Οι καλοί παίκτες, είναι νόμος παλαιός όσο και το ίδιο το ποδόσφαιρο, «δείχνουν» (και τους λούζει το άπλετο φως) στις καλές ομάδες. Το ελληνικό πρωτάθλημα εφέτος, με 11/30 αγωνιστικές ήδη αρχειοθετημένες, έχει ενδιαφέροντες, ορισμένους πραγματικά πολύ ενδιαφέροντες, παίκτες να παρουσιάσει. Φαίνονται πιο πολύ όσοι πρωταγωνιστούν σε υγιή συγκροτήματα. Εξίσου ενδιαφέροντες παίκτες, σε συγκροτήματα που με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο πάσχουν, συμπαρασύρονται στο ημίφως.
Εάν κανείς συμβεί να ρωτήσει ποιο είναι το πιο αποτελεσματικό, στη χρονιά που κυλά από τον Αύγουστο, κεντρικό αμυντικό δίδυμο στη Σούπερ Λίγκα, οι πρώτοι που ανακλαστικά μού έρχονται στο μυαλό είναι οι στόπερ του Αστέρα Τρίπολης. Ο Ψωμάς και ο Λαζαρίδης. Μπορεί και να 'ταν αν δεν τραυματιζόταν στο μεταξύ ο Μοσχογιάννης, τον οποίον ο Αστέρας απέκτησε το καλοκαίρι. Μπορεί και να γίνει, επιστρέφοντας τον Ιανουάριο από την απραξία, ο Φυτανίδης που ο Αστέρας απέκτησε τώρα.
Είναι, θα ήταν ή θα είναι επειδή εντάσσονται. Σε (γενικώς) οργανωμένο σύνολο, σε (επιμέρους) λειτουργικό αμυντικό μηχανισμό, σε ομάδα με κεκτημένη στη ροή (από ματς σε ματς) δυναμική. Ισχύει και για τον, καταπληκτικό στη σεζόν, Αμπάρη. Εάν οι σέντερ μπακ του Αστέρα Τρίπολης «μεταφυτεύονταν» στον Λεβαδειακό ή στον ΟΦΗ, ή ο Αμπάρης υπερασπιζόταν την εστία του Απόλλωνα Καλαμαριάς ή του Εργοτέλη, η εντύπωση θα ήταν προφανώς διαφορετική. Θυμηθείτε μονάχα τον περσινό (στον Ηρακλή) Αμπάρη. Καμία σχέση.
Ιδιαιτέρως ενδιαφέρων στόπερ, παντελώς άγνωστος εν μέσω αγνώστων το καλοκαίρι, φαντάζει σιγά σιγά και ο Μαλαγένιο, ο Αργεντινός του Ηρακλή. Δεν φάνηκε, μολονότι και η ηλικία του (25 ετών) ανάβει λαμπάκι και η προϋπηρεσία στην πατρίδα του δεν υπήρξε ακριβώς ασήμαντη, με το πρώτο. Πήρε χρόνο ώσπου να αρχίσει η δυνατότητά του να γίνεται αντιληπτή. Οσον (εύλογο) χρόνο πήρε ώσπου να αρχίσει «ο όλος Ηρακλής», εσπευσμένα επανδρωμένος σε ακραία πιεστικές θερινές συνθήκες, να μοιάζει ομάδα με αρχή, μέση, τέλος.
Βλέπεις, λοιπόν, Αστέρα κι αμέσως «αναγνωρίζεις» ποιότητα στον δεξιό μπακ Φλάβιο. Λες ότι αν φτάσει, στα 27, να παίζει με τέτοιο αυτοέλεγχο και ισορροπία ο (21χρονος) Εντσον Ρατίνιο της ΑΕΚ, τότε θα είναι μια δικαιωμένη επένδυση. 'Η στον Καρδόσο, που το ελληνικό αντίστοιχό του σε δεξιόστροφο χαφ είναι (στο ίδιο επίπεδο αξίας) πιθανότατα μόνον ο Φωτάκης. Σταμπάρεις Φιλομένο και λες, κυνηγός-ορχήστρα σαν (πιο οπορτουνιστής, λιγότερο δουλευταράς από) τον Τζεμπούρ. Αλλά αυτό μπορεί να το 'λεγες, σε τούτο το γκρουπ, και για τον Περόνε του Απόλλωνα Καλαμαριάς. 'Η τον Σάλμον, ένα... απολύτως σέντερ φορ, του ΠΑΟΚ.
'Η βλέπεις Αρη και ξεχωρίζεις «με τη μία» τον (κορυφαίο λιμπεροειδή σέντερ μπακ της Σούπερ Λίγκας) Ρονάλντο. Χαζεύεις Νάτσο Γκαρσία και ψάχνεις να βρεις τι λιγότερο έχει (η απάντηση είναι, δεν έχει τίποτα λιγότερο...) από τον Λεδέσμα ή τον Μαρσέλο Μάτος. Αλλά την ίδια στιγμή στην ίδια θέση στα πάσχοντα συγκροτήματα που σημειώσαμε είναι πιο δύσκολο να αξιολογηθεί η ικανότητα του Ζούνιορ στον Εργοτέλη ή του Ζουέλα στην Ξάνθη. Ακόμα περισσότερο αμφιβάλλω αν η κοινωνία της Α' Εθνικής έχει συνειδητοποιήσει ότι ο Αντώνης Ρίκκα είναι ένας εν δυνάμει «Ελληνας Λάμπαρντ».
Τι δεν βλέπουμε, αυτή την περίοδο, στη Σούπερ Λίγκα; Αριστερούς μπακ σαν τον Σπυρόπουλο που έκανε το θεαματικό ξεπέταγμα πέρυσι. Κάτι πήγε να μας πει ο Μάρκο Αουρέλιο του Αρη, αλλά τραυματίστηκε νωρίς. Επίσης, πρωτίστως και παρά την πανσπερμία των αλλοδαπών, δεν βλέπουμε νέους τερματοφύλακες. Μόνον ο Κρέσιτς του Πανιωνίου, ίσως, αλλά κι αυτός (όπως ο μπακ του Αρη) τραυματίστηκε. Ο Ντάνι Φερνάντες, πάλι, μοιάζει σε παρατεταμένη στασιμότητα.
Και όσο κι αν στον Τζόρβα ομολογώ ότι εκτιμώ απεριόριστα τα άντερα να παίζει κόντρα στις βρισιές των οπαδών της ίδιας της ομάδας του, στο τέλος της ημέρας καταλαβαίνω γιατί ο Αντώνης Νικοπολίδης έχει δίκιο-βουνό να θέλει να παίξει ακόμα ένα, μετά τον τρέχοντα, χρόνο. Δίχως (από το Euro κι ύστερα) την επιβάρυνση της Εθνικής και όσο ξυπνώντας το πρωί δεν βαρυγκομά που έχει να πάει στο προπονητήριο, η πρωτοκαθεδρία του δεν πρόκειται να αμφισβητηθεί...