Ενα από τα αγαπημένα αναγνώσματα μιας περασμένης ηλικίας -τότε που, ως συναγωνιστής του Ψαριανού, πλακωνόμουν στις φούντες- ήταν το μυθιστόρημα του Λούις Κάρολ «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων». Ενα μυθιστόρημα, που όσο το διαβάζει κανείς τόσο περισσότερο ανακαλύπτει ότι και ο Κάρολ έκανε παρέα με τον Ψαριανό.

Εκεί, σε κάποιο σημείο της ιστορίας όπου ο λαγός ξεναγεί την Αλίκη σε ένα παραισθητικό σύμπαν, το παράξενο ζευγάρι βρίσκεται σε ένα σημείο όπου συναντιούνται πέντε δρόμοι. Η Αλίκη στέκεται προβληματισμένη για την κατεύθυνση που θα επιλέξει και ο λαγός, ο οποίος καταλαβαίνει τον δισταγμό της, τη ρωτά: «Πού θέλεις να πας;» και η Αλίκη τού απαντά χωρίς δισταγμό «δεν ξέρω». Τότε ο λαγός, με την αυταρέσκεια ενός σοφού, της απαντά «άμα δεν ξέρεις πού θέλεις να πας, όλοι οι δρόμοι οδηγούν εκεί».

Μετά και τη συμπλήρωση της τρίτης αγωνιστικής αρχίζω να πιστεύω ότι, παρ' όλο που παρακολουθούμε το δεύτερο πρωτάθλημα που διοργανώνει η Super League, η ίδια θυμίζει όλο και περισσότερο την Αλίκη. Δεν ξέρει πού θέλει να πάει. Διότι αν γνώριζε, θα φρόντιζε να διασφαλίσει την αξιοπιστία του προϊόντος που ονομάζεται «ελληνικό ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα».

Το επίπεδο της διαιτησίας ήταν απογοητευτικό. Και αυτή η απογοήτευση γεννά την αγανάκτηση και την απέχθεια. Αμέσως μετά ακολουθεί η αδιαφορία. Υποθέτω ότι το ελληνικό πρωτάθλημα πρέπει να αποτελεί μέρος του παραισθητικού σύμπαντος της Αλίκης. Πού αλλού θα μπορούσε να μετρήσει ένα γκολ σαν αυτό που σημείωσε ο Λουτσιάνο στο παιχνίδι του Ατρομήτου με τη Λάρισα; Φανταστείτε τι θα μπορούσε να συμβεί αν αυτό το μαγικό συνέβαινε σε κάποιο ντέρμπι. Και δεν ήταν μόνο η διαιτησία στο παιχνίδι του Ατρομήτου, αλλά και στου Αρη και στου ΠΑΟ.

Είναι κάτι παραπάνω από εμφανές ότι έχουμε να κάνουμε με ανίκανους διαιτητές. Που έχουν επιλεγεί με κριτήρια κάθε άλλο παρά αγωνιστικά και που τελικά καταστρέφουν το παιχνίδι. Αν η Super League θεωρεί ότι το να έχει έναν παρατηρητή στην επιτροπή διαιτησίας λύνει το πρόβλημα, τότε αγνοεί με τι έχει μπλέξει. Εκείνο που πρέπει να την απασχολήσει και, φυσικά, εκείνα που πρέπει να διασφαλίσει είναι τη διαφάνεια και τηn αυστηρότητα της διαδικασίας επιλογής διαιτητών. Μία διαδικασία που βρίσκεται στα χέρια της ΕΠΟ, η οποία έχει μία ιδιαίτερη άποψη για το πώς πρέπει να διαμορφώνονται οι πίνακες.

Τέλος πάντων, αυτό το ζήτημα, της αξιοπιστίας, εμάς τους φιλάθλους, τους οπαδούς, τους δημοσιογράφους μάς ενδιαφέρει πολύ περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Αν στη Super League εκτιμούν ότι το πρωτεύον είναι να πιέσουν το κράτος για να τους χαρίσει δημόσιες εκτάσεις για να κατασκευάσουν γήπεδα, τα οποία θα γεμίσουν τα ταμεία τους, αν δεν αλλάξουν προτεραιότητες, σε λίγο θα γεμίζουν τα ταμεία τους με βελανίδια.

Βέβαια, μαζί με τη διαιτησία έρχεται και το ζήτημα της αθλητικής δικαιοσύνης και η επίδρασή της στην αξιοπιστία του προϊόντος, αλλά ας ασχοληθούν εκεί με ένα πράγμα τη φορά, αφού, όπως φαίνεται, πελαγώνουν πολύ εύκολα.

Μία ακόμα επισήμανση. Είχα παρατηρήσει ότι η βδομάδα που πέρασε θα ήταν μία εβδομάδα αναμονής. Μία εβδομάδα που θα μας επέτρεπε να δούμε αν θα βλέπαμε θέαμα ανάλογο με εκείνο που είδαμε την προηγούμενη αγωνιστική και αν οι κερκίδες θα γέμιζαν. Για το θέαμα έχετε άποψη. Οπως και για το αν αξίζει μία ηλιόλουστη Κυριακή να βρεθείς στο γήπεδο. Από την προηγούμενη αγωνιστική χάθηκαν γύρω στα 50 χιλιάδες εισιτήρια. Και είμαστε ακόμα στην αρχή.

Μίζες και εξοπλισμοί

Την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές θα έχουμε ήδη μία ιδέα για το προσχέδιο του προϋπολογισμού που θα έχει ήδη κατατεθεί στη Βουλή. Εναν προϋπολογισμό που γνωρίζαμε πριν κατατεθεί ότι προβλέπει αυξημένα έσοδα το 2008 κατά 6 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2007.

Η αλήθεια είναι ότι πάλι το κύριο βάρος των εσόδων του προϋπολογισμού θα επωμιστούν, όπως πάντα, μισθωτοί και συνταξιούχοι. Ενα είδος του ζωικού βασιλείου με αξιοθαύμαστη αντοχή σε φορολογικές επιβαρύνσεις, απαραίτητες για να εξυπηρετηθεί ο δημόσιος δανεισμός -που συνεχώς μεγαλώνει, αλλά για τον οποίο δεν κάνουμε καμία κουβέντα- και οι υπερβολικές εξοπλιστικές δαπάνες. Και σε αυτές τις δαπάνες περιλαμβάνονται και οι μίζες, που φτάνουν σε πολύ μεγάλο ύψος, αλλά ποτέ δεν μαθαίνουμε ποιοι τις πήραν. Διότι, για τη μίζα, ειδικά στους εξοπλισμούς, υπάρχει τρόπος.

Πώς μπορεί να δοθεί μια «μίζα»; Κατά πρώτο λόγο στα αντισταθμιστικά και στην παροχή λογισμικού (software) γα τη λειτουργία του συστήματος. Η μηχανή δουλεύεται ως εξής. Στήνεται μια υπεράκτια εταιρεία, που υποτίθεται ότι πουλάει το λογισμικό στην εταιρεία που υλοποιεί τα αντισταθμιστικά. Τι μπορεί να είναι; Απλά και μόνο μια δισκέτα, την οποία ωστόσο ο «παραγωγός» την κοστολογεί όσο θέλει.

Η τριγωνική σχέση υπεράκτιας-αντιπροσώπου-πελάτη είναι απαραίτητη για να χαθούν τα ίχνη της εταιρείας (κλείνει την επόμενη μέρα) και τα χρήματά της να πάνε στην τσέπη του επιτήδειου. Ακόμα και αν γίνουν έρευνες, θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για να βρεθεί άκρη, αλλά τα αδικήματα θα έχουν παραγραφεί. Ενας άλλος τρόπος είναι αυτός της ίδρυσης για λογαριασμό της πολεμικής βιομηχανίας μιας εταιρείας συμβούλων, που θα χρεώσει για τις υπηρεσίες της (π.χ. προβολή των υλικών, συμβουλευτικές υπηρεσίες...) ένα σεβαστό ποσό, το οποίο βεβαίως χρεώνεται στην κύρια σύμβαση.

Τη δουλειά για την εταιρεία συμβούλων όμως αναλαμβάνει μια άλλη υπεράκτια εταιρεία, που συνήθως θα ανοίξει πριν γίνει η «δουλειά» και θα κλείσει μόλις τελειώσει. Τα χρήματα καταλήγουν σε λογαριασμό των άμεσα ενδιαφερόμενων. Και κανείς δεν φαίνεται πουθενά. Πεντακάθαρες δουλειές. Ενας ακόμα τρόπος αφορά τα συμβόλαια για ανταλλακτικά, επισκευές και εκσυγχρονισμό, που θα έχουν ισχύ για 20-30 χρόνια. Και τις περισσότερες φορές κοστίζουν συνολικά ακόμα και το διπλάσιο των χρημάτων της αρχικής αγοράς.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube