Η λογική του 4-3-3 υπήρξε, στη σεζόν του Ολυμπιακού, η σωτήρια ιδέα-κλειδί που άνοιξε τον παράδεισο του Τσάμπιονς Λιγκ. Αποδείχθηκε αποτελεσματικό εργαλείο νέας αγωνιστικής νοοτροπίας και, ως εκ τούτης, επιτυχίας. Η λογική του 4-3-3 δεν είναι, όμως, το... κόκκινο βιβλιαράκι του Μάο. Δεν είναι, καν, το (καινούργιο) κοσκινάκι που δεν ξέρεις, απ' τη χαρά σου, πού να το κρεμάσεις για να το επιδείξεις. Δεν είναι, στο τέλος της ημέρας, κάτι το αδιαπραγμάτευτο. Θέσφατο...
Μεγάλος προπονητής σημαίνει (εκτός από... χίλια-δυο άλλα) ευελιξία να σταθμίζει κανείς με ακρίβεια τι διαθέτει την κάθε φορά, τι δεν διαθέτει, τι διαθέτει ή τι δεν διαθέτει (την ίδια αυτή φορά) ο αντίπαλος. Σημαίνει, επίσης, δουλειά που διατηρεί την ομάδα σε κατάσταση ετοιμότητας ώστε, καλά εκπαιδευμένη, να ελίσσεται ανάμεσα (και να προσαρμόζεται με ευχέρεια) στους διαφορετικούς, συμβατούς με τις ειδικές ανάγκες του εκάστοτε παιγνιδιού, σχηματισμούς.
Ο Ολυμπιακός δίχως τον Λεδέσμα και τον Στολτίδη δεν είναι, αμέσως αμέσως, κακή ομάδα. Ο Ολυμπιακός δίχως τον Λεδέσμα και τον Στολτίδη είναι, απλώς, ομάδα που δεν γίνεται να παίξει με τρεις κεντρικούς μέσους (όπως είχε παίξει τον Σεπτέμβριο στη λεωφόρο Αλεξάνδρας με τρίο Λεδέσμα, Τοροσίδη, Στολτίδη). Δεν γίνεται να παίξει με τρεις κεντρικούς μέσους, διότι... δεν τους έχει. Είχε, την Κυριακή, μόνον έναν: τον Πατσατζόγλου. Οτι γέμισε τις άλλες δύο θέσεις με τον Τζόρτζεβιτς και τον Μενδρινό, αυτό θύμισε σκεπτικό προκρούστειας κλίνης.
Στο Καυτανζόγλειο, πριν από το ντέρμπι, με 4-3-3 ήταν 1-0. Με 4-4-2 (μόνο δύο, αντί τρεις, στον άξονα, δύο στο πλάι της επίθεσης, δύο φορ) ήλθε το 1-2. Επενδύεις στα όπλα σου, όχι στα ελλείμματά σου, είναι όσο απλό ακούγεται. Προχθές ο Ολυμπιακός είχε τρεις στον άξονα, ο Παναθηναϊκός δύο, αλλ' ο Παναθηναϊκός φαινόταν σαν να έχει... πέντε. Ο Μενδρινός, εδώ, περίττευε. Η θέση του Λούα Λούα ήταν δίπλα στον Κοβάτσεβιτς. Και για τ' αριστερά υπήρχαν (δεν θέλω να μπω σε ονοματολογία και προσωπικές προτιμήσεις) ο όποιος Νούνιες ή Σίσιτς.
Ο Σίσιτς σηκώθηκε απ' τον πάγκο, μονάχα αυτός, για προθέρμανση μετά το γκολ του Ν'Ντόι. Τι πιο φυσιολογικό; Με τον αρχικό σχηματισμό, το νούμερο ένα προβλέψιμο πράγμα του ματς ήταν η αρρυθμία του Ολυμπιακού. Επενδύοντας στα όπλα, και όχι στα ελλείμματα, ο μονόδρομος των «κόκκινων» ήταν να παίξουν 4-4-2 και να κάνουν τον αγώνα... ροντέο. Μες στο Καραϊσκάκη, με την ώθηση της εξέδρας, ένας λόγος παραπάνω. Το 'καναν, ούτως ή άλλως, μετά το πέναλτι του Παπαδόπουλου. Και πάλι, ελάχιστα με τον Κονγκολέζο δίπλα στον Κοβάτσεβιτς. Περισσότερο (χρονικό διάστημα), με τον Κωνσταντίνου.
Ο Πεσέιρο δεν είχε λόγους ν' αποκλίνει απ' το «δικό του» 4-4-2. Διότι, παρά τις δύο απουσίες (Μαρσέλο Μάτος και Μόρις), διέθετε πλεόνασμα λύσεων. Βασικών και εναλλακτικών. Τις βασικές, τις χρησιμοποίησε «με λογισμό και όραμα». Με ρεαλισμό και φαντασία. Τις εναλλακτικές, ενδεχομένως, όχι και τόσο. Η εικόνα του εμβρόντητου Σαλπιγγίδη, την ώρα που βλέπει τη φωτεινή πινακίδα με τον αριθμό της φανέλας του γι' αντικατάσταση, έλεγε (ενώ ο στράικερ δεν έβγαλε λέξη) πολλά.
Η χρήση των λύσεων, για να πάμε και στη μοναδική ένσταση ως προς τις βασικές, κρίνεται πάντοτε «στις συνθήκες». Στον πρώτο γύρο ο Πεσέιρο επικρίθηκε για την επιλογή να στείλει στην άκρη της μεσαίας γραμμής τον Καραγκούνη. Είχα πάρει, τότε, τα κομμάτια του. Ηταν έξοχη επιλογή, διότι έτσι ο Καραγκούνης απέφευγε το σκληρό τρίγωνο (Λεδέσμα, Στολτίδης, Τοροσίδης) περνώντας... περιφερειακά απ' αυτό. Επιπλέον, στην άκρη πράγματι έφθειρε. Κέρδισε φάουλ, κέρδισε κάρτες.
Εδώ ωστόσο, δίχως Λεδέσμα και Στολτίδη, η θέση του ήταν στον άξονα. Δίπλα στον Τζιόλη. Να τρέχει «σαν Σιμάο». Κι από πάνω, να κάνει τις κάθετες εφορμήσεις που θα «σκόρπιζαν» τις εύθραυστες αμυντικές ισορροπίες των γηπεδούχων. Δεξιά, ας έπαιζε (και πάλι δίχως διάθεση ονοματολογίας ή προσωπικών προτιμήσεων) ο όποιος Παπαδόπουλος ή Νίνης. Στο πλάι, ο Καραγκούνης (κατ)αναλώθηκε να... μαλώνει, ένας εναντίον ενός, με τον Πάντο. Ασκοπο μπρα ντε φερ. Ανώφελο. Αδιέξοδο. Παραλίγο να το πληρώσουν κιόλας. Η ευκαιρία του Κοβάτσεβιτς, στο ξεκίνημα του β' μέρους, βγαίνει από μια τέτοια μονομαχία.
Είναι τροφή για σκέψεις. Δίχως ιδιαίτερη σημασία, εάν ήταν μόνο σκέψεις «εκ των υστέρων». Πιο ενδιαφέρουσα, όσο να 'ναι, εν όψει του αυριανού ραντεβού...