Ο Νίκος ο Τζαντζαράς έχει κάνει μία από τις ορθότερες παρατηρήσεις που έχουν γίνει από Ελληνα ποδοσφαιρόφιλο. Εχει πει ότι οι ελληνικές ομάδες μοιάζουν πάρα πολύ στους ανθρώπους που τις διοικούν, δηλαδή στους προέδρους τους και στους μεγαλομετόχους τους –εκτός αν έχουν έναν προπονητή που είναι πολύ ιδιαίτερη περίπτωση (όπως ο Αγγελος Αναστασιάδης π.χ. ή ο Ντούσαν Μπάγεβιτς), οπότε μοιάζουν σε αυτόν. Βρήκα τον συλλογισμό ορθότατο και τον δικαιολόγησα κιόλας. Αυτό συμβαίνει διότι συνήθως οι πρόεδροι και οι μεγαλομέτοχοι επιλέγουν τους συνεργάτες που φτιάχνουν την ομάδα με βάση τον δικό τους ψυχισμό και όχι απαραίτητα το γούστο τους.
Γούστο
Το να φτιάξεις μια ομάδα του γούστου σου επιβάλλει δύο πράγματα δύσκολα: το ένα είναι να έχεις γούστο και το δεύτερο να ξέρεις πώς θα το ικανοποιήσεις. Στην Μπαρτσελόνα π.χ. υπάρχει ποδοσφαιρικό γούστο: θέλουν όλοι η ομάδα να παίζει με ένα δεδομένο τρόπο, ανοιχτά, επιθετικά και ελαφρόμυαλα. Στη Γιουβέντους, από την άλλη, οι Ανιέλι όσο διοικούσαν ήθελαν μια ομάδα σφιχτή και σοβαρή. Στην Ελλάδα τέτοιες επιλογές είναι δύσκολο να γίνουν και ακόμα περισσότερο δύσκολο να υποστηριχθούν. Μπορεί π.χ. κάποιος πρόεδρος να γουστάρει η ομάδα του να παίζει ανοιχτό ποδόσφαιρο: είναι αμφίβολο αν έχει υπ' όψιν έναν προπονητή που να μπορεί αυτό να το διδάξει. Οπότε ο πρόεδρος, όποιος κι αν είναι, ακολουθεί την πεπατημένη: ψάχνει ανθρώπους που να τον καταλαβαίνουν και να τον σέβονται και αυτοί συνήθως του φτιάχνουν μια ομάδα κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν.
Εικόνα
Ο Ολυμπιακός του Σωκράτη Κόκκαλη π.χ. και ο Ολυμπιακός του Πέτρου Κόκκαλη είναι δύο διαφορετικές ομάδες. Ο Ολυμπιακός του Σωκράτη είχε πιο πολύ νεύρο, πιο πολύ τσαμπουκά, ίσως και λίγη αλαζονεία στο παιχνίδι του: όχι τυχαία, εκεί που αυτά δεν περνούσαν, στην Ευρώπη π.χ., έσπαγε τα μούτρα του! Ο Ολυμπιακός του Πέτρου είναι πιο χαλαρός, κουβαλάει λιγότερη ένταση, όμως ως ομάδα μοιάζει πιο διαβασμένη, αν και λιγότερο ηλεκτρισμένη: όχι τυχαία, έκανε «διπλό» στο Τσάμπιονς Λιγκ και θα ήταν χωρίς νίκη εκτός Αθήνας αν ο Βλάχος δεν είχε σηκώσει τη σημαία στο Καυταντζόγλειο. Ο ΠΑΟ, από την άλλη, ως εικόνα ομάδας κουβαλάει τα καλά και τα στραβά του Τζίγκερ. Είναι μια ομάδα που δουλεύει, προσπαθεί, «σκοτώνεται», αλλά δεν μοιάζει να απολαμβάνει το παιχνίδι: έχει καλά στοιχεία, αλλά και μια μουντάδα. Ο ΠΑΟΚ του Ζαγοράκη παίζει καλά στην Τούμπα, εκεί που τον αγαπάνε, και εκτός είναι λίγο μπερδεμένος, όπως περίπου και ο Θοδωρής στα διοικητικά: υπάρχει θέληση, αλλά και σύγχυση. Ο Αστέρας Τρίπολης κουβαλάει το μυστήριο των ιδιοκτητών του: είναι μια διαρκής έκπληξη. Ο Αρης έχει την πειθαρχία του Ντούσαν αλλά και μια μεγάλη δόση από την πολλές φορές ανυπόφορη σοβαροφάνειά του. Η Λάρισα, που χθες με την Καλαμαριά έχασε οκτώ ευκαιρίες για γκολ, έχει πολλή από τη γενικότερη ανησυχία που χαρακτηρίζει επιχειρηματικά τον Κώστα Πηλαδάκη: το παιχνίδι της έχει ένα διαρκές ρίσκο. Ο Πανιώνιος έχει τη γερμανικότητα του Λίνεν, που υποθέτω ότι την εκτιμά και ο Τσακίρης: δεν υπάρχουν περιθώρια για χαλαρότητες όταν παίζουμε τα λεφτά μας, αλλά από την άλλη δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι. Ο Ηρακλής, με τα πάνω του και τα κάτω του, είναι ακόμα του Σπανουδάκη, ίσως και του Μυτιληναίου –σίγουρα δεν είναι του Ρέμου. Οταν αρχίσει και του μοιάζει, θα γίνει πιο πρόσχαρος –ίσως και πιο «τρελοκομείο».
Χαρακτήρας
Η ΑΕΚ του Ντέμη φοβάμαι ότι δεν έχει βρει χαρακτήρα. Σίγουρα δεν έχει τον χαρακτήρα του Νικολαΐδη, δεν έχει τη μεθοδικότητά του, την εσωστρέφειά του, τη φιλοδοξία του, την ξεροκεφαλιά του. Δεν έχει, επίσης, ως ομάδα μια πίστη και μια φλόγα –πράγματα που τον Ντέμη τον χαρακτηρίζουν. Η ΑΕΚ του Σάντος έμοιαζε τουλάχιστον στον Σάντος. Δεν ήταν ωραία να τη βλέπεις, αλλά χαρακτηριζόταν από την τεράστια εντός γηπέδου εργατικότητα και ήταν μια ομάδα σκληρόψυχη. Προλετάρισσα ίσως, αλλά σίγουρα αγωνίστρια. Θυμόσαστε πόσα ματς κέρδιζε στο 90'; Η τωρινή ΑΕΚ δεν έχει αυτό το χαρακτηριστικό κι ας έχει αρκετούς που δούλεψαν με τον μαστρο-Σάντος. Τα μαθήματα του Πορτογάλου (που σε κάποιες περιπτώσεις πέρυσι της ήταν χρήσιμα) φέτος ξεχάστηκαν εντελώς.
Φερέρ
Κάποιος θα πει ότι η ΑΕΚ μοιάζει στον Φερέρ. Δεν συμφωνώ. Η ΑΕΚ δεν έχει ούτε το τουπέ του Ισπανού προπονητή ούτε μοιάζει κακιασμένη, όπως ο «Δον Λορένσο» όταν χάνει και δεν κρατάει τα νεύρα του. Η σχέση των παικτών της ΑΕΚ με τον προπονητή τους, από αυτό που φαίνεται στο γήπεδο, είναι μια σχέση συνύπαρξης, που μόνο οι νίκες την κάνουν καμιά φορά αρμονική. Οι παίκτες της ΑΕΚ, από αυτό που βλέπω, δεν παίζουν ούτε για τον προπονητή τους ούτε για να αποδείξουν κάτι σε αυτόν: παίζουν απλώς για να νικήσουν τον αντίπαλο, χωρίς μάλιστα να χαίρονται ιδιαίτερα το παιχνίδι.
Ηττες
Αν ήμουν ο Νικολαΐδης, θα ανησυχούσα όχι για τις ήττες της ΑΕΚ (οι πιο πολλές έχουν την απλούστερη των εξηγήσεων: η ομάδα δεν έπαιξε καλά), αλλά για το γεγονός ότι ο προπονητής στον οποίο έχω κάνει πέντε χρόνια συμβόλαιο δεν έχει καταφέρει να βάλει τη σφραγίδα του. Οχι διότι δεν έχει παίκτες, αλλά γιατί δεν τους κερδίζει…
Καφριλίκι
Μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει η περίφημη δήλωση του Γιάννη Βαρδινογιάννη στην κοπή της πίτας του ΠΑΟ. Θλίψη κυρίως για την έκπτωση του λόγου.
Ηθικολόγος δεν είμαι και όπως δεν σκανδαλίστηκα όταν ο Σωκράτης Κόκκαλης φώναζε «κότες» και «πελάτες» τους παίκτες και τους οπαδούς του ΠΑΟ, έτσι δεν σκανδαλίστηκα και χθες όταν διάβασα τι είπε ο Τζίγκερ. Ο καθένας μπορεί να εκφράζεται όπως θέλει, πόσω μάλλον όταν δέχεται και χειροκροτήματα από το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Από την άλλη, το πώς κάποιος εκφράζεται μαρτυρά και το πώς προσεγγίζει τα πράγματα: αν το οπαδικό συναίσθημα του Γιάννη Βαρδινογιάννη εκφράζεται με τέτοιο παράταιρο για τον μεγάλο σύλλογο που λέγεται Παναθηναϊκός τρόπο, τότε υπάρχει πρόβλημα αισθητικής.
Η έκφραση του οπαδισμού δεν είναι κατακριτέα –το πρόβλημα είναι το πώς αυτή γίνεται. Ο Λάμπρος Σκόρδας π.χ. είναι οπαδός. Τον θυμάμαι να κάνει βόλτα στην «Αλιάνζ Αρίνα» με ένα τεράστιο κασκόλ του Αρη και να χειροκροτεί την εξέδρα της ομάδας: η σκηνή προκαλούσε βαθιά συμπάθεια για τον άνθρωπο, που εμφανώς απολάμβανε τη στιγμή. Το να βρίζεις τον Ολυμπιακό (με τον οποίο κατά τα άλλα περπατάς χέρι χέρι στη Σούπερ Λίγκα εδώ κι ένα χρόνο) τη στιγμή της κοπής της πρωτοχρονιάτικης πίτας σου δεν μου μοιάζει με απόλαυση –πρόκειται μάλλον για βίτσιο.
Δεν θέλω καν να πιστεύω ότι ο Τζίγκερ έκανε τη δήλωση για να δείξει το παναθηναϊκό οπαδικό του φρόνημα. Οταν κάποιος ιδιοκτήτης ομάδας έχει μέσα στο κεφάλι του ως στερεότυπο φιγούρας οπαδού ένα είδος ανθρώπου που βρίζει τον αντίπαλο ακόμα και σε κοινωνικές εκδηλώσεις, μάλλον δεν πάμε καλά. Για μένα ένας τέτοιου τύπου άρρωστος άνθρωπος, που δηλώνει οπαδός για να βρίζει, να πωρώνεται, να βιαιοπραγεί, δεν θα 'πρεπε να βρίσκει χώρο στο γήπεδο: αλίμονο αν οι πρόεδροι υιοθετούν και το life style του!
Ευτυχώς, αυτή η ατυχέστατη δήλωση χθες κάπως μαζεύτηκε. Διαφορετικά, θα υποπτευόμουν πως ο Τζίγκερ ζήλεψε προηγούμενες συμπεριφορές του Κόκκαλη –ενδεχομένως και την αποδοχή που έχει ο πρόεδρος του Ολυμπιακού από διάφορες οργανωμένες ομάδες ακραίων. Δεν θα 'πρεπε. Οχι διότι ο θαυμασμός των συγκεκριμένων δεν σημαίνει τίποτα, αλλά επειδή η ίδια η ιστορία του Κόκκαλη έδειξε ότι ο Ολυμπιακός άρχισε να λειτουργεί σοβαρά και δημιουργικά ως εταιρεία μόνο όταν ο πρόεδρός του απαγκιστρώθηκε από εκείνους που χειροκροτούσαν το καφριλίκι του δικαιολογώντας το δικό τους.
«Νο Φερέρ»
Τέσσερις μέρες μετά την τηλεοπτική του εμφάνιση και λίγο πριν επιστρέψει στη φυσική του έδρα, το Λονδίνο, ο Κώστας Μπότος δικαιώθηκε για τις θέσεις του:
- Ο Κλέιτον σκόραρε και το μπάτζετ του ανεβαίνει από τα 2,5 εκατ. ευρώ στα 2,5 δισ.
- Ο Φερέρ έχει προβλήματα στην ΑΕΚ. Οπως είπε ο Μπότος: «Νο Φερέρ».
- Ο ΠΑΟ απέκτησε σέντερ φορ, τον Ποστίγκα, και όχι χαφ, ακριβώς όπως ο μάνατζερ πρόβλεψε.
- Το πρόβλημα της ΑΕΚ και στην Ξάνθη ήταν το τρανζίσιον και όχι το ροτέισον.
- Ο σκοπός στη ζωή είναι να ράβεσαι και όχι να ντύνεσαι.
Η επόμενη τηλεοπτική εμφάνισή του θα ήταν στο «Prive» με την Ελενα Κατρίτση και τον Χρήστο Ζαμπούνη, αν δεν είχε σταματήσει…