Δεν είναι ούτε μυστικό ούτε υπερβολή ότι το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο επιβιώνει χάρη στην τηλεόραση, στην οποία άλλωστε οφείλει και την ανάπτυξη των εμπορικών του χαρακτηριστικών. Δεν μπορεί να πει κάποιος με σιγουριά ότι τα πολλά χρήματα βελτίωσαν τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού, αν και πολλοί πιστεύουν ότι τα τηλεοπτικά δισεκατομμύρια έκαναν κακό στο θέαμα.
Το φυλάκισαν σε μία φθοροποιό στασιμότητα, αφού εκείνο που προέχει είναι η διασφάλιση τη νίκης, που εξασφαλίζει χρήματα και κέρδη, και ακολουθεί το θέαμα. Ενα θέαμα που σπάνια το απολαμβάνει κάποιος, αφού το ποδόσφαιρο, φυλακισμένο σ' ένα μπρα ντε φερ που γίνεται στο κέντρο του γηπέδου, στερείται τόλμης και εντυπώσεων. Οπως ακριβώς και η πολιτική που έχει εγκλωβιστεί στον κεντρώο χώρο, αλλά αυτό είναι μία άλλη συζήτηση.
Η Αγγλία, ως γνωστόν, ήταν η πρώτη χώρα στην οποία επισημοποιήθηκε ο γάμος της τηλεόρασης με το ποδόσφαιρο το 1992. Τότε, οι αγγλικές ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ συμφώνησαν με το SKY να παραχωρήσουν τα τηλεοπτικά δικαιώματα των παιχνιδιών τους για 5 χρόνια. Ηταν μία συμφωνία με φοβερό παρασκήνιο κατά τις διαπραγματεύσεις, που αν κάποτε γράψω γι' αυτό, οι ιστορίες της δικής μας παράγκας θα μοιάζουν με το παραμύθι της κοκκινοσκουφίτσας μπροστά στη σιωπή των αμνών.
Από τότε η εξέλιξη του παιχνιδιού είναι μία ιστορία αλλαγής του μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας των ποδοσφαιρικών συλλόγων. Ολο το βάρος έχει δοθεί στους προϋπολογισμούς, τη διεύρυνση της εμπορικής βάσης, τη μεγιστοποίηση των πηγών εσόδων και το παιχνίδι γίνεται πλέον το πρόσχημα για την είσοδο των συλλόγων στον πόλεμο των επιχειρήσεων.
Μετά τον αποκλεισμό της εθνικής Αγγλίας από τη διοργάνωση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2008, αναπτύσσεται ένας προβληματισμός για το κατά πόσον η εμπορευματοποίηση κάνει καλό στο παιχνίδι. Γιατί στους «επενδυτές» προφανώς κάνει. Και ανάλογα με το ύψος της επένδυσης είναι και τα οικονομικά οφέλη. Βέβαια, όλοι προσπαθούν να αντιγράψουν στοιχεία από το μοντέλο της Πρέμιερσιπ, διότι όλοι ονειρεύονται εκατομμύρια. Πολλοί είναι εκείνοι που δεν έχουν καταλάβει ότι η άνευ όρων παράδοση του ποδοσφαίρου στην εμπορευματοποίηση, η μετατροπή του σ' ένα απλό ψυχαγωγικό προϊόν, θα επιφέρει τη μετατροπή του είτε σε τσίρκο –το οποίο αργοπεθαίνει– είτε σ' ένα προϊόν που δεν θα μπορούν να αγοράσουν όλοι.
Η εμπορική βάση του σήμερα σιγά σιγά διαφοροποιείται από το οπαδικό μοντέλο του παρελθόντος που είχαμε συνηθίσει να αποτελεί τον πυρήνα στήριξης μιας ομάδας, ενός συλλόγου. Το μοντέλο του οπαδού που περιέγραφε ο Χόρνμπι στο βιβλίο του «Ο πυρετός της μπάλας» ξεφτίζει στην Ευρώπη. Παλαιότερα οι φίλαθλοι υποστήριζαν την ομάδα της περιοχής τους, όσο αυτή είχε πιθανότητες να διακριθεί. Τα πολλά χρήματα που μπήκαν στο ποδόσφαιρο δημιούργησαν οικονομικούς γίγαντες με πολλά μεγάλα ονόματα στο ρόστερ τους και οικονομικούς νάνους που έχουν μέτριους και άγνωστους ποδοσφαιριστές.
Οι αλλαγές αυτές ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητές και στην Ελλάδα. Η αλλαγή στο οπαδικό μοντέλο προκαλείται –σχεδόν αποκλειστικά– από τη μετεξέλιξη των ομάδων σε επιχειρήσεις που επιζητούν μια «πελατειακή» βάση με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά που είχε παλιότερα. Μία πελατειακή βάση που θα μπορεί να αγοράζει όχι το παιχνίδι, αλλά το «προϊόν» ποδόσφαιρο και θα είναι «ουδέτερη», χωρίς γωνίες, χωρίς πάθη, απρόσωπη, ομοιόμορφη σε ό,τι αφορά τη συμπεριφορά της, με αγοραστική δύναμη, με πιστωτικές κάρτες. Οι εκπρόσωποι του παλιού οπαδικού μοντέλου βαφτίζονται «μαύρα πρόβατα», τους φορτώνουν όλες τις αμαρτίες του παιχνιδιού και τους εξορίζουν. Θα μπορούν να επανέλθουν μόνο αν αποδεχθούν τους νέους κώδικες που επιβάλλει η επιχειρηματική λογική του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Διαφορετικά, σε όλα τα γήπεδα, στις εισόδους θα συναντούν ένα face controller που θα τους απαγορεύει την είσοδο.
Το ποδόσφαιρο από παιχνίδι του λαού γίνεται μία ψυχαγωγική εκδήλωση που επιλέγει η ίδια, ή μάλλον οι επιχειρήσεις που την ελέγχουν, το κοινό της.