Οπως φάνηκε από την έβδομη αγωνιστική, ο πρωταθλητής δεν μπορεί να αναδεικνύεται από τόσο νωρίς. Τα σερί, οι διαδοχικές νίκες, τα στατιστικά επιτεύγματα, όλα αυτά είναι χρήσιμα για μας που γράφουμε, αλλά οι τίτλοι κερδίζονται στα γήπεδα και όχι στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.
Ολο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, με αφορμή την απόδοση της ΑΕΚ, η οποία κέρδιζε τα παιχνίδια χωρίς να παρουσιάζει αξιόλογη απόδοση, πολλοί έγραψαν και υποστήριξαν ότι αυτό οφείλεται στην ικανότητα της ομάδας του Φερέρ να σημειώνει «επαγγελματικές» νίκες. Στη δική μου αντίληψη για τον όρο, «επαγγελματική» είναι η νίκη που κάνεις κάποια στιγμή στην οποία χρειάζεται να παίξεις με σβησμένες μηχανές, δηλαδή να κάνεις συντήρηση δυνάμεων ή να προστατεύσεις από την κούραση ορισμένους ποδοσφαιριστές σου.
Κερδίζεις χωρίς να παίξεις ποιοτικό ποδόσφαιρο διότι εκείνο που σε ενδιαφέρει περισσότερο απ' όλα είναι να πάρεις το αποτέλεσμα με τον μικρότερο δυνατό κόπο και, φυσικά, κόστος. Ομως δεν μπορείς μονίμως να αγωνίζεσαι «επαγγελματικά» και να παίρνεις τις νίκες έτσι, διότι αυτός ο «επαγγελματισμός» είναι ένα είδος πάρθιου βέλους. Θα σε πληγώσει και σένα. Στο προχθεσινό παιχνίδι του ο «Δικέφαλος» πλήρωσε τον περίφημο «επαγγελματισμό» του. Ουσιαστικά, πλήρωσε το πρόωρο φορμάρισμα της ομάδας, που ήταν υποχρεωμένη να δώσει το καλοκαίρι τους προκριματικούς αγώνες για τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ.
Ηταν φυσικό να ακολουθήσει κάποια κάμψη, που αποδέχεσαι ότι θα έχει και συνέπειες, δηλαδή κάποιες βαθμολογικές απώλειες. Τώρα ο «Δικέφαλος» αντιμετωπίζει την Κυριακή την πιο κρίσιμη δοκιμασία των φετινών φιλοδοξιών του, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Μία ακόμα ήττα, που είναι μέσα στο παιχνίδι, θα έχει –κυρίως– ψυχολογικές συνέπειες. Εχει γραφτεί από πολλούς συναδέλφους –και είναι ακριβές– ότι οι ομάδες που έχουν και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις θα πρέπει να ισορροπήσουν στις δύο βάρκες. Τη μία του ελληνικού πρωταθλήματος και την άλλη της Ευρώπης, εφόσον επιθυμούν τη διάκριση και στα δύο πεδία. Διαφορετικά, θα αναγκαστούν να επιλέξουν. Μια επιλογή που έχει διαφορετική διαβάθμιση στο κόστος.
Αν κάποια από αυτές τις ομάδες εγκαταλείψει τον στόχο της διάκρισης στο ελληνικό πρωτάθλημα, θα έχει «προσωπικό» κόστος. Θα δυσαρεστήσει τους οπαδούς της, ενώ δεν αποκλείεται να έχει και οικονομικές απώλειες, εφόσον δεν εξασφαλίσει κάποια από τις θέσεις που οδηγούν στην Ευρώπη. Στην άλλη περίπτωση το κόστος είναι γενικό. Θα επιβαρύνει συνολικά το ελληνικό ποδόσφαιρο, που δεν θα μπορέσει να συγκεντρώσει τους απαιτούμενους βαθμούς για να βελτιώσει τη θέση του στη βαθμολογία της ΟΥΕΦΑ.
Αυτός ο διμέτωπος αγώνας που έχουν να δώσουν οι ομάδες οι οποίες πέρυσι βρέθηκαν στις υψηλότερες θέσεις του βαθμολογικού πίνακα είναι σαφές ότι θα επηρεάσει την εικόνα της βαθμολογίας. Οι ανακατατάξεις θα είναι συχνές και οι ομάδες που θα έχουν τις λιγότερες απώλειες από τραυματισμούς και παράλληλα θα μπορέσουν να διαχειριστούν καλύτερα το περίφημο rotation, αυτές είναι που θα μείνουν μέσα στο παιχνίδι μέχρι το τέλος. Εδώ θα πρέπει να λάβει υπόψη του κάποιος το εξής.
Αυτή η κατάσταση μπορεί να δώσει τη δυνατότητα σε κάποιες ομάδες που δεν έχουν ευρωπαϊκές υποχρεώσεις να μπουν σφήνα στους Ευρωπαίους. Στο ελληνικό πρωτάθλημα, των περιορισμένων δυνατοτήτων, μια τέτοια δυνατότητα δεν μπορούν να την εκμεταλλευτούν πολλές ομάδες. Ισως ο Ατρόμητος με τον Αστέρα Τρίπολης, μόνο.
Το λοκ άουτ στη λογική
Ωραία. Οι επικοινωνιολόγοι το εισηγήθηκαν στον πρωθυπουργό, αυτός το υιοθέτησε και το ξεφούρνισε στη Βουλή ως εύρημα αλλά και πολιτικό επιχείρημα. Οτι όσοι μαθητές μετέχουν στις καταλήψεις ουσιαστικά κάνουν ένα λοκ άουτ στο δικαίωμα στην εκπαίδευση όσων επιθυμούν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα.
Πιασάρικη έκφραση, που στην ελληνική πολιτική –η οποία πλέον έχει γίνει αποκλειστικό αντικείμενο των επικοινωνιολόγων και των τηλεοράσεων– επέχει θέση επιχειρήματος, ανεξαρτήτως αν δεν απαντά στο «γιατί;» των καταλήψεων. Αυτές οι «πιασάρικες» εκφράσεις συχνά είναι κενές περιεχομένου. Και το κενό περιεχόμενο το συναντάμε όλο και συχνότερα στη φρασεολογία και τις «προτάσεις» μιας κυβέρνησης που ευαγγελίστηκε την επανίδρυση του κράτους και τις μεταρρυθμίσεις.
Μιας κυβέρνησης που δεν έχει τι να απαντήσει στις αγωνίες των νέων παιδιών, που χάνουν την εφηβεία τους στις ατελείωτες και αντιπαραγωγικές ώρες του σχολείου και των φροντιστηρίων. Των νέων παιδιών που αργότερα θα ανακαλύψουν ότι μετά την εφηβεία τους θα συνεχίσουν να χάνουν. Και να ήταν μόνο τα παιδιά του λυκείου ή των πανεπιστημίων, θα είχε καλώς...
Εδώ είναι φανερό ότι χάνουν τη ζωή τους και οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι. Χάνουν τη δυνατότητά τους να ζουν αξιοπρεπώς, να έχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να κάνουν όνειρα για το αύριο. Γι' αυτό το λοκ άουτ στη ζωή όλων μας οι επικοινωνιολόγοι του πρωθυπουργού δεν έχουν να παραθέσουν κάποιο εύρημα.
Ολα τα τρικ εξαντλήθηκαν στην πρώτη, κολοβή τετραετία. Προχθές ξανάρθε στην επιφάνεια το πρόβλημα με τις μονάδες εντατικής θεραπείας, οι μισές από τις οποίες παραμένουν κλειστές, είτε λόγω έλλειψης προσωπικού είτε λόγω έλλειψης εξοπλισμού, αλλά ο πρωθυπουργός δεν είχε να κάνει κάποιο σχόλιο.
Πώς να σχολιάσεις το γεγονός ότι 4.500 άνθρωποι κάθε χρόνο, που έχουν ανάγκη μια θέση σε μονάδα εντατικής θεραπείας, δεν θα βρουν το κρεβάτι που χρειάζονται και ελπίζουν να είναι τυχεροί για να συνεχίσουν να ζουν. Και πρόκειται για ένα πρόβλημα που κληρονόμησε η κυβέρνηση από το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν έκανε τίποτε για να το διορθώσει.
Διότι με «πιασάρικες» εκφράσεις δεν γίνεται πολιτική. Μόνο σόου για τα ΜΜΕ, τα οποία –ακόμα– δεν κυβερνούν. Ή μήπως κάνω λάθος;
Παιχνίδι απ' τα παλιά
Πιθανότατα έχουμε παρακολουθήσει παιχνίδια με καλύτερο θέαμα από αυτό που είδαμε ανάμεσα στην Αρσεναλ και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Για να πω την αλήθεια, εκείνο που προσωπικά με ενδιέφερε περισσότερο ήταν ο τρόπος που θα λειτουργούσαν σε επίπεδο τακτικής οι δύο προπονητές. Ο Βενγκέρ και ο Φέργκιουσον. Οι μόνοι προπονητές ομάδων της Πρέμιερσιπ που έχουν προσληφθεί τον περασμένο αιώνα. Το παιχνίδι από πλευράς θεάματος δεν ήταν κακό. Ομως νομίζω ότι ο σερ Αλεξ είχε διαβάσει πολύ καλύτερα το ματς και είχε μαντέψει ότι ο Αλσατός θα υπερφόρτωνε το κέντρο. Το 4-3-3 με το οποίο κατέβηκε η Γιουνάιτεντ γινόταν 4-5-1, όταν έκανε επίθεση η Αρσεναλ. Τα προβλήματα που αντιμετώπισε στην ανάπτυξή της η Αρσεναλ ήταν φανερά στο πρώτο ημίχρονο, αν και στο δεύτερο ισορρόπησε κάπως. Αυτή η μάχη των πάγκων, που πριν εμφανιστεί ο Αμπράμοβιτς διανθιζόταν και από έναν πόλεμο δηλώσεων, είναι το καλύτερο στοιχείο στις αναμετρήσεις ανάμεσα στις δύο ομάδες που αποτελούν τα φαβορί για τον φετινό τίτλο της Πρέμιερσιπ.