Στα τέλη του 19ου αιώνα στις βιομηχανικές χώρες τις Ευρώπης εμφανίστηκε ένα κίνημα που με διάφορες μορφές επιζεί ακόμα και στις μέρες μας. Το κίνημα των μηδενιστών, που υποστήριζε ότι δεν μπορεί να υπάρξει θεραπεία στην κοινωνική αδικία πριν τα πάντα καταστραφούν. Οι μηδενιστές, που συχνά τους μπλέκουν με τους αναρχικούς, έδρασαν κυρίως στη Γαλλία, όπου το όνομα του Εμίλ Ανρί, ο οποίος πέταξε μία βόμβα με καρφιά στο Cafe Terminus, σκοτώνοντας έναν θαμώνα και τραυματίζοντας 20, έγινε σύνθημα για το μηδενιστικό κίνημα. Εάν υπάρχει κάτι ανησυχητικό για τον Παναθηναϊκό σήμερα είναι τα μηδενιστικά φαινόμενα τμήματος των οπαδών του.
Σήμερα στον Παναθηναϊκό υπάρχουν πέντε βασικές κατηγορίες οπαδών. Αυτοί που πιστεύουν ότι ο Τζίγκερ κάνει σχεδόν τα πάντα σωστά, αλλά προδίδεται από μια πέμπτη φάλαγγα και από αχάριστους παίκτες που παίρνουν ένα κάρο λεφτά, δίνοντας ελάχιστα. Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτοί που πιστεύουν ότι ο Γιάννης Βαρδινογιάννης κάνει λάθη, αλλά έχει τη δυνατότητα να ξαναφτιάξει έναν δυνατό Παναθηναϊκό. Η τρίτη κατηγορία είναι αυτοί που πιστεύουν ότι ο Βαρδινογιάννης πρέπει να φύγει και ο Παναθηναϊκός θα γίνει δυνατός στα χέρια του Παύλου Γιαννακόπουλου. Η τέταρτη είναι αυτοί που έχουν σταματήσει να ασχολούνται ενεργά και ενίοτε παρακολουθούν κάποιο ματς στην τηλεόραση. Και η πέμπτη και τελευταία είναι αυτοί που συνεχίζουν λίγο ή πολύ να ασχολούνται χωρίς όμως να πιστεύουν ότι ο Παναθηναϊκός έχει μέλλον ούτε με τον Βαρδινογιάννη ούτε με τον Γιαννακόπουλο. Είναι εκείνοι που όταν ο Παναθηναϊκός κερδίζει πέναλτι προσεύχονται να βγει έξω και όταν ο Παναθηναϊκός παίζει ντέρμπι προσεύχονται να χάσει. Το σκεφτόμουν διαβάζοντας το mail του αναγνώστη Δ.Β. Που ολοκληρωνόταν με τη φράση «Γίνεται ο γαύρος να μας ρίξει 5 γκολ έτσι ώστε να ξεσηκωθεί ο κίσμος; Αν νικήσουμε... θα βγει και από πάνω ο ηλίθιος και άντε μετά να βγάλεις άκρη... Δεν πρέπει να νικήσουμε...». Οταν ένας οπαδός παρακαλάει να χάσει η ομάδα του, μια διοίκηση πρέπει να προβληματιστεί. Και κυρίως να καταλάβει ότι η λύση στο πρόβλημα με τους οπαδούς δεν είναι ο αποκλεισμός τους από το γήπεδο.
Τις προάλλες ο «Κάρπετ» μού έλεγε ότι σε συζήτηση που είχε με άνθρωπο κοντά στη διοίκηση του Παναθηναϊκού τον άκουσε να λέει «Γίνεται να φτιάξουμε ένα γήπεδο των δυόμισι χιλιάδων θεατών στον Βοτανικό, να γλιτώσουμε από όλους αυτούς που έρχονται στο γήπεδο μόνο για να μουρμουράνε;». Χωρίς βέβαια η γνώμη να αντιπροσωπεύει την άποψη της διοίκησης η φράση έχει ένα ενδιαφέρον σημείο. Το δυόμισι. Εστω και με μια δόση υπερβολής, όταν μια ομάδα θεωρεί ότι έχει μόνο δυόμισι χιλιάδες οπαδούς που γουστάρει να βλέπει στο γήπεδο, συμβαίνουν δύο τινά. Είτε οι οπαδοί της ομάδας είναι μυστήριοι, είτε η ομάδα ζητάει περίεργα πράγματα από τους οπαδούς που γουστάρει. Ας μου επιτραπεί να πιστεύω ότι στον Παναθηναϊκό συμβαίνει το δεύτερο.
Μια από τις πιο γελοίες απαιτήσεις των διοικήσεων και των παικτών όλων των ομάδων είναι ότι ο οπαδός πρέπει να επευφημεί τους παίκτες όχι μόνο στις καλές αλλά και στις κακές στιγμές τους. Αυτό που δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω είναι αν ο οπαδός χειροκροτεί τους παίκτες στις κακές μέρες τους τότε πότε τους αποδοκιμάζει; Στις καλές; Η σωστή προσέγγιση είναι ότι οι οπαδοί πρέπει να χειροκροτούν τους παίκτες όταν παίζουν καλά, όταν παίζουν καλά, αλλά η δυναμικότητα των αντιπάλων ή η ατυχία δεν τους επέτρεψε να νικήσουν, ενώ πρέπει να τους αποδοκιμάζουν αν πιστεύουν ότι παίζουν κάτω από τις δυνατότητές τους. Φυσικά το αποδοκιμάζω δεν σημαίνει ότι βρίζω τη μάνα του άλλου. Ενα «ου,ου,ου» και το εκάστοτε «μαλάκα», που στην Αγγλία είναι το «wanker» και δεν είναι τόσο σπάνιο, είναι υπεραρκετά για να περάσει το μήνυμα. Στον Παναθηναϊκό όμως έχουν φτάσει στο άλλο άκρο.
Ο σωστός κατά τη διοίκηση οπαδός του Παναθηναϊκού πρέπει να χειροκροτεί τον Βύντρα και τον κάθε Βύντρα, να πιστεύει ότι η ομάδα απειλείται από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς, να αποδέχεται την αξία του Βέλιτς πριν γίνει η πρώτη μεταγραφή και να διαβάζει τις σωστές εφημερίδες, αφήνοντας την κρίση του στους αρθρογράφους της. Επειδή λοιπόν τέτοιους οπαδούς δεν είχε τη φαντασίωση ότι θα βρει ούτε ο Στάλιν στις δόξες του, ο Παναθηναϊκός γιόρτασε τα 100 χρόνια του όπως τα γιόρτασε πριν από μία εβδομάδα. Χωρίς να μπορέσει να γεμίσει τη Λεωφόρο των 14 χιλιάδων θέσεων, με τη μεγαλύτερη επέτειο της ιστορίας του να καλύπτεται από τις δηλώσεις του υπεύθυνου επικοινωνίας του για την αδάμαστη θέλησή του να μην υποχωρήσει στην τρομοκρατία των «κακών» οργανωμένων.
Δεν ανήκω στην κατηγορία των φιλάθλων που πιστεύουν ότι ο Γιάννης Βαρδινογιάννης είναι η καταστροφή του Παναθηναϊκού. Τον θεωρώ ένα κατά βάση αξιοπρεπή άνθρωπο, που χρειάστηκε μετά τη Ριζούπολη να πέσει στα βαθιά σε ένα άθλημα με το οποίο δεν είχε ασχοληθεί σοβαρά. Εναν ειλικρινή άνθρωπο που προσπαθώντας να γίνει «one of the boys» μπορεί να παρασυρθεί σε άγαρμπες δηλώσεις, όπως η πρόσφατη για τον Ολυμπιακό. Την ίδια γνώμη ξέρω ότι έχει για τον Τζίγκερ και ο Πέτρος Κόκκαλης. Είναι και ένας από τους λόγους που ο Ολυμπιακός δεν αντέδρασε στα λόγια του Τζίγκερ, που στον Ολυμπιακό τα θεώρησαν σαν μια ατυχή προσπάθεια για χαριτωμενιές. Από την άλλη, ο Τζίγκερ πρέπει να αποφασίσει αν θέλει τους οπαδούς του Παναθηναϊκούς, όλους εκτός από πεντακόσιους, χίλιους περίεργους ή θέλει να φτιάξει καινούργιους που να τους γουστάρει. Για υπόδειγμα να έχει την ΑΕΚ του Ντέμη Νικολαΐδη, που η κερκίδα της ήταν πολύ πιο επεισοδιακή από αυτή του Παναθηναϊκού, αλλά μπόρεσε να ηρεμήσει με μια λογική προσέγγιση, λίγη αγάπη και χωρίς Proderm. Αλλιώς θα έχει τους οπαδούς που θέλει. Αλλά αμφιβάλλω ότι ο Παναθηναϊκός θα χρειάζεται γήπεδο με τόσο μεγάλη χωρητικότητα όπως των δυόμισι χιλιάδων.
Ολα τα ανωτέρω δεν σημαίνουν αγωνιστικά τίποτα. Οι περί gay Ολυμπιακού δηλώσεις θα ανάψουν το Καραϊσκάκη, αλλά θα ξεχαστούν δύο λεπτά μετά το σφύριγμα της έναρξης του ματς. Από εκεί και πέρα, οι οπαδοί του Ολυμπιακού μπορεί να θυμηθούν τις δηλώσεις του Τζίγκερ σκωπτικά αν κερδίσει η ομάδα τους ή επεισοδιακά αν χάσει, κάτι που στη δεύτερη περίπτωση η συμπεριφορά μάλλον θα βολεύει τον Παναθηναϊκό. Αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι οι μεγάλες ομάδες παίρνουν περισσότερες φορές καλά αποτελέσματα όταν δεν συνοδεύονται στα εκτός έδρας ματς από τους οπαδούς τους για να ξυπνάνε τους αντιπάλους, το ντέρμπι είναι ανοιχτό σε κάθε αποτέλεσμα. Το πρόβλημα για τη διοίκηση του Παναθηναϊκού δεν είναι πώς θα νικήσει τον Ολυμπιακό, αλλά πώς θα κερδίσει την αγάπη των οπαδών του. Και όπως είχε γράψει ο Μαρκ Τουέιν, «οι μύγες πιάνονται με τη ζάχαρη και όχι με το αλάτι».