«Οι παίκτες είναι σαν τα φρούτα. Αν έχεις πολλά μαζεμένα και μερικά σαπίσουν, θα χαλάσουν και τα υπόλοιπα». Το είπε κάποτε ο Μουρίνιο. Κορνιζαρισμένο, το απόφθεγμα θα μπορούσε να κοσμεί τα δωμάτια όσων εμπνεύστηκαν τη στρατηγική του μικρού και ευέλικτου ρόστερ στον Ολυμπιακό. Μόνο που η λογική της ρήσης Μουρίνιο θεμελιώνεται σε δύο αυτονόητα προαπαιτούμενα. Πρώτο: στο καφάσι με τα φρούτα δεν θα υπάρχουν κενά. Είτε είσαι παραγωγός είτε έμπορος, εάν το πλεόνασμα εγκυμονεί «πονοκεφάλους», το έλλειμμα κομίζει αδιέξοδα. Πολύ χειρότερο, αυτό. Δεύτερο: εάν χρειάζεσαι μήλα, δεν θα βρίσκεσαι στη δυσάρεστη θέση να απλώνεις το χέρι και να πιάνεις πορτοκάλια.
Στον Ολυμπιακό η δεύτερη (τουλάχιστον) προϋπόθεση δεν ισχύει. Το καίριο ερώτημα δεν είναι «πόσοι παίκτες θεωρούνται αρκετοί;», αλλά το εάν οι εκάστοτε αναπληρωματικοί διαθέτουν αγωνιστικά χαρακτηριστικά παρόμοια με εκείνα των βασικών. Διαφορετικά, το πράγμα μπερδεύεται και μπερδεύει. Σε κάθε ομάδα του κόσμου τα «πρωτοκλασάτα» μήλα και τα back up τους τα χωρίζει κάποια διαφορά ποιότητας – μεγάλη, τεράστια ή μικρή. Αλλο όμως αυτό κι άλλο να αναγκάζεται ο προπονητής να χρίζει «μήλα» τα κορόμηλα – σε μια... ζαχαρούχα εκδοχή της τακτικής των καλόγερων του Μεσαίωνα που βάφτιζαν «ψάρι» το κρέας.
Εάν από τον Παναθηναϊκό λείψουν ταυτοχρόνως Μάτος και Καραγκούνης, θα επιστρατευθούν παίκτες εξειδικευμένοι στη δουλειά του ανασταλτικού χαφ. Μπορεί η προσφορά τους να υστερήσει (σε μία ημέρα ή σε μία... αιωνιότητα –άλλο θέμα αυτό) από καθόλου έως πολύ. Σε ποιότητα, σιγουριά, εμπειρία. Δεν θα πρόκειται όμως για ξαφνική «μετάταξη» σε άλλον τομέα. Αντιθέτως στον Ολυμπιακό, όπως επισήμανε χθες ο Πανούτσος, οι ταυτόχρονες απουσίες των Λεντέσμα και Στολτίδη ώθησαν –στο κυριακάτικο ντέρμπι– στην επιστράτευση κατά συνθήκη αμυντικών χαφ, αλλά και στον εξαναγκασμό του Τζόρτζεβιτς να επιδίδεται σε κάτι πέρα από τη… φύση του. Υπό αυτές τις συνθήκες, πόσο πιθανό ήταν να κάνει ο «Τζόλε» ανεκτά κι εκείνα που άπτονται των δεξιοτήτων του; Οχι και πολύ.
Κάπως έτσι, το «μικρό και ευέλικτο ρόστερ» στερείται (και) ευελιξίας. Δεν τεκμαίρονται ευελιξία τα υποκατάστατα. Ούτε το ιδιότυπο φραστικό… rotation, όχι προσώπων, αλλά τομέων εργασίας: «Είναι μπακ – σήμερα θα γίνει χαφ». Είναι, λοιπόν, παράλογη η ιδέα του «συγκρατημένου» ρόστερ; Επί της αρχής, ασφαλώς όχι. Τον «μέντορα» Μουρίνιο, άλλωστε, για πολλά μπορείς να τον κατηγορήσεις, όχι όμως και για άγνοια ή παραλογισμό. Το θέμα ως προς τον Ολυμπιακό τίθεται κάπως διαφορετικά: το (τόσο) μικρό και (τόσο) αργά εμπλουτιζόμενο ρόστερ θα μπορούσε κάλλιστα να φανερώνει τη στρατηγική «βλέποντας και κάνοντας».Προσέξτε: αντί να ξοδευόμαστε –και να ξοδεύουμε– σε δύο ταμπλό, στη μέριμνα για τους «πρωτοκλασάτους» και για το βάθος πάγκου, επικεντρώνουμε αρχικώς το ενδιαφέρον μας σε παίκτες που ευελπιστούμε ότι θα ενταχθούν στην πρώτη κατηγορία. Σε βάθος χρόνου βλέπουμε ποιος «βγαίνει» και ποιος όχι, εκτιμάμε και «πόσα απίδια πιάνει ο σάκος» καθενός από τους πιτσιρικάδες και αναλόγως κινούμαστε για τα περαιτέρω.
Παράλογη στρατηγική; Οχι. Ισως μάλιστα να είναι και πιο οικονομική. Προϋποθέτει, όμως, κάτι: να αντιμετωπισθεί η φετινή σεζόν ως πειραματική-μεταβατική. Δίχως το άγχος μην τυχόν και δεν κατακτηθεί ο… ενδέκατος τίτλος στα τελευταία δώδεκα χρόνια! Αν είσαι ΠΑΕ Ολυμπιακός εύκολα το κατανοείς αυτό, δύσκολα όμως το αφήνεις να εννοηθεί. Η ουσία μένει αναλλοίωτη: το μικρό ρόστερ απορρέει είτε από λανθασμένους υπολογισμούς είτε από ένα ανομολόγητο, «υπομονετικό» χρονοδιάγραμμα που εξαλείφει τα «ή ταν ή επί τας» της φετινής σεζόν. Διακρίνει κανείς άλλη εξήγηση;