Τα γέλια της παρέας επικρότησαν τη φαντασία του Νίκου: «Ρε σεις, σε 25 χρόνια ο Ray Davis των Kinks θα είναι φτυστός αυτός...». Ο Νίκος είχε παρατηρήσει μια φωτογραφία του Λες Σάνον. Ο Γιώργος ο Θεσσαλονικιός, ο τύπος που συνεχώς δήλωνε «περαστικός από την Αθήνα», απεχθανόταν το ροκ. Ισως γι' αυτό εξέλαβε τον φυσιογνωμικό παραλληλισμό του Νίκου ως πείραγμα. «Πείτε ό,τι θέλετε. Ο μάγκας είναι μεγάλος προπονητής. Πέρυσι το κατάλαβαν οι Παναθηναϊκοί, αύριο θα το πάρουν πρέφα και οι άλλοι στον Πειραιά. ΠΑΟΚάρα, ρεεε…».
Το «αύριο» παρέπεμπε στον τελικό Κυπέλλου του 1973. Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκη. Ο ΠΑΟΚ ηττήθηκε 1-0. Ο Γιώργος ο Θεσσαλονικιός «δεν μιλιόταν» την επόμενη ημέρα, στην καθιερωμένη συνάντηση στα «γηπεδάκια», όπως ονομάζαμε τις αλάνες της έκτασης στην οποία αργότερα έμελλε να κτιστεί το σχολικό συγκρότημα «Γκράβα». Ο Νίκος, «βάζελος» που ήθελε να... βγάλει το άχτι του για την ήττα του Παναθηναϊκού από τον ΠΑΟΚ στον τελικό του '72, «κτύπησε» πάλι: «Τι έγινε, Γιωργάκη; Ο… Ray Davis που είχατε στον πάγκο είπε στον Στέφα να βγει από τα γκολπόστ, έτσι; Τόσο άνετα ο Αγγελής δεν θα "κρεμούσε" τερματοφύλακα ούτε σε προπόνηση». Ο Γιώργος τον κοίταξε λοξά και ψέλλισε: «Ας μην παίζαμε στην έδρα τους και θα βλέπατε». Εκτονώθηκε με… σκληρά μαρκαρίσματα στον αγώνα που ακολούθησε.
Ο Γιώργος το ’πε και το ’κανε: από φθινόπωρο επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη –η μισή οικογένειά του ήταν εκεί ή άλλη μισή εδώ. Υποσχεθήκαμε και μας υποσχέθηκε τακτική επικοινωνία. Ως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις, ρουτίνα και αναβλητικότητα αποδυνάμωσαν τις υποσχέσεις. Ομως όχι, ο Γιώργος δεν μας είχε ξεχάσει. Το επιβεβαιώσαμε –αυτό θα πει συνέπεια– ένα βράδυ του 1974 κι άλλο ένα του 1976! Ναι, σωστά μαντέψατε. Ηταν οι βραδιές της διεξαγωγής των δύο τελικών αγώνων Κυπέλλου των αντίστοιχων ετών. Ο Γιώργος τηλεφώνησε σε όλους μας, αλλά κάτι παραπάνω είχε να «σπικάρει» στον Νίκο… Δύο συναρπαστικοί τελικοί Κυπέλλου, από τους καλύτερους που έχουν διεξαχθεί ποτέ στην Ελλάδα. Αμφότεροι στη Ν. Φιλαδέλφεια, αμφότεροι κρίθηκαν στα πέναλτι, αμφότεροι είχαν ως «θύμα» τον Ολυμπιακό, αμφότεροι έφεραν «σφραγίδα Λες Σάνον». Προπονητής του ΠΑΟΚ –ακόμη– το 1974, του Ηρακλή το 1976. «Ρε συ, ΠΑΟΚτσής είσαι –για τον Ηρακλή πανηγυρίζεις έτσι;», τον ρώτησα. Η απάντηση, απολύτως αναμενόμενη: «Α, ρε χαμουτζήδες, πού να καταλάβετε… Ο Σάνον είναι δικό μας παιδί, όπου κι αν δουλεύει. Αυτός μας έκανε μεγάλη ομάδα. Α, και πού ’σαι. Να θυμάστε ότι ο Σάνον μας κάνει να τηλεφωνιόμαστε ξανά –εντάξει;».
Λίγα χρόνια αργότερα η παρέα διαλύθηκε εις τα εξ ων συνετέθη. Κανένα νέο, από κανέναν. Οι εφηβικές μνήμες, όμως, ενίοτε «κτυπούν» παράξενα: ήταν, θαρρώ, 1998 όταν παρακολούθησα μια συναυλία του Ray Davis στον Λυκαβηττό. Να σου, ξαφνικά, στο μυαλό η παλιοπαρέα –κι εγώ να πασχίζω να διαπιστώσω μήπως, όντως, ο Davis στα 54 χρόνια του έμοιαζε κάπως με τον Λες Σάνον του 1973! Ο Σάνον έφυγε με «κατευόδιο» τις αναμνήσεις και τον σεβασμό όλων όσοι θυμούνται τον εξαιρετικό ΠΑΟΚ των 70s . Φαντάζομαι τον Γιώργο τον Θεσσαλονικιό –καλά να είναι, όπου κι αν βρίσκεται– να μας λέει: «Είδατε, ρε χαμουτζήδες; Χάρη στον Λες ξαναθυμόμαστε ο ένας τον άλλον –κι ας χαθήκαμε»…