Δεν περίμενα διαφορετική αντιμετώπιση από τη Super League στο δίκαιο αίτημα των συλλόγων της Β' και Γ' Εθνικής να τους αποδοθεί ένα ποσό 2,9 εκατομμυρίων ευρώ, που είχε συμφωνηθεί από την εποχή της διάλυσης ή πιο καλά της μετατροπής της ΕΠΑΕ σε μια ένωση συλλόγων των μικρότερων κατηγοριών, ώστε να δημιουργηθεί το κενό που θα επέτρεπε τη δημιουργία της Super League.

Είναι, όμως, επιεικώς απαράδεκτη η αντίληψη που δείχνουν ότι έχουν για το ποδόσφαιρο οι «16» της Super League και ο πρόεδρός της. Συμπέρασμα που δεν είναι αυθαίρετο, αλλά προκύπτει σχεδόν αβίαστα από τις δηλώσεις του προέδρου της Super League. Και να σκεφθεί κανείς ότι η δημιουργία της Super League προβλήθηκε ως ένα σημαντικό βήμα εξυγίανσης του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Στη διάρκεια αυτού του δεύτερου χρόνου που η Super League έχει την ευθύνη της διεξαγωγής του πρωταθλήματος γίνεται αντιληπτό ότι αυτό που ονομάζουμε εξυγίανση του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι η μετατροπή του σε μια καθαρά επιχειρηματική δραστηριότητα, που οι μεγάλες ομάδες θα είναι οι περισσότερο ευνοημένες. Ετσι δεν συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις;

Εκείνο που με προβληματίζει είναι η αντιμετώπιση των ομάδων-επιχειρήσεων από το κράτος και η αλλοίωση των χαρακτηριστικών του παιχνιδιού, όπως και του φιλάθλου, που μεταμορφώνεται σε πελάτη-καταναλωτή. Οι επιχειρήσεις που έχουν σταθερούς πελάτες με χοντρά πορτοφόλια μπορούν να καταφέρουν περισσότερα, αλλά δεν γνωρίζω αν θα φορολογηθούν και περισσότερο.

Οπως μια επιχείρηση που έχει μια ευρεία γκάμα προϊόντων, από πλευράς τιμής, το ίδιο θα συμβεί και με τις ομάδες. Ας πούμε οι διαφορές στις τιμές των εισιτηρίων. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι είτε κάθεσαι στη σουίτα είτε στο πέταλο το ίδιο προϊόν θα δεις. Και το προϊόν θα είναι υπερτιμημένο.

Το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται το ελληνικό ποδόσφαιρο μαρτυρά την ανωριμότητα, την προχειρότητα, την κακοπιστία και την ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται από την πολιτεία, τους παράγοντες, τους φιλάθλους και τους δημοσιογράφους. Μια προσέγγιση που στην ουσία κανέναν δεν ενοχλεί, μια και όλοι ωφελούνται από αυτήν.

Ο καθένας την εμπορεύεται στη δική του αγορά, για τους δικούς του πελάτες και για το δικό του κέρδος. Με διαφορετικό περιτύλιγμα και σε διαφορετική τιμή. Στο όνομα ενός χυδαίου ωφελιμισμού εκπαιδευόμαστε τώρα πια, φίλαθλοι και δημοσιογράφοι, σε μια άλλη προσέγγιση στο παιχνίδι που αγαπάμε. Μια προσέγγιση που ευνοεί την αποσπασματικότητα και την πόλωση. Ποιος Παναιτωλικός τώρα και ποιος Βύζας και ποια Αναγέννηση Καρδίτσας; Ποδόσφαιρο είναι οι «16» της Super League.

Αυτό είναι το καινούργιο πλαίσιο στο οποίο πρέπει να προσαρμοστούμε και το οποίο πρέπει να συνηθίσουμε. Ξεχάστε τις ομάδες που παλιότερα ήταν ένα κομμάτι της κοινωνίας, που άλλωστε τις γέννησε. Τώρα μεταλλάσσονται σε κάτι που, αντί να στηρίζεται στην κοινωνία που το δημιούργησε, επιδιώκει να την εκμεταλλευτεί οικονομικά. Με την απαραίτητη συνδρομή του κράτους, ιδίως στους ιδιοκτήτες των ποδοσφαιρικών ομάδων που έχουν δύναμη.

Σε λίγο δεν αποκλείεται οι επιχειρηματίες της Super League να μας κατηγορήσουν ότι όποιος δεν είναι μαζί τους, όποιος δεν συντάσσεται με τους στόχους τους είναι εναντίον τους. Αλήθεια, αυτοί οι επιχειρηματίες τι φόρους έχουν πληρώσει στο Ελληνικό Δημόσιο για την οικονομική δραστηριότητα των ΠΑΕ; Πόσες οφειλές έχουν καταβάλει κανονικά στο ΙΚΑ και πόσες έχουν κάνει γαργάρα;

Πόση είναι η εισφοροδιαφυγή στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο; Ποιον απασχολούν, τέλος πάντων, τέτοια ερωτήματα; Δεν έχω απάντηση. Μόνο ελπίδες.

Oι ευρωπαϊκές ανισότητες

Μπορεί στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο να τζιράρονται τεράστια ποσά, αλλά η οικονομική κατάσταση των περισσότερων πρωταθλημάτων κάθε άλλο παρά ρόδινη είναι.

Οι ομάδες της ισπανικής λίγκας χρωστούν συνολικά γύρω στα 2 δισ. ευρώ, οι ομάδες της ιταλικής λίγκας γύρω στα 450 εκατομμύρια, ενώ στην Αγγλία, την πατρίδα του οικονομικού φιλελευθερισμού στο ποδόσφαιρο, οι περισσότερες ομάδες προσδοκούν σε βαθιές οικονομικές ανάσες με την καινούργια τηλεοπτική συμφωνία, την ώρα που ελάχιστες -ούτε καν τέσσερις- είναι εκείνες που θα μπορέσουν να παρουσιάσουν κέρδη.

Στον αντίποδα των τριών μεγάλων πρωταθλημάτων, η γερμανική νοικοκυροσύνη και αυστηρότητα στη διαχείριση εκφράζονται στην Μπουντεσλίγκα, η οποία την περασμένη περίοδο είχε συνολικά κέρδη 7,5 εκατ. ευρώ χάρη στα γεμάτα γήπεδα και την αύξηση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων.

Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει και στους Γάλλους, που ύστερα από πέντε χρόνια ζημιών το Σαμπιονά κατέγραψε πέρυσι συνολικά κέρδη 27,7 εκατ. ευρώ χάρη σε ένα πλουσιότατο τηλεοπτικό συμβόλαιο, που απέφερε 600 εκατ. ευρώ στις 20 ομάδες του.

Η διαρκώς αυξανόμενη οικονομική σημασία των σπορ στην Ευρώπη φαίνεται και από το γεγονός ότι αποτελούν πλέον το 4,1% του ΑΕΠ της Ε.Ε. Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κλάδος αυξάνει την οικονομική του δραστηριότητα με ένα ρυθμό που ξεπερνά το 4% ετησίως.

Βέβαια, μπορεί το ποδόσφαιρο και η εκρηκτική ανάπτυξή του τα τελευταία χρόνια να αποτελούν το πιο δυναμικό κομμάτι του ευρωπαϊκού αθλητισμού, αλλά οι ανισότητες που παρουσιάζει η ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική αγορά είναι πολύ μεγάλες.

Τις πρώτες ολοκληρωμένες προτάσεις για τη ρύθμιση αυτών των ανισοτήτων τις υπέβαλαν πριν από τρία χρόνια στην ΟΥΕΦΑ οι Γάλλοι, με ένα κείμενο που είχε τον τίτλο «Παίζοντας στην Ευρώπη με ίσα όπλα».

Από τότε διάφορες πλευρές –η ΟΥΕΦΑ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ορισμένες εθνικές ομοσπονδίες– καταβάλλουν προσπάθειες να διαμορφωθεί ένα άλλο περιβάλλον στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

Ενα περιβάλλον που θα δίνει τη δυνατότητα σε περισσότερες ομάδες να συμμετέχουν, ενώ γίνεται μια προσπάθεια να φτιαχτεί ένα ποδόσφαιρο περισσότερο διαφανές, περισσότερο ισορροπημένο, στο οποίο η δύναμη των οικονομικά ισχυρών δεν θα καθορίζει τα πάντα και οι εθνικές ομάδες και οι γηγενείς ποδοσφαιριστές θα μπορούν να «αναπνεύσουν».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube