Πριν από λίγες ημέρες γράφτηκε σε αρκετές εφημερίδες ότι πιθανόν η Ρεάλ Μαδρίτης να έχει πρόβλημα όταν έρθει στην Ελλάδα να αγωνιστεί με τον Ολυμπιακό. Αιτία του προβλήματος φαίνεται πως είναι η διαφήμιση που έχει στη φανέλα της η ισπανική ομάδα. Μία εταιρεία στοιχήματος.
Ως γνωστόν, το στοίχημα στην Ελλάδα είναι μονοπώλιο. Ενα μονοπώλιο που βρίσκεται υπό αμφισβήτηση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Η «πληροφορία» αυτή περί του προβλήματος της ισπανικής ομάδας δεν γνωρίζω πώς προέκυψε, αλλά πιθανολογώ ότι διέρρευσε από τον ΟΠΑΠ. Ο οποίος, φυσικά, δεν είχε ανάλογο πρόβλημα όταν η Μίλαν αγωνίστηκε στην Αθήνα τον περασμένο Μάιο στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Απλώς τώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να παραπέμψει τη χώρα μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αμφισβητώντας το κρατικό μονοπώλιο στο στοίχημα, πιθανόν κάποιος ή κάποιοι από τον ΟΠΑΠ να σκέφτηκαν ότι η Ρεάλ είναι μία καλή ευκαιρία για ντόρο.
Παρά το γεγονός ότι αυτή η διαδικασία με την αμφισβήτηση του κρατικού μονοπωλίου στον τζόγο μπορεί να τραβήξει και μία διετία ακόμα, η υπόθεση είναι χαμένη για την ελληνική πλευρά, όπως είναι και για τους Γάλλους, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Ο γράφων έχει κατ' επανάληψη διατυπώσει την άποψή του για τον γάμο των σπορ –και ιδιαίτερα με το ποδόσφαιρο. Το παιχνίδι πεθαίνει, αφού οι περισσότεροι το τοποθετούν στην περιφέρεια του ενδιαφέροντός τους, ενώ τα νέα παιδιά εκπαιδεύονται σε μία διαστροφική και καταστροφική προσέγγιση των σπορ.
Το μόνο που ενδιαφέρει το κράτος είναι η διασφάλιση των κερδών του οργανισμού και η θέση του στην αγορά, όταν αυτή γίνει μία ανοικτή ζούγκλα ανταγωνισμού, που στην Ε.Ε. αντιμετωπίζεται σαν θεϊκή αποκάλυψη. Ο τζόγος και ιδιαίτερα η δυναμική είσοδος στο ποδόσφαιρο εταιρειών διαδικτυακού τζόγου στην Ευρώπη έγινε ακόμα μεγαλύτερη, μετά την περσινή απαγόρευση της λειτουργίας τους στις ΗΠΑ. Πρόπερσι μόνο στην Πρέμιερσιπ η άνοδος στα έσοδα των ομάδων από τη διαφήμιση αυτής της μορφής έφτασε τα 23 εκατομμύρια ευρώ, ανεβάζοντας τον συνολικό τζίρο στα 73 εκατομμύρια, αποτέλεσμα του διαρκώς αυξανόμενου ανταγωνισμού αυτών των εταιρειών σε παγκόσμιο επίπεδο. Φέτος η άνοδος του τζίρου υπολογίζεται να είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Το πιο δυναμικό μπάσιμο στον χώρο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου τον έχει κάνει η Bwin, η οποία μετά τη Μίλαν κέρδισε και τη φανέλα της Ρεάλ, με την οποία υπέγραψε μία τριετή συμφωνία αξίας 21 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Η τρίτη ακριβότερη συμφωνία έπειτα από εκείνη της Γιουνάιτεντ με την AIG και της Μπάγερν με την T-mobile. Οι εταιρείες διαδικτυακού τζόγου που βρίσκονται σε διαμάχη με αρκετές χώρες-μέλη της Ε.Ε., που προασπίζονται το κρατικό μονοπώλιο του τζόγου, φέτος έχουν διαφήμιση στις φανέλες 14 ομάδων των 6 κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, ενώ πρόπερσι είχαν μόλις 6.
Η γαλλική κυβέρνηση ανάγκασε 4 ομάδες της γαλλικής λίγκας να ακυρώσουν τις συμφωνίες που είχαν υπογράψει με την Bwin. Οι εταιρείες διαδικτυακού τζόγου υποστηρίζουν ότι έχουν δικαιωθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά είναι προφανές ότι έχει τεθεί θέμα ερμηνείας του νόμου. Τα ίδια συμβαίνουν και στη Γερμανία, όπου δύο περιφερειακά δικαστήρια απαγόρεψαν στις Βέρντερ και Μόναχο 1860 να διαφημίσουν στις φανέλες τους εταιρείες τζόγου.
Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά στη Βρετανία, η οποία υποδέχεται αυτές τις εταιρείες με ανοιχτές αγκάλες και πολλές από αυτές είναι και εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου. Εχει ενδιαφέρον να δούμε πώς μπορεί κάποιο κράτος, στο οποίο ισχύει το μονοπώλιο στον τζόγο, να εμποδίσει τη διαφήμιση όταν ο οποιοσδήποτε μπορεί να παρακολουθεί ποδοσφαιρικά παιχνίδια στην οθόνη του υπολογιστή του μέσω του Διαδικτύου.
Η απάντηση είναι «η αγορά». Η ερώτηση;
Από την πτώση του τείχους του Βερολίνου και μετά, η διαδικασία που ονομάζουμε και αντιλαμβανόμαστε ως παγκοσμιοποίηση προχωρεί με πολύ γρήγορο ρυθμό. Ως φαίνεται, πλέον, οι περισσότερες ερωτήσεις που αφορούν την πολιτική και την οικονομία έχουν μία –κυρίως– απάντηση. Την αγορά.
Το 1996, λίγο πριν ο Κλίντον κερδίσει τη δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο, ήταν πεπεισμένος ότι θα συνέχιζε να βρίσκεται στο οβάλ γραφείο για τέσσερα ακόμα χρόνια, όπου θα μπορούσε να ολοκληρώσει το έργο του. Πολλοί, βέβαια, υποστηρίζουν ότι το έργο που ο Κλίντον ήθελε να ολοκληρώσει ήταν η συγγραφή ενός best-seller με τον τίτλο «Οι εκατό πίπες που συγκλόνισαν τον κόσμο».
Ενας από τους επιτελείς του τότε τον είχε ρωτήσει για ποιο λόγο πιστεύει ότι θα κερδίσει και ο Κλίντον του είχε απαντήσει «it’s the economy, stupid». Και η αλήθεια είναι ότι την οκταετία του Κλίντον η αμερικανική οικονομία γνώρισε πρωτοφανή ρυθμό ανάπτυξης. Η αγορά φαίνεται να είναι και η απάντηση σε αρκετά ερωτήματα που αφορούν και το ποδόσφαιρο. Στο ερώτημα γιατί το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 έγινε στα γήπεδα της Ν. Κορέας και της Ιαπωνίας, η απάντηση ήταν η τεράστια κινεζική αγορά του 1,3 δισ. καταναλωτών.
Η ερώτηση στο «γιατί» του γάμου του ποδοσφαίρου με την τηλεόραση και με τον τζόγο έχει την ίδια απάντηση. Την αγορά. Αυτό το έχουν αντιληφθεί και όσοι παράγοντες ή επιχειρηματίες ασχολούνται με το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, μόνο που η όλη επιχειρηματική συμπεριφορά τους θυμίζει την ιστορία του Χότζα με τον κλεμμένο γάιδαρο. Ο Χότζας κατηγορήθηκε κάποτε ότι έκλεψε ένα γάιδαρο και καταδικάστηκε σε θάνατο.
Μόλις άκουσε την απόφαση, άρχισε να διαμαρτύρεται και να υποστηρίζει ότι ο γάιδαρος ήταν αδελφός του τον οποίο ένα κακό τζίνι μεταμόρφωσε και του έκλεψε τη φωνή. «Αφήστε με να ζήσω και μέσα σ' ένα χρόνο θα κάνω τον γάιδαρο να μιλήσει και να σας πει την αλήθεια», φώναζε. Ο δικαστής αποφάσισε να του χαρίσει τη ζωή, αλλά αν σ' ένα χρόνο ο γάιδαρος δεν μιλούσε, τόσο ο Χότζας αλλά και ο γάιδαρος θα πέθαιναν.
Οταν ο Χότζας γύρισε σπίτι, η γυναίκα του τον ρώτησε «μα πώς θα κάνεις τον γάιδαρο να μιλήσει σ' ένα χρόνο;». Και ο Χότζας –Ελληνας ποδοσφαιροπαράγοντας– απάντησε: «Πολλά μπορεί να συμβούν σ' ένα χρόνο. Σε ένα χρόνο μπορεί να πεθάνω ή να πεθάνει ο γάιδαρος ή να πεθάνει ο δικαστής».
Οι εκλογές είναι κοντά. και η ανοησία
Το φαινόμενο είναι καθαρά ελληνικό. Πριν καν συμπληρωθεί ένας μήνας από τις εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου, έχει αρχίσει η συζήτηση για το ενδεχόμενο της διενέργειας πρόωρων εκλογών. Ο παραλογισμός είναι κάτι παραπάνω από προφανής, αν συνυπολογίσει κάποιος το γεγονός ότι τη συγκεκριμένη συζήτηση την άνοιξαν στελέχη της ίδιας της κυβέρνησης. Μιας κυβέρνησης που ένα μήνα μετά τις εκλογές παίρνει μηδέν στο νομοθετικό έργο και δίνει την εντύπωση ότι ο αριθμός των βουλευτών της είναι το όριό της. Η ανοησία που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη συζήτηση φαίνεται και από τις τοποθετήσεις κάποιων κυβερνητικών στελεχών, που συνδυάζουν το θέμα των πρόωρων εκλογών με το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Ετσι αποκαλύπτεται η βαθιά παθογένεια του ελληνικού πολιτικού συστήματος, όπου το ζητούμενο δεν είναι η διαχείριση των υποθέσεων της χώρας, αλλά η διατήρηση και η νομή της εξουσίας. Αν, τώρα, αυτό ονομάζεται λειτουργική δημοκρατία, τότε μας αξίζουν χειρότερα.