Επειτα από τρεις αγωνιστικές στο πρωτάθλημα και άλλες τόσες στην Ευρωλίγκα το δείγμα γραφής των τριών κυριότερων ελληνικών ομάδων μπάσκετ μπορεί να μην είναι ασφαλές, αλλά σίγουρα προσφέρεται για κάποιες πρώτες εκτιμήσεις.
Η σημαντικότερη από αυτές είναι ότι ο Παναθηναϊκός διαθέτει και πάλι ένα τεράστιο πλεονέκτημα, το οποίο προέρχεται όχι μόνο από την εντυπωσιακή ενίσχυση του ρόστερ του, αλλά και από την όλη λειτουργία του όλα αυτά τα χρόνια και τη φιλοσοφία που έχει περάσει στην ομάδα ο προπονητής Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Αυτή είναι η μεγάλη δύναμη του πρωταθλητή Ευρώπης. Μια δύναμη που γίνεται ακόμα μεγαλύτερη όταν ο προπονητής διαθέτει τους απαραίτητους σε αριθμό και ποιότητα παίκτες και όταν αυτοί οι παίκτες καταφέρνουν να εντάσσονται πλήρως στο σύστημα, τις απαιτήσεις και τη λογική του Ομπράντοβιτς.
Δεύτερη, πολύ σημαντική διαπίστωση: ο Ολυμπιακός διαθέτει υλικό κατά πολύ πληρέστερο των δύο προηγούμενων χρόνων και υπό προϋποθέσεις ικανό να υλοποιήσει τη μεγάλη ανατροπή, την οποία επιδιώκει η διοίκησή του ξοδεύοντας κάθε χρόνο όλο και περισσότερα λεφτά. Ομως οι παίκτες μόνοι τους, όσο ταλέντο κι αν διαθέτουν, δεν είναι σε θέση να γκρεμίσουν το «πράσινο κάστρο». Για να το πετύχουν θα πρέπει να γίνουν ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης –πράγμα που, όμως, είναι προς το παρόν το μεγάλο ζητούμενο.
Η τρίτη βασική διαπίστωση έχει να κάνει με τον Αρη, αλλά ταυτόχρονα αφορά όλες εκείνες τις ελληνικές ομάδες που προσπαθούν να διακριθούν χωρίς να διαθέτουν ποταμούς χρημάτων για την ενίσχυση του ρόστερ τους. Ο Αρης, λοιπόν, παραδίδοντας για μια ακόμα χρονιά μαθήματα σωστών επιλογών και οικονομίας, που στηρίζονται στην άριστη γνώση της αγοράς, αλλά και των δικών του αναγκών και απαιτήσεων, παρουσίασε μια ομάδα ικανή να διακριθεί εκ του ασφαλούς σε Ελλάδα και Ευρώπη και έτοιμη να εκμεταλλευθεί τα όποια στραβοπατήματα των αντιπάλων για να αναρριχηθεί σε θέσεις που δυσκολευόταν ακόμα και να ονειρευτεί με βάση την αμείλικτη οικονομική πραγματικότητα.
Ας τις πάρουμε, όμως, μία μία τις ομάδες για τις οποίες συζητάμε, αρχής γενομένης από τον πρωταθλητή (και κυπελλούχο) Ελλάδας και Ευρώπης. Ο Παναθηναϊκός, λοιπόν, έχει την ευτυχία να διαθέτει το πληρέστερο (ειδικά στην περιφέρεια) ρόστερ που παρουσίασε ποτέ κάποια ευρωπαϊκή ομάδα και μάλιστα μέχρι του σημείου η υπερπληθώρα παικτών να γίνεται... πρόβλημα! Κι αυτό διότι σε κάθε ματς κάποιος από τους οκτώ περιφερειακούς του θα πρέπει να μένει εκτός δωδεκάδας, ενώ και ο έβδομος συνήθως θα καθηλώνεται στον πάγκο, μια και ένα ροτέισον μεγαλύτερο των έξι παικτών σε τρεις θέσεις είναι κάτι παραπάνω από δύσκολο. Πόσω μάλλον όταν οι τέσσερις από τους οκτώ «πράσινους» περιφερειακούς φέρουν τον τίτλο του σούπερ σταρ και όταν (προς το παρόν τουλάχιστον) ο μέγας Γιασικεβίτσιους μπαίνει ως τρίτη ή και ως τέταρτη αλλαγή στο παιχνίδι!
Παρ' όλα αυτά, το ουσιαστικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Παναθηναϊκός στην περιφέρειά του δεν είναι η διαχείριση του πλούσιου σε ποιότητα και αριθμό υλικού που διαθέτει, αλλά η διαμόρφωση της κατάλληλης χημείας με βάση τη φιλοσοφία και τα πιστεύω του Ομπράντοβιτς.
Το βασικότερο ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι άλλο από την προσαρμογή του Γιασικεβίτσιους, ο οποίος ναι μεν είναι μια τεράστια προσωπικότητα, αλλά σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει συνηθίσει σε μπάσκετ άλλου τύπου. Για παράδειγμα, ο Λιθουανός συνηθίζει περισσότερο να πασάρει, παρά να σουτάρει, όμως ο Ομπράντοβιτς τώρα του ζητάει το αντίθετο. Εκτός αυτού, ο Σάρας είναι ο βασιλιάς του τρανζίσιον, αλλά προς το παρόν δεν έχει ευκαιρίες για να δείξει την αξία του στο ανοιχτό γήπεδο. Τέλος, ο Λιθουανός είναι μέγας στην επίθεση, αλλά αρκετά αδύναμος στην άμυνα, πράγμα που σημαίνει ότι ο Ομπράντοβιτς πρέπει σ' αυτόν τον τομέα να τον «κρύβει», είτε αναθέτοντάς του τον λιγότερο επικίνδυνο αντίπαλο είτε προσφέροντάς του βοήθειες από τους άλλους παίκτες της πεντάδας.
Κατά τα άλλα, στην «πράσινη» περιφέρεια κυριαρχούν η εμβληματική παρουσία του Διαμαντίδη, η δυναμική επιστροφή του Σπανούλη και το κενό που άφησε πίσω του ο Σισκάουσκας, ένας παίκτης που θα ταίριαζε στον σημερινό Παναθηναϊκό περισσότερο από τον μεγαλύτερο σε όνομα και κασέ Σαρούνας Γιασικεβίτσιους. Ομως με τέσσερις σταρ (Διαμαντίδης, Γιασικεβίτσιους, Σπανούλης, Μπετσίροβιτς) και τα απαραίτητα εργαλεία (Χατζηβρέττας, Ουίνστον) για την υποστήριξή τους, ακόμα κι αυτό μοιάζει με επουσιώδη λεπτομέρεια, μια και υπό κανονικές συνθήκες ο Παναθηναϊκός έχει τον τρόπο να κάνει τη δουλειά του όπως εκείνος θέλει.
Σε σχέση με την περιφέρεια η «πράσινη» φροντ λάιν υστερεί σε ονόματα, αλλά δεν είναι αυτό το στοιχείο που προβληματίζει. Στο Βελιγράδι, για παράδειγμα, αποδείχθηκε ότι δεν υπάρχει ο παίκτης που θα τα βάλει στην άμυνα με ένα θηρίο τύπου Πέικοβιτς, ενώ διαρκής είναι η πεποίθηση ότι ομάδα θα χρειαζόταν ένα «τεσσάρι» με σταθερό εξωτερικό σουτ, που θα ανάγκαζε τις αντίπαλες άμυνες να ανοίξουν περισσότερο. Κατά τα άλλα, οι ψηλοί του Παναθηναϊκού ξέρουν καλά τα ζητούμενα του προπονητή, που είναι το αμυντικό ροτέισον, τα πικ εν ρολ, οι αλλαγές μαρκαρισμάτων, οι καλές πάσες στην περιφέρεια, η στόχευση στα αδύναμα σημεία του αντιπάλου και άλλα πολλά...
Ο Ολυμπιακός διαθέτει τέσσερις (Μασιγιάουσκας, Γκριρ, Γουντς, Τζάκσον) χαρισματικούς σκόρερ, αλλά όσες φορές προσπάθησε να τους έχει όλους μαζί στο παρκέ κατάλαβε ότι από το παιχνίδι του έλειπαν η λογική, η οργάνωση, η υπομονή και πάνω απ' όλα η άμυνα. Ετσι, λοιπόν, τώρα πέρασε στη φάση της σύνθεσης του πλούσιου υλικού που διαθέτει, με σκοπό να αντιμετωπίσει δραστικά τις αδυναμίες που προαναφέρθηκαν και να βαδίσει με μεγαλύτερη σιγουριά προς τους στόχους του.
Στο πλαίσιο αυτής της σύνθεσης, λοιπόν, δείχνουν να αποκτούν βασικό ρόλο στην ομάδα οι Πρίντεζης, Βασιλόπουλος, που θεωρούνται ικανοί να παίζουν άμυνα για... τέσσερις, αλλά και ο Μπλάκνεϊ, που είναι ασφαλώς ο καταλληλότερος για να αναλάβει τον ρόλο του «διευθυντή ορχήστρας», στον οποίο τόσο πολύ πάσχει ο Ολυμπιακός όταν εμπιστεύεται τον Γκριρ ή τον υπερεκτιμημένο Τεόντοσιτς...
Ολα αυτά σημαίνουν, βεβαίως, ότι οι Μασιγιάουσκας, Γκριρ θα πρέπει να μοιραστούν αρκετό από τον χρόνο συμμετοχής τους στη θέση «2», ότι ο Γουντς θα πρέπει να συνηθίσει στον ρόλο της «αλλαγής πολυτελείας» και ότι ο Τζάκσον θα πρέπει να συνειδητοποιήσει πως, αν «τρώει» περισσότερα από όσα βάζει, τότε χαιρετίσματα...
Συμπερασματικά, ο Ολυμπιακός αλλιώς ξεκίνησε κι αλλιώς προσπαθεί να βαδίσει τώρα, γεγονός που ήδη το πλήρωσε (δύο ήττες) και ίσως το πληρώσει και στο εγγύς μέλλον. Ομως η στροφή που πραγματοποιεί είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και μακροπρόθεσμα θα έχει θετικά αποτελέσματα, φτάνει να καταλάβει οριστικά ο Γκέρσον ότι με ομάδα που δεν θα έχει ισορροπία μεταξύ επίθεσης και άμυνας και που, επίσης, δεν θα μπορεί να ελέγχει –οπότε χρειάζεται– τον ρυθμό, είναι αδύνατον να εκθρονίσει τον Παναθηναϊκό και να διεκδικήσει μια υψηλή θέση στην Ευρωλίγκα.
Οσο για τον Αρη, εκείνο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι, παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς, δείχνει ικανός να πάει καλύτερα από πέρυσι, πράγμα που έγινε σαφές με τις τρεις νίκες του σε ισάριθμους αγώνες στην Ευρωλίγκα.
Βεβαίως, ένα σοβαρό πρόβλημά του είναι το γεγονός ότι προς το παρόν ο Τέρι –καινούργια «χρυσή» ανακάλυψή του μεταξύ των αποφοίτων των κολεγίων– παίζει μόνο στην Ευρωλίγκα, πράγμα που τον αποδυναμώνει στο πρωτάθλημα αλλά και του δημιουργεί γενικότερες δυσκολίες στον τομέα της χημείας. Ομως, από την άλλη, οι «κιτρινόμαυροι» δικαιούνται να περιμένουν περισσότερα, κυρίως από τους Ελληνες παίκτες, που ακόμα δεν έχουν βρει ρυθμό, και να ελπίζουν ότι τη στιγμή που όλα θα είναι πια ιδανικά στην ομάδα τους θα έχουν την ευκαιρία για μια υπέρβαση μεγαλύτερη και από αυτή που με βάση τα οικονομικά δεδομένα τους ήδη έχουν πετύχει.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο Τζερεμάια Μάσεϊ, ίσως ο πιο προοδευμένος τα τρία τελευταία χρόνια Αμερικανός επί ευρωπαϊκού εδάφους, είναι ο αδιαμφισβήτητος σταρ της ομάδας, αλλά με ένα επιπλέον πλεονέκτημα για τον Αρη: είναι ένας σταρ που δεν επιδιώκει την ατομική προβολή, αλλά διακρίνεται μέσα από προσπάθειες (προσοχή, σε επίθεση και άμυνα!) που χαρακτηρίζονται από ομαδικό πνεύμα. Οσο για την απίστευτη ενέργεια που βγάζει στο παρκέ, ε, αυτή έχει αποτέλεσμα από τη μία να προσφέρει τρομερό θέαμα και από την άλλη να έχει γίνει (δικαίως) ο αγαπημένος των οπαδών της ομάδας.