Oταν παρατάχθηκαν στο παρκέ του «Αμπντί Ιπεκτσί» οι ομάδες για το τζάμπολ της Πέμπτης, η πεντάδα του Παναθηναϊκού έκρυβε μια μικρή έκπληξη. Το ρόλο του πόιντ-γκαρντ αναλάμβανε αντί του κρεβατωμένου Διαμαντίδη όχι ο Γιασικεβίτσιους, αλλά ο Βασίλης Σπανούλης.
Σαράντα πέντε λεπτά αργότερα, στο Βιτόρια, ο Ετορε Μεσίνα αποφάσιζε ένα παρόμοιο τόλμημα. Απόντος του τραυματισμένου Παπαλουκά (αλλά και του Σισκάουσκας), τα καθήκοντα του πόιντ-γκαρντ χρεώθηκε όχι ο Χόλντεν αλλά ο Νίκος Ζήσης.
Τόσο ο Παναθηναϊκός όσο και η ΤΣΣΚΑ πέτυχαν νίκες πειστικές ως (στην περίπτωση των Ρώσων) απίστευτες. Ο Σπανούλης κίνησε τα νήματα χωρίς προβλήματα και τοποθέτησε τα θεμέλια για το σπουδαίο «διπλό», αφήνοντας τον Γιασικεβίτσιους να δώσει την παράστασή του όταν οι Τούρκοι ετοιμάζονταν να παραδοθούν. Ποτέ άλλοτε δεν έδινε τέτοιες πάσες ο Βασιλάκης. Οι φετινές του ασίστ δίνουν αρκετό υλικό για φιλμάκι με «χαϊλάιτς». Οσο πιο οικονομικός γίνει στο παιχνίδι του, αποφεύγοντας ορισμένες υπερβολές, τόσο αστρονομική θα αποδειχθεί η πρόοδός του.
Ο Ζήσης έμοιαζε στην Ισπανία σαν ψάρι που κολυμπούσε έπειτα από καιρό σε γνώριμα νερά. Τα προηγούμενα χρόνια, το παιχνίδι της Μπένετον είχε τη σφραγίδα του Νικόλα, επειδή αυτός είχε συνεχώς την μπάλα στα χέρια και υπαγόρευε τον ρυθμό, σαν πολύπειρος μαέστρος. Τόσο στην Εθνική ομάδα όσο και στη φετινή ΤΣΣΚΑ, ο Ζήσης ευνουχίζεται εν μέρει επειδή αναγκάζεται να παίζει «off-guard», δηλαδή «δυάρι» που περιμένει στημένος την μπάλα για να εκτελέσει. Οι προχθεσινοί αγώνες ξανάφεραν στο προσκήνιο τον Νίκο της Μπένετον, αλλά και το Βασίλη του Αμαρουσίου, στη βελτιωμένη βερσιόν του 2007.
Προσκεκλημένος στο στούντιο του SuperSport ο Βαγγέλης Αγγέλου είπε κάτι πολύ ενδιαφέρον με αφορμή τον θρίαμβο της αποδεκατισμένης ΤΣΣΚΑ στη Βασκόνια: «Οταν μια ομάδα έχει πολλούς παίκτες μαθημένους να παίρνουν 10-15 προσπάθειες σε κάθε αγώνα, είναι δύσκολο να βρει ισορροπία. Καμιά φορά οι τραυματισμοί βοηθάνε». Μήπως ο Ολυμπιακός δεν έπαιξε καλύτερα χωρίς τον Γκριρ; Δεν απελευθέρωσε τον Μπλέικνι η απουσία του;
Ολα αυτά με έκαναν να σκέφτομαι την Εθνική ομάδα. Η ταυτόχρονη παρουσία των σπουδαίων Διαμαντίδη, Παπαλουκά, Σπανούλη, Ζήση αποτελεί φυσικά ευλογία, ταυτόχρονα όμως δημιουργεί ένα απροσδόκητο πρόβλημα. Οι τέσσερις έχουν μάθει να παίζουν με την μπάλα στα χέρια και δεν χωράνε εύκολα στο αναπόφευκτο «rotation» του προπονητή.
Τη μεγαλύτερη νίκη της, επί των ΗΠΑ στην Ιαπωνία, η Εθνική την πέτυχε όταν βρέθηκε με τρεις γκαρντ αντί τεσσάρων (λόγω του τραυματισμού του Ζήση). Τότε μοιράστηκαν με περισσότερη ακρίβεια οι ρόλοι, ανάμεσα σε παίκτες μαθημένους να μένουν 30-35 λεπτά στο παρκέ και να αναλαμβάνουν αρμοδιότητες και πρωτοβουλίες. Ο Παπαλουκάς, ο Σπανούλης και ο Διαμαντίδης έπαιξαν εκείνο το βράδυ το καλύτερο μπάσκετ της ζωής τους. Το επόμενο βράδυ, βέβαια, ψάχναμε τον Ζήση.
Εάν ο Θοδωρής Παπαλουκάς απουσιάσει από το Προολυμπιακό τουρνουά και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, θα έχουμε την ευκαιρία να εξακριβώσουμε πόσο «νερό» αντέχει αυτή η θεωρία. Θα μου επιτρέψετε, όμως, να διανθίσω αυτή τη σκέψη με μία φράση: ο μη γένοιτο.