H χρονιά που ολοκληρώνεται ήταν για το ελληνικό μπάσκετ χρονιά ακμής, τρίτη διαδοχική, αν όχι τέταρτη. Αυτό, τουλάχιστον, μαρτυρά η φανταχτερή μας βιτρίνα. Πίσω από αυτήν, το τοπίο θυμίζει κούφιο σκηνικό καμωμένο για φτηνές ταινίες του Χόλιγουντ. Η λάμψη από τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού, της Εθνικής ομάδας και των πρωτοκλασάτων άσων δεν φτάνει στις υπώρειες της ναυαγισμένης Α1 ούτε μπορεί να γίνει φτιασίδι για τα προβλήματα που μαστίζουν το στερέωμα. Οι κερκίδες χάσκουν μισοάδειες, ο χουλιγκανισμός καλά κρατεί, οι περισσότερες ομάδες φυτοζωούν με υποτυπώδη έσοδα, τα κρατικοδίαιτα πρωταθλήματα διεξάγονται με αγκομαχητό, η αναξιοπιστία εξακολουθεί να υπαγορεύει τους κανόνες του παιχνιδιού. Η παραγωγή ταλέντων κοντεύει να στερέψει, ο Ελληνας μπασκετμπολίστας μοιάζει με μουσαφίρης στον τόπο του, οι κορυφαίοι του παλκοσένικου (όσοι δεν χωράνε σε Παναθηναϊκό, Ολυμπιακό) γίνονται «γκασταρμπάιτερ» και ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους.

Ναι, αλλά είμαστε πρώτοι στην Ευρωλίγκα, για 5η φορά τα τελευταία 11 χρόνια, χάρη στη σταθερή πρόοδο του Παναθηναϊκού. Εχουμε τον κορυφαίο μπασκετμπολίστα της χρονιάς, τον Δημήτρη Διαμαντίδη, με διαφορά στήθους από τον προκάτοχό του, Θοδωρή Παπαλουκά. Η Εθνική μας ομάδα είναι ακόμα δευτεραθλήτρια Κόσμου και άγγιξε ξανά την ευρωπαϊκή κορυφή, με αποτέλεσμα να μας φαίνεται η 4η θέση σχεδόν αποτυχία. Πήραμε και μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ Εφήβων, χάρη στο παιδί-θαύμα από την Αμερική, Κώστα Κουφό. Αποκτήσαμε «δικό μας» υφυπουργό Αθλητισμού. Φέραμε στην Ελλάδα κορυφαίους άσους όπως ο Γιασικεβίτσιους. Λάβαμε αισιόδοξα μηνύματα από τον Ολυμπιακό, τον Αρη, τον Πανιώνιο, την ΑΕΚ. Εξασφαλίσαμε τη διοργάνωση του Προολυμπιακού τουρνουά, το οποίο μοιάζει με εφαλτήριο πρόκρισης -και ενδεχομένως διάκρισης- της «επίσημης αγαπημένης» στο Πεκίνο. Στήσαμε μια ζηλευτή εκστρατεία Ελλήνων φιλάθλων στην Ισπανία, όπου η Εθνική εισέπραξε ψήφο εμπιστοσύνης και όχι στείρα γκρίνια.

Παρατηρήσαμε, όμως, και παρατράγουδα στα ενδότερα της ομάδας που μέχρι πρότινος θύμιζε ιδανική συντροφιά. Χάσαμε τον Σοφοκλή Σχορτσιανίτη, ο οποίος περιφέρει τη βαριά σκιά του οπουδήποτε, αλλά όχι στα γήπεδα. Μείναμε δίχως εκπρόσωπο στο ΝΒΑ μετά την αποτυχία του Σπανούλη. Είδαμε ξενιτεμένους διεθνείς να βγάζουν κοροϊδευτικά τη γλώσσα στο ελληνικό πρωτάθλημα ακόμα και όποτε ξέμεναν από ελκυστικές εναλλακτικές λύσεις (Κακιούζης). Νιώσαμε απογοήτευση με την κατρακύλα κολοσσών όπως ο ΠΑΟΚ. Μάθαμε για ομάδες που αποποιήθηκαν το δικαίωμα συμμετοχής στην Α1 (Σπόρτιγκ). Ακούσαμε τον πρόεδρο του ΕΣΑΚΕ να βρίζει διαιτητές σαν λιμενεργάτης. Κουραστήκαμε να μετράμε τις αλλαγές ομάδων που χάραξαν τα καλοκαιρινά τους σχέδια πάνω σε χρησιμοποιημένες χαρτοπετσέτες. Ψάξαμε του κάκου να βρούμε ρεπορτάζ για το μπάσκετ στις αθλητικές εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων της ποδοσφαιρόπληκτης τηλεόρασης.

Το ελληνικό μπάσκετ θυμίζει διχασμένο κορμί. Το ένα του ποδάρι προχωρά με βήμα ταχύ προς το μέλλον, αλλά το άλλο έχει βάλει όπισθεν και εμποδίζει πεισματικά την πρόοδο. Θα έγραφα ότι το φαινόμενο είναι τυπικά ελληνικό, μόνο που η Ελλάδα βρίσκει γρήγορα τον τρόπο να καταπιεί τα εκλεκτά παιδιά της. Αν μη τι άλλο, το αγαπημένο μας σπορ αντιστέκεται και βγάζει συχνά το κεφάλι του στον αφρό. Πώς το κατορθώνει, αλήθεια; Η επιστήμη του αθλητισμού σηκώνει τα χέρια ψηλά.


ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube