Επειδή κάπου ανάμεσα στον στρατό και την εφορία στις δημοκρατικές υποχρεώσεις μας μοιάζει να έχουμε αναλάβει την υποχρέωση να υποστηρίζουμε και την Εθνική, μερικές πικρές αλήθειες.

Πρώτη αλήθεια. Είναι το ίδιο γελοίο να λέγεται και να γράφεται ότι έπειτα από νίκες πρέπει να νιώθουμε εθνική υπερηφάνεια και να «απαγορεύεται» να πει ή να γράψει κάποιος ότι αισθάνεται «εθνική ντροπή». Το να κάνεις τις νίκες εθνική υπόθεση, αλλά τις ήττες μέρος ενός παιχνιδιού, είναι σαν να θέλεις να πληρώνεσαι με λεφτά, αλλά να πληρώνεις με φασόλια. Οταν ζητείς αναγνώριση επειδή τίμησες τα εθνικά χρώματα, πρέπει να δέχεσαι και την αποδοκιμασία όταν τα ατιμάζεις. Θετικό αρνητικό, γινγκ, γιανγκ, βαριόμουνα, ελαφρόπουτσες, πέστε το όπως θέλετε, αλλά το ένα χωρίς το άλλο δεν μπορούν να υπάρχουν.

Δεύτερη αλήθεια. Η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός δημοσίου δικαίου. Το «μη κερδοσκοπικός» δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το ότι δεν μπορεί να μοιράζει κέρδη. Η ΕΠΟ δεν μπορεί να μοιράζει κέρδη, αλλά μπορεί να μοιράζει μισθούς, πριμ και έξοδα για ταξίδια εκτός έδρας. Η ΕΠΟ κλείνει συμβόλαια με χορηγούς, πουλάει το logo της φανέλας, βγάζει το κύπελλο του Euro στην επαρχία και ζητεί εισιτήριο για να φωτογραφηθείς δίπλα του, έχει licensing στα προϊόντα της και αυξομειώνει τις τιμές των εισιτηρίων της ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση. Η μόνη διαφορά είναι ότι, αντίθετα με τις ΠΑΕ, έχει υποχρέωση να τονίζει το μη κερδοσκοπικό χρακτήρα της. Για παράδειγμα εάν επικοινωνιακά ήταν αρτιότερη θα ενημέρωνε ότι το ματς με τη Βοσνία έγινε στο ΟΑΚΑ για λόγους ασφαλείας αντί να αφήσει υπόνοιες ότι ο μόνος λόγος της επιλογής του Σταδίου ήταν εισπρακτικός.

Τρίτη αλήθεια. Ο Οτο Ρεχάγκελ παραμένει θνητός και προπονητής. Οδήγησε την Εθνική στη μεγαλύτερη επιτυχία της ιστορίας του ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά δεν έχει το αλάθητο. Εάν του κάνεις την ερώτηση γιατί ξεκινάει με Χαριστέα, δεν χρειάζεται να πέφτεις γονατιστός για να μη θαμπωθείς από το κλέος του. Επίσης στο όνομα της ιερής Rilken ο Ρεχάγκελ μπορεί να μας γουστάρει, μπορεί να έκλαιγε μετά τις καλοκαιρινές φωτιές, αλλά εκτός αν ο Βύρωνας διαπραγματεύτηκε με τον Τζαβέλα πριν μπει στο Μεσολόγγι, δεν είναι ακριβώς ο ανιδιοτελής φιλέλληνας. Και το πριμ του πήρε για το Euro και το συμβόλαιό του διαπραγματεύτηκε με τους Ελληνες δημοσιογράφους να γράφουν να τον κλείσουμε οπωσδήποτε πριν μας τον πάρει η εθνική Γερμανίας. Η οποία, όπως μου έλεγε ο φίλος μου ο Δημουλάς, ουδέποτε σκέφτηκε να του κάνει πρόταση.

Τέταρτη αλήθεια. Η κερκίδα της Εθνικής δεν είναι ένα απέραντο λούνα παρκ με χαρούμενες οικογένειες να χειροκροτούν και να αγοράζουν -διαλιέχτε από τα γνήσια του Κατάπτυστου, διαλιέχτε - αυθεντικά σουβενίρ. Η κερκίδα της Εθνικής, εκτός από πασαρέλα, είναι και καταφύγιο κάθε απίθανης εθνικιστικής, ακροδεξιάς και εθνικοσοσιαλιστικής ομάδας που βρίσκει έδαφος για να εντυπωσιάσει τους πιτσιρικάδες. Παρά το ότι η ΕΠΟ παίρνει τα στοιχεία των κατόχων εισιτηρίων, είτε από αδυναμία είτε από ανικανότητα, τα συγκεκριμένα άτομα παραμένουν ασύδοτα.

Και μια τελευταία αλήθεια. Είναι τραγικό οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων που σιχαινόντουσαν τους βαρβάρους επειδή είχαν απόλυτους άρχοντες να δημιουργούν ιερές αγελάδες στο πρόσωπο του Ρεχάγκελ και της Εθνικής. Και η διαφορά ανάμεσα στον σεβασμό και τη δουλικότητα είναι ενίοτε μικρή...


Με ανακοίνωσή του ο Ολυμπιακός καταδίκασε το άρθρο στο «Φως» για κρίση μελαγχολίας της συζύγου του Ραούλ Μπράβο, προσθέτοντας ότι τα προσωπικά δεδομένα ενός ανθρώπου δεν μπορούν να δίνονται στη δημοσιότητα. Επειδή λοιπόν και η υποκρισία έχει όρια, μερικές πικρές αλήθειες.

Το όνειρο κάθε κυβέρνησης, διοίκησης σωματείου ή οποιουδήποτε άλλου φορέα εξουσίας είναι ένας εξημερωμένος Τύπος που θα ελέγχεται. Οι προσπάθειες χειραγώγησης του Τύπου πάντοτε συνοδεύονται από δηλώσεις για αγαθές προθέσεις που θα διαφυλάξουν τον απλό κόσμο από τη δημοσιογραφική αδιακρισία. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο κόσμος νομίζει ότι έτσι θα προστατεύεται, ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που γίνεται είναι οι ισχυροί να διατηρούν την ανωνυμία τους. Ακολουθούν παραδείγματα.

Οταν είχε ξεσπάσει το σκάνδαλο όσων την είχαν πουλέψει από τον στρατό, πολύ σύντομα ο εισαγγελέας είχε διατάξει την παύση της δημοσίευσης ονομάτων λόγω του νόμου για τα «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα». Πιο πρόσφατα στο δελτίο ειδήσεων του Star η Βατίδου έκανε δηλώσεις στην κάμερα, αλλά αναφερόταν ως «σύζυγος μεγαλοδικηγόρου». Ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων φτιάχτηκε στα μέτρα των εχόντων και κατεχόντων. Για να προστατεύονται οι επιβάτες στα κότερα, οι δεμένοι από Αλβανούς υπουργοί στις γκαρσονιέρες και για να καλύπτονται οι αριθμοί των αυτοκινήτων υφυπουργών που στη διάρκεια πίπας ξέχασαν να τραβήξουν χειρόφρενο και βρέθηκαν στη θάλασσα. Μόνο που στον κόσμο πέρασε σαν κατοχύρωση του απόρρητου της ιδιωτικής ζωής του, σαν να ενδιαφέρει τα Μέσα το χρώμα της κυλότας που αγόρασε από τη λαϊκή η κυρά Μπήλιω... Με τον νόμο να δίνει το δικαίωμα στον κάθε ένα εκτός από μήνυση να κάνει και αγωγή, ο δημοσιογράφος προτιμάει να «πνίγει» την είδηση αντί να τη βγάζει. Εκτός αν είναι τόσο περίεργος χαρακτήρας που αντί να πίνει τον καφέ σπίτι του προτιμάει να πίνει το νερομπούλι που σερβίρεται στα δικαστήρια της Ευελπίδων. Μαζί με τον φόβο της αγωγής ο δημοσιογράφος που βγάζει μια είδηση έχει να αντιμετωπίσει και τον τσατσισμό του συναδέλφου.

Ποιο λόγο έχεις, αν είσαι Νικολακόπουλος, να βγάλεις πρώτη είδηση στο «Φως» ότι η σύζυγος του Ραούλ Μπράβο πάσχει από μελαγχολία; Ο Μπράβο και η κυρία Μπράβο αποκλείεται να χαρούν, το ίδιο ισχύει και με τη διοίκηση που νιώθει ότι τους χαλάς την ατμόσφαιρα στην ομάδα, αλλά και τους οπαδούς που άλλη όρεξη δεν έχουν παρά να διαβάζουν πρωινιάτικα ότι η πιο ακριβή μεταγραφή του καλοκαιριού μπορεί να την κάνει πίσω στη χώρα του. Εφόσον λοιπόν κανένας δεν θα ευχαριστηθεί, δεν είναι προτιμότερο να καθόταν ο Νικολακόπουλος και να έγραφε ένα κομμάτι για το πόσο θέλουν οι παίκτες του Ολυμπιακού το «διπλό» στη Μαδρίτη; Με κλειστά μάτια θα το είχε γράψει και το «Φως» μπορεί και να πούλαγε και χίλια φύλλα παραπάνω σε Ολυμπιακούς που δεν το αγόρασαν επειδή δεν θέλουν να διαβάζουν αρνητικές ειδήσεις. Επίσης σαν γηραιά πόρνη στον Τύπο ο Νικολακόπουλος ξέρει ότι, εάν μπορούν στον Ολυμπιακό να τον ρίξουν σε «γκέλα» δίνοντας την επόμενη μεταγραφή της ομάδας σε συντάκτη που δεν το έγραψε, θα το κάνουν, για να το στείλουν το μήνυμα. «Οι καλοί δημοσιογράφοι παίρνουν τις κακές ειδήσεις. Αυτοί που γράφουν για μελαγχολία της κυρίας Μπράβο θα μελαγχολήσουν όταν θα διαβάζουν τις μεταγραφές του Ολυμπιακού σε άλλη εφημερίδα». Οπότε γιατί ο Νικολακόπουλος να διακινδυνεύσει να κονομήσει κάποια αγωγή, να κάνει εχθρούς στη διοίκηση και να δώσει αβαντάζ στους μάστορες του τσατσιλικιού; Για κανένα άλλο λόγο εκτός από το ότι μέσα στην «ερυθρόλευκη» τύφλα που ενίοτε τον βαράει κατακέφαλα παραμένει δημοσιογράφος. Γιατί όταν έχεις την είδηση και δεν τη γράφεις, έχεις μια περίεργη φαγούρα στα οπίσθια. Και μόνο όταν τη γράψεις σταματάει να σε τρώει ο κώλος σου.

Να προσθέσω ότι όποιος δεν έγραψε για τη μελαγχολία της κυρίας Μπράβο δεν σημαίνει ότι είναι και τσάτσος. Ο Ηρακλής Αντύπας, για παράδειγμα, μου έλεγε ότι στο δικό του ρεπορτάζ η κυρία μπήκε στο νοσοκομείο με δερματικό πρόβλημα. Το θέμα είναι οι πληροφορίες να δημοσιεύονται. Κάθε είδηση που μπορεί να επηρεάζει την απόδοση ενός ατόμου είναι δημοσιεύσιμη. Ακόμα και στοιχηματικά να το δει κάποιος, ένας αμυντικός που έχει τη γυναίκα του σε μελαγχολία αποκλείεται να βρίσκεται στο τσακίρ κέφι και ενδεχομένως αποτελεί ασθενή κρίκο στην ενδεκάδα. Για παράδειγμα κουτσομπολίστικο είναι να γράψω ότι το δεύτερο παιδί του Ντέμη Νικολαΐδη θα βαφτιστεί «Γιώργος». Η μέρα όμως της γέννησής του πιθανόν να είναι είδηση αν επηρεάζει κάποια εκδήλωση της ΑΕΚ στην οποία ο Νικολαΐδης θα παρευρισκόταν. Και στο φινάλε και το επαναλαμβάνω το πρόβλημα του ελληνικού ρεπορτάζ δεν είναι η κουτσομπολίστικη διάθεση, αλλά ο καθωσπρεπισμός, η δειλία και το τσατσιλίκι. Οπως μου έλεγε ένας παλιός προϊστάμενος στην εποχή που οι δημοσιογράφοι έγραφαν σε χαρτί: «Αν δημοσιεύαμε τα πεταμένα χαρτιά στο πάτωμα θα είχαμε τη μεγαλύτερη κυκλοφορία από όλες τις εφημερίδες». Και ομολογώ ότι ακόμα και εγώ που είμαι ανάποδος χρόνος έχω ρίξει τα χαρτάκια μου σε πάτωμα εφημερίδας με το σκεπτικό «Τώρα γιατί να τσακώνομαι με τον άνθρωπο...».

Αλλά ακόμα και να πούμε ότι στην περίπτωση που ο Ολυμπιακός είχε ένα δίκιο στο κουτσομπολίστικο της είδησης, δεν είναι λίγο αναίδεια να προσπαθεί να διδάξει δημοσιογραφικό σαβουάρ βιβρ η ομάδα που ανακοίνωνε το βράδυ ότι δεν υπάρχει θέμα Μπιγκόν, για τον απολύσει το επόμενο πρωί, και ότι όσοι είχαν γράψει ότι ο Αντζας και ο Ουαντού μπορεί να φύγουν, το έκαναν για να βλάψουν τον Ολυμπιακό. Σε αυτό το σημείο θυμήθηκα μια δήλωση του Πέτρου Κόκκαλη πριν από οκτώ περίπου χρόνια. «Οι δημοσιογράφοι θα γράφουν τις ειδήσεις που εμείς δίνουμε», είχε πει ο μικρός Κόκκαλης στο λανσάρισμα του site του Ολυμπιακού. Σήμερα ο Πέτρος Κόκκαλης είναι βέβαιο ότι καταλαβαίνει τον λόγο που αυτό ποτέ δεν θα γίνει στον Ολυμπιακό, αλλά και σε κάθε άλλη ομάδα. Ακόμα και ο φανατικότερος χρειάζεται μια ακαθοδήγητη ενημέρωση και όχι ειδήσεις που βολεύουν την ομάδα και ανατρέπονται σε ώρες.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube