Επειτα από επτά αγωνιστικές στο πρωτάθλημα και άλλες τόσες στην Ευρωλίγκα, νομίζω ότι δεν δικαιολογούνται πια αυταπάτες σε σχέση με τις δυνατότητες και την αποτελεσματικότητα της δεύτερης ακριβότερης ελληνικής ομάδας μπάσκετ, του Ολυμπιακού.
Με τρεις ήττες στην Ευρώπη και άλλη μία στην Ελλάδα, αλλά και δύο ακόμα ματς στα οποία είδε τον Χάρο με τα μάτια του απέναντι σε ασήμαντες για το δικό του μέγεθος ομάδες, ο Ολυμπιακός των μεγάλων ονείρων και των ασυγκράτητων φιλοδοξιών αποδεικνύει ότι στην πραγματικότητα είναι μια ομάδα ικανή να χάνει ανά πάσα στιγμή από οποιονδήποτε αντίπαλο με τον πιο φτηνό τρόπο…
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι με την όλη πορεία του και παρά τη συγκέντρωση κάποιων ελπιδοφόρων παικτών, δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι αύριο θα γνωρίσει καλύτερες ημέρες, πράγμα που αποτελεί έναν από τους δύο μεγάλους στόχους του. Με λίγα λόγια, οι «ερυθρόλευκοι», που υπό την ηγεσία των αδελφών Αγγελόπουλων ξεκίνησαν πριν από τρία χρόνια μια μεγάλη προσπάθεια για να επιστρέψουν στην κορυφή, αυτή τη στιγμή δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ξοδεύουν χρήμα και χρόνο χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα.
Σε αυτές τις περιπτώσεις η αναπόφευκτη ερώτηση είναι μία: ποιος φταίει; Και η πιο συνηθισμένη (σχεδόν κλασική) απάντηση: ο προπονητής! Ενα κλισέ που μοιάζει να ταιριάζει γάντι και στη συγκεκριμένη περίπτωση, μια και η διοίκηση σκορπάει τα δισεκατομμύρια σαν μαρουλόφυλλα –«και βέβαια δεν μπορεί να φταίει»-, όπως και οι παίκτες, άλλωστε, οι περισσότεροι από τους οποίους διαφημίστηκαν σαν φοβεροί και τρομεροί από την ημέρα που αποκτήθηκαν!
Είναι, όμως, έτσι; Θα μεταφέρω όπως ακριβώς μου την περιέγραψαν μια σκηνή που εκτυλίχθηκε στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε τον αγώνα του Ολυμπιακού με την ΤΣΣΚΑ στη Μόσχα και μετά θα βγάλουμε όλοι μαζί τα συμπεράσματά μας.
Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, έχει χάσει με σχετικά μικρή διαφορά, ο Γκριρ και ο Τζάκσον έχουν κερδίσει τις εντυπώσεις και ένας Ελληνας δημοσιογράφος ρωτάει (προς μεγάλη ικανοποίηση του παριστάμενου αντιπροέδρου Π. Αγγελόπουλου) τον Πίνι Γκέρσον κάτι σχετικό με τους δύο αυτούς Αμερικανούς παίκτες. Ο Ισραηλινός, που κατάλαβε αμέσως τι παιζόταν, μπήκε χωρίς περιστροφές στο ψητό, λέγοντας αυτά ακριβώς που θα ήθελε να ακούσει ο αντιπρόεδρος: «Γι' αυτούς τους εξαιρετικούς παίκτες υπεύθυνος είναι ο κύριος που κάθεται εκεί (δείχνει τον Π. Αγγελόπουλο), ο οποίος είχε την έμπνευση να τους αποκτήσουμε και τον ευχαριστώ γι' αυτό». Το πρόσωπο του αντιπροέδρου φωτίστηκε από ένα τόσο μεγάλο χαμόγελο ικανοποίησης, ώστε κάποιος απληροφόρητος που θα το έβλεπε θα μπορούσε να πιστέψει ότι η νικήτρια του αγώνα ήταν η ομάδα του Ολυμπιακού και όχι εκείνη της ΤΣΣΚΑ.
Τι προκύπτει, λοιπόν, από την παραπάνω σκηνή;
Πρώτον, ότι ο αντιπρόεδρος Π. Αγγελόπουλος δεν αρκείται στο να διοικεί και να πληρώνει, αλλά παίρνει και αποφάσεις που στην Αμερική, την οποία έχει πρότυπό του για τα τεκταινόμενα στο μπάσκετ, είναι αρμοδιότητας των τζένεραλ μάνατζερ!
Δεύτερον, ότι ο Πίνι Γκέρσον, γάτα με πέταλα στις δημόσιες σχέσεις και την κονσομασιόν, έχει πάρει είδηση τα αδύνατα σημεία του αντιπροέδρου και τα εκμεταλλεύεται με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο.
Τρίτον, ενώ ο Ολυμπιακός είχε χάσει, το αφεντικό ήταν ευτυχισμένο επειδή η διαφορά ήταν μικρή και κάποιες προσωπικές επιλογές του είχαν θριαμβεύσει! Αυτό και μόνο αποδεικνύει ότι ο πρωταθλητισμός βρίσκεται ακόμα μακριά…
Δεν θέλω να καταδικάσω τον Παναγιώτη Αγγελόπουλο ούτε τον αδερφό του, Γιώργο, ο οποίος επίσης ασχολείται με ενθουσιασμό με το μπάσκετ του Ολυμπιακού. Οχι, ίσα ίσα που θεωρώ ότι και οι δυο τους είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να προκύψει γι' αυτή την ομάδα, η οποία μετά τα κατορθώματα της δεκαετίας του '90 είχε περιέλθει σε μαρασμό. Οι Αγγελόπουλοι, λοιπόν, είναι νέοι, έχουν πολλά λεφτά, αγαπούν τρελά τον Ολυμπιακό, λατρεύουν το μπάσκετ και πάνω απ' όλα είναι καλά παιδιά. Κύριοι με «κ» κεφαλαίο (όπως λέει ο λαός), που έχουν όλα τα εχέγγυα για να οδηγήσουν στο μέλλον την ομάδα τους πολύ ψηλά και ταυτόχρονα να διδάξουν παραγοντικό ήθος, που τόσο το έχει ανάγκη ο επαγγελματικός αθλητισμός.
Σήμερα, όμως, τους λείπει κάτι: η εμπειρία. Πράγμα που σε συνδυασμό με τον φοβερό ενθουσιασμό τους τούς οδηγεί σε λάθη. Ανάμεσα σε αυτά δεν περιλαμβάνεται η πρόσληψη του Πίνι Γκέρσον, διότι ο Ισραηλινός με τους τόσους τίτλους του έμοιαζε πράγματι ο καλύτερος όταν τον πήραν στον Ολυμπιακό. Το λάθος τους είναι που τον κρατάνε ακόμα, διότι πέραν πάσης αμφιβολίας ο Ισραηλινός δεν μπορεί ούτε να τους εγγυηθεί το παρόν ούτε να τους υποσχεθεί το μέλλον.
Ανθρακες, λοιπόν, ο θησαυρός σε σχέση με τον τρεις φορές πρωταθλητή Ευρώπης. Αλλωστε, για να μη διερωτάται κανείς πώς γίνεται να αποδεικνύεται μούφα ένας προπονητής με τόσο μεγάλους τίτλους, θα υπενθυμίσω την περίπτωση Παβλίσεβιτς, ο οποίος ήρθε με δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών στις αρχές του '90 στον Παναθηναϊκό και γέλασε μαζί του ο κάθε πικραμένος…
Συμβαίνουν αυτά στο μπάσκετ. Αλλά για να μην τα μηδενίζουμε όλα θα πρέπει να διευκρινίσουμε ποια είναι τα υπέρ και τα κατά του Γκέρσον. Ο Ισραηλινός, λοιπόν, είναι καλός κόουτς, με έξυπνα τρικ κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, αλλά όχι ο προπονητής που με τη δουλειά του στις προπονήσεις θα δημιουργήσει μια μεγάλη ομάδα. Ο Ολυμπιακός, όμως, όταν πήρε τον Γκέρσον ήθελε να φτιάξει ομάδα, γι' αυτό απέτυχε μαζί του. Αν είχε ομάδα, ίσως ο Γκέρσον να ήταν ο κατάλληλος. Τώρα όμως…
Το μεγάλο πρόβλημα με τον Ισραηλινό είναι ότι δεν ασχολείται με την άμυνα -δηλαδή εκείνο το μέρος του παιχνιδιού που οδηγεί στη νίκη. Τον ενδιαφέρει μόνο η επίθεση, αλλά ακόμα και αυτή με έναν τρόπο που βασίζεται περισσότερο στο ατομικό ταλέντο και τον αυτοσχεδιασμό, παρά στην οργανωμένη και ομαδική προσπάθεια. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι επί των ημερών του ο Ολυμπιακός ποτέ δεν είχε ισορροπία ως ομάδα. Ποτέ δεν μπόρεσε να ελέγξει τον ρυθμό ενός αγώνα με την έννοια να βάλει φρένο εκεί που έπρεπε και να παίξει με βάση το σκορ και τον χρόνο ή τις όποιες αδυναμίες του αντιπάλου.
Ο Ολυμπιακός του Γκέρσον, ως απόδειξη των αμυντικών αδυναμιών του, κατά κανόνα παίζει μια ζώνη που αφήνει ελεύθερα σχεδόν όλα τα εξωτερικά σουτ. Με λίγα λόγια, εναποθέτει τις ελπίδες του στην αστοχία των αντιπάλων, γεγονός απαράδεκτο για μια ομάδα που θέλει να πάρει το πρωτάθλημα Ελλάδας και να πάει στο φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας. Στο πιο κρίσιμο σημείο του τελευταίου αγώνα στη Σιένα γύρισε σε «ένας εναντίον ενός», αλλά έφαγε το μοιραίο καλάθι με παιδικό τρόπο. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα…
Ο Ολυμπιακός του Γκέρσον, ως απόδειξη της αναρχίας του στην επίθεση, δεν μπορεί να αξιοποιήσει με μεθοδικότητα τα ατού του. Παράδειγμα, ο Μασιγιάουσκας, που έχει ανάγκη τη δημιουργία των συμπαικτών του, αλλά επειδή δεν την έχει προσπαθεί να τα κάνει όλα μόνος του. Και βέβαια εναντίον ομάδων χωρίς αμυντικό προσανατολισμό τα καταφέρνει, όμως απέναντι σε ομάδες τύπου Σιένα χάνει τον μπούσουλα…
Για να μη λέμε, όμως, πολλά: κοινή συνισταμένη των απόψεων που εκφράζουν τα περισσότερα μέλη της ομάδας είναι ότι «στις προπονήσεις δεν κάνουμε σχεδόν τίποτα». Τουλάχιστον πέρυσι οι πληροφορίες έλεγαν ότι ο Γκέρσον διέκοπτε συχνά-πυκνά τις προπονήσεις για να φάνε πίτσες. Φέτος δεν έγινε γνωστό αν το μενού άλλαξε ή παρέμεινε το ίδιο…
Το βέβαιο είναι ότι ύστερα από τρία χρόνια προσπάθειας των αδερφών Αγγελόπουλων ο Ολυμπιακός θα έπρεπε τώρα να παίζει σαν μεγάλη ομάδα. Αντ' αυτού, κινδυνεύει να χάσει από την Ολύμπια και το Αιγάλεω, ενώ στην Ευρωλίγκα έχει τρεις ήττες σε επτά αγώνες…
Τα αποτελέσματα αυτά δεν συμβαδίζουν με τα χρήματα που ξοδεύονται, ούτε και ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των φίλων της ομάδας. Οπότε οι αδελφοί Αγγελόπουλοι μάλλον θα πρέπει να αναθεωρήσουν πολλές από τις απόψεις τους.