Καρατζαφέρης, αναμένονται με ενδιαφέρον οι αντιδράσεις. Πρώτον, για την ανεύρεση εκείνων που επιτέθηκαν στο συνεργείο. Δεύτερον και πιο σημαντικό, για να εξιχνιασθεί η ανύπαρκτη αντίδραση της Αστυνομίας. Το ενδιαφέρον είναι αν οι αστυνομικοί δεν μπόρεσαν να προστατέψουν τον κάμεραμαν επειδή είναι ανίκανοι ή αν δεν σκίστηκαν να τον προστατέψουν επειδή δεν ήθελαν να τσακωθούν με αυτούς που του επιτέθηκαν. Και το πιο ενδιαφέρον από όλα είναι, αν συνέβη το δεύτερο, από πού προκύπτει η γνωριμία. Από το σχολείο; Από βαφτίσια; Από την παραλία; Και αν ο αρχηγός οποιουδήποτε πολιτικού κόμματος έχει ένα λόγο να εξιχνιάσει την επίθεση, ο Γιώργος Καρατζαφέρης έχει δέκα. Αν η φιλοσοφία σου είναι «νόμος και τάξη», ο νόμος πάει περίπατο και εσύ σφυρίζεις αδιάφορα, σημαίνει ότι τα λόγια σου μετρούν μόνο την ώρα της κάλπης. Και αν ένας αρχηγός κόμματος δεν μπορεί να προστατέψει τους ανθρώπους του, εμείς οι υπόλοιποι μήπως πρέπει να ψαχνόμαστε να βρούμε κάποια πιο ασφαλή χώρα;

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube