Η ψήφος έχει μεταβληθεί σε ένα αντικείμενο η «ανταλλακτική αξία» του οποίου είναι πλέον πολύ μικρή.

Γενικά στην Ελλάδα οι νόμοι είναι σαν τα καλσόν. Εχουν μια ελαστικότητα. 'Η οφείλουν να έχουν. Και ελαστικό χαρακτηρίζουμε τον νόμο εκείνο που ενσωματώνει στις διατάξεις του το απαραίτητο «παράθυρο». Ενα «παράθυρο» που δίνει τη δυνατότητα στους ψαγμένους να παρακάμπτουν τον νόμο και να βγαίνουν έξω από την εξουσία του όποτε τους συμφέρει.

Μια ακόμα χαρακτηριστική ιδιότητα ενός ελαστικού νόμου είναι η δυσκολία στην ερμηνεία του. Πρέπει να είναι διατυπωμένος με αμφισημία τέτοια που αυθεντικός εκφραστής του πνεύματος του νόμου -σε περίπτωση που υπάρχει μία διαμάχη σχετικά με τις προθέσεις του νομοθέτη- να παραμένει, αποκλειστικά, ο συνταγματολόγος ή ο υπουργός που τον εισηγήθηκε, ο οποίος καλό θα είναι να έχει την ιδιότητα του συνταγματολόγου για να μην του κολλάει κανείς σε θέματα ερμηνείας των νόμων.

Ισως, λόγω αυτών των δύο ιδιοτήτων που έχουν οι νόμοι στην Ελλάδα, να έχουμε τόσους πολλούς νόμους, τόσους πολλούς συνταγματολόγους και ακόμα περισσότερα «παράθυρα». Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο φτιάχνουμε διαρκώς καινούργιους νόμους.

Για να δικαιολογούν την ύπαρξή τους οι συνταγματολόγοι και να κλείνουμε τα «παράθυρα», ανοίγοντας όμως νέα, αφού το «παράθυρο» στον νόμο είναι ό,τι η φέτα στη χωριάτικη. Επίσης και γιατί πρέπει, βάσει της συνταγματικής αρχής της ισότητας, να εξυπηρετούνται όλοι εκείνοι στους οποίους ο νομοθέτης έχει κάποια υποχρέωση. Για να μην υπάρξει παρανόηση, σπανίως ο νομοθέτης νιώθει ότι έχει υποχρέωση στον λαό, αλλά αυτό είναι αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης.

Η Ελλάδα πρέπει να είναι η μοναδική χώρα της Ε.Ε. όπου η αναλογία συνταγματολόγων ανά κάτοικο προσεγγίζει την αναλογία αυτοκινήτων ανά χώρο στάθμευσης. Ενας από τους χώρους στους οποίους η ελαστικότητα των νόμων και εννοείται και επιβάλλεται είναι το ποδόσφαιρο. Κανείς συνταγματολόγος ή έστω απλός νομοθέτης -θυμίζω ότι η Βουλή είναι νομοθετικό σώμα- δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει προσφέρει σε αυτόν τον τόπο κατιτίς αν δεν εισηγηθεί την ψήφιση ενός νόμου που θα μπορεί να χαρίζει στις Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες διάφορα χρέη που δημιούργησαν.

Αν οι ρυθμίσεις χρεών που έγιναν και γίνονται στις ΠΑΕ γίνονταν και στις άλλες επιχειρήσεις αλλά και στους ελεύθερους επαγγελματίες, η εφορία θα ήταν αχρείαστη. Ο τελευταίος πολιτικός που θυμάμαι ότι αρνήθηκε να υιοθετήσει μια ελαστική ερμηνεία των νόμων ή που αρνήθηκε να ψηφίσει έναν εξυπηρετικό νόμο, για να σωθεί μία ποδοσφαιρική ομάδα, ήταν ο μακαρίτης Γεώργιος Ράλλης στην περίπτωση της δωροδοκίας του Ηρακλή, το 1980.

Από τότε, όμως, η ελληνική πολιτεία ή πιο καλά τα κόμματα που άσκησαν τη διακυβέρνηση ουδέποτε αρνήθηκαν να «ρυθμίσουν» χρέη των ποδοσφαιρικών ομάδων. Και το έκαναν όχι από κάποια αίσθηση δικαιοσύνης, αλλά διότι διαπίστωσαν ότι τέτοιου είδους «ρυθμίσεις» φέρνουν ψήφους. Και με τις ψήφους κυβερνάς. Δηλαδή κουλαντρίζεις το χρήμα του κράτους και εξυπηρετείς όλους εκείνους στους οποίους έχεις μία άλφα ή μία βήτα υποχρέωση. Με το αζημίωτο, φυσικά. Το δικό σου, όχι του κράτους.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η εξόχως ριζοσπαστική αντίληψη για τις ιδιότητες και τη λειτουργία των νόμων που έχουν υιοθετήσει -ειδικά για το ποδόσφαιρο- οι ελληνικές κυβερνήσεις έχει κι εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Εκπαιδεύει τους οπαδούς να διεκδικούν την εξαίρεση της ομάδας τους από τις διατάξεις των νόμων, «απειλώντας» με την καταψήφιση στις ερχόμενες εκλογές.

Η ψήφος έχει μεταβληθεί σε ένα αντικείμενο η «ανταλλακτική αξία» του οποίου είναι πλέον πολύ μικρή. Και αυτό βολεύει αφάνταστα εκείνους που κυβερνούν, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι όσο πιο αγράμματους κρατάμε τους πολίτες τόσο πιο φθηνά θα ξεπουλάνε ένα δικαίωμά τους. Την ψήφο τους. Γιατί, λοιπόν, προξένησε σε κάποιους εντύπωση το προχθεσινό συλλαλητήριο των οπαδών του ΠΑΟΚ, δεν μπορώ να το καταλάβω.

Η τηλεόραση περνάει τη γραμμή

Στην πολιτική στις μέρες μας περισσότερο από το «τι», μετράει το «πού» λες κάτι. Το σοφότερο πράγμα στον κόσμο να έχεις πει μέσα στο κοινοβούλιο, ελάχιστοι θα το μάθουν και φυσικά κανείς δεν θα θυμάται ότι το είπες εσύ. Ενώ με την τηλεόραση, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Με την τηλεόραση σε μαθαίνουν όλοι, αρκεί να μπορείς μέσα σε λίγο χρόνο να «παίξεις» έναν πειστικό ρόλο και να προκαλέσεις. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο οι περισσότεροι πολιτικοί επιδιώκουν την έκθεση στην τηλεόραση, ένα μέσο που μπορεί να διατηρεί την εικόνα ενός προσώπου και όχι τα λεγόμενά του. Ο βουλευτής της Ν.Δ. κ. Μανώλης αυτή την ιδιότητα του μέσου τη γνωρίζει καλά. Ξέρει ότι ο κόσμος θα τον θυμάται για τον ρόλο του καταγγέλλοντα τη ρύθμιση για τη συνταξιοδότηση των βουλευτών. Δεν θα τον θυμάται κανείς για την υπερψήφιση της τροπολογίας που χάρισε 1 δισ. ευρώ στην ALPHA Τράπεζα. Οπως θα θυμάται και τον υπουργό Απασχόλησης να λέει ότι δεν τίθεται θέμα μείωσης των κατώτατων συντάξεων. Δηλαδή αντί να συζητούμε για την αύξησή τους, μιλάμε για το ενδεχόμενο μείωσης. Και το ότι δεν θα μειωθούν -αν αυτό συμβεί- θα αποτελεί και κυβερνητική επιτυχία.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube