Tο πρώτο πράγμα που ήλθε στο μυαλό του Πέτρου (Κόκκαλη) να αναφέρει, αμέσως μετά το ζευγάρωμα, ήταν (το πράγματι ιντριγκαδόρικο της υπόθεσης) ότι η Τσέλσι κατέκτησε το ευρωπαϊκό τρόπαιο νούμερο-ένα της ιστορίας της, το Κύπελλο Κυπελλούχων του '71, μες στο (παλαιό) Στάδιο Καραϊσκάκη. Επτά χρονών και κάτι ψιλά, εκείνο που από τότε αμυδρά θυμάμαι είναι διάλογοι των μεγαλύτερων, έκθαμβων με τον Πίτερ Οζγκουντ. Οι μεγαλύτεροι, ακόμη και στην... Ελλάδα, πάντοτε ξέρουν.
Το κατάλαβα, όταν πέρυσι διάβασα πως (μετά θάνατον) τη στάχτη του Οζγκουντ, ήταν η επιθυμία του και έγινε, τη σκόρπισαν στο χορτάρι του «Στάμφορντ Μπριτζ». Για την ακρίβεια, στη βούλα του πέναλτι! Πρέπει, όντως, να ήταν (πολύ) σημαντικός για να 'χει τέτοια τιμή. Δεν τον πρόλαβα. Απ' τους συνοδοιπόρους του, πιο πολύ πρόλαβα τον Αλαν Χάντσον, που τον έβλεπα στην ασπρόμαυρη τηλεόραση και στα λασπωμένα γήπεδα, αργότερα, με τη (ριγέ) φανέλα της Στόουκ Σίτι. Το αγαπημένο μου «δεκάρι».
Ο Νίκος Καραγιαννίδης, ο άνθρωπος που (προ 25ετίας) μ' έκανε δημοσιογράφο, κάποτε μου διηγήθηκε μια ιστορία απ' αυτά τα πρώιμα '70s. Νεαρός συντάκτης στο «Φως των Σπορ», για μερικές ημέρες... εξαφανίστηκε απ' την εφημερίδα, ο Θεόδωρος Νικολαΐδης τον έψαχνε και κατέληξε πως άνοιξε η γη να τον καταπιεί. Είχε αριβάρει στη Θεσσαλονίκη, όπου θα 'παιζε (στον πρώτο γύρο της διοργάνωσης) η Τσέλσι με τον Αρη. Ηθελε να δει από κοντά πώς είναι «οι παιδαράδες με το μακρύ μαλλί και τις φαβορίτες» που έβλεπε στις φωτογραφίες.
Ηταν η εποχή που, άμα αργούσα καμιά εβδομάδα να κουρευτώ, η μακαρίτισσα η γιαγιά μου έλεγε «Μπίτλης έχεις γίνει». Οι... Μπίτληδες της Τσέλσι λοιπόν (ο Οζγκουντ, ο Χάντσον, ο Μπονέτι), ξεκινώντας το ταξίδι απ' τη Θεσσαλονίκη, κατέληξαν να πάρουν την «κούπα» στον Πειραιά. Δύο φίζικαλ τελικοί σε 48 ώρες, μετά την ισοπαλία στον πρώτο, ήταν «πάρα πολλοί» για τον γερο-Χέντο (της Ρεάλ) των έξι Πρωταθλητριών. Στον δεύτερο, ξεκίνησε στον πάγκο. Κι όταν μπήκε αλλαγή, δεν άλλαξε κάτι.
Την επόμενη σεζόν, ως κάτοχοι του τίτλου, οι Λονδρέζοι αποκλείστηκαν νωρίς... απ' τη (σουηδική) Ατβίνταμπεργκ. Ανέκαθεν, τα Κύπελλα Ευρώπης δίδασκαν πως δεν διαθέτουν ευρύ χώρο για τις βεβαιότητες. Η, επισκέπτρια της εβδομάδας στην Αθήνα, Βιγιαρεάλ είχε σερί (σε μια τριετία) ημιτελικό UEFA, προημιτελικό UEFA, ημιτελικό Τσάμπιονς Λιγκ. Και ύστερα, μονάχα δυο-τρεις μήνες μετά τον ημιτελικό (με την Αρσενάλ), αποκλείστηκε στο Ιντερτότο από τη Μάριμπορ!
Η Τσέλσι των '70s αντιστοιχεί στα (από-ενοχικά) τι-σερτ «Είμαι Εδώ Από Τότε Που Είμασταν Φτωχοί» των σημερινών φαν. Η Τσέλσι του 21ου αιώνα είναι απότομα, και... ξιπασμένα, ζάπλουτη. Δηλαδή, νεόπλουτη. Σε βαθμό, έως ενοχλητικό ακόμη και (ή, αν θέλετε, ιδίως) για τους φίλους της. Υπάρχει, θαρρείς, για να εξυπηρετεί την ονείρωξη του Αμπραμόβιτς, ύστερα από τρεις ημιτελικούς τα τελευταία τέσσερα χρόνια, να απολαύσει τον Μάιο την παρέλασή του μες στο «Λουζνίκι». Με Εβραίο προπονητή! Στον τελικό της Μόσχας.
Τι μπορεί να κάνει ο Ολυμπιακός; Μία λύση είναι να προσλάβει «παρ κασέ» τον... Ρότσα και να τον στείλει στο Κόπα Αφρικα, τάχα μου σκάουτερ, στην πραγματικότητα για τα βουντού που θα εξολοθρεύσουν τον Εσιέν και τον Ντρογκμπά. Δίχως αυτούς, άλλη ομάδα! Μία δεύτερη λύση είναι, οι «κόκκινοι» (το επόμενο δίμηνο) με κάποιον τρόπο να εθίσουν τα κορμιά τους σε συνθήκες σκληρού πόνου. Ο Μουρίνιο απολύθηκε, αλλά η Τσέλσι εξακολουθεί να (και, για κάμποσο καιρό, θα) παίζει με τον Μουρίνιο στα γονίδιά της.
Τον κουβαλά, αρέσει δεν αρέσει στον Ρώσο. Οχι πολύ στυλ α λα Αρσενάλ, θέαμα α λα Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, τεχνική α λα Μπαρτσελόνα. Μόνον η ευθεία, δίχως καλλιτεχνίες, προσέγγιση. Της τρομακτικής πίεσης στον αντίπαλο. Και της ατσάλινης αποτελεσματικότητας. Το ποδόσφαιρο της επάρκειας. Τα σκορ τους, κατά κανόνα, είναι νορμάλ, σπανίως ξεφεύγουν, ξέρεις πως (άμα σταθείς) δεν κινδυνεύεις με τίποτα... ξεγυρισμένο. Επίσης, ξέρεις πως θα φτύσεις αίμα για να παίξεις, κι εσύ, λίγο.
Αλλά πάλι, σε τούτο το επίπεδο, πιο πολύ είναι να φοβάσαι τις ομάδες που σου επιτρέπουν την (ψευδ)αίσθηση ότι μπορείς να παίξεις, με καλό μερίδιο συμμετοχής, την μπάλα. Σ' αφήνουν, κι έπειτα σου διαλύουν πιο εύκολα την ψευδαίσθηση. Στη γλύκα επάνω...