Συζητήσαμε εκ βαθέων για τελευταία φορά με τον Γιώργο Σιγάλα (στο πλαίσιο μιας συνέντευξης για την «Ελευθεροτυπία») τον περασμένο Ιανουάριο, αν θυμάμαι καλά στο αεροδρόμιο του Πο, στη Γαλλία. Μου έλεγε τότε ότι ο Αρης θα ήταν μάλλον ο τελευταίος σταθμός της καριέρας του: «Μόνο αν βρεθεί κάτι εξαιρετικό θα σκεφτώ να αλλάξω γειτονιά του χρόνου. Πάντως, δεν θα πιέσω τον εαυτό μου περισσότερο απ' όσο χρειάζεται. Αν δω ότι έχω όρεξη, θα βάλω την πλάτη μου κάτω και θα ξεκινήσω για άλλον ένα γύρο».

Ορεξη για «άλλον ένα γύρο» είχε αρκετή. Δεν βρέθηκε όμως κάτι εξαιρετικό στον δρόμο του. Το σύντομο φλερτ του με την ΑΕΚ δεν προχώρησε, ο Αρης τον αποδέσμευσε νωρίς, η δε προοπτική μετακόμισης στο Ρέθυμνο ερχόταν σε σύγκρουση με τις οικογενειακές και κοινωνικές υποχρεώσεις του Γιώργου. Ενας χρόνος μακριά από σύζυγο και παιδί (για το χατίρι του Αρη) ήταν ήδη πολύς.

Τη Δευτέρα ο Σιγάλας, 185 φορές διεθνής (1989-2003, τέταρτος στη λίστα πίσω από Γιαννάκη, Φασούλα, Χριστοδούλου), επί χρόνια αρχηγός της Εθνικής ομάδας, ακόμα και στα δύσκολα χρόνια της, πρωταθλητής Ευρώπης με τον Ολυμπιακό και με πολλούς εγχώριους τίτλους στο παλμαρέ του, θα ανακοινώσει την αποχώρησή του από την ενεργό δράση.

Μαζί του θα φύγει από τα γήπεδα ένα σπάνιο υβρίδιο μπασκετμπολίστα αφοσιωμένου στην προπόνηση («gym rat» θα τον βάφτιζαν οι Αμερικανοί, «ποντικό των γυμναστηρίων»), ταγμένου στην ομαδική δουλειά και ειδικευμένου σε τομείς που τα χρόνια της δικής του ακμής έγιναν ντεμοντέ.

Αν ο Σιγάλας είναι παιδί του Ιωαννίδη και συνεχιστής του Γιαννάκη, ο σημερινός «Σούπερμαν» Διαμαντίδης είναι ο διάδοχος του Σιγάλα, προικισμένος, βέβαια, με πολλαπλάσιο ταλέντο. Eφόσον ο Σιγάλας διέθετε το πληθωρικό ταλέντο του Διαμαντίδη, θα είχε κατακτήσει τον κόσμο. Σπάνια χρησιμοποιείται πια αυτό το καλούπι...

Στα νιάτα του πάσχιζε να γίνει Γιαννάκης και Γκάλης μαζί. Αργότερα αποδέχθηκε τα –όχι πολλά– αγωνιστικά του ελαττώματα και έδωσε έμφαση στα στοιχεία που τον έβγαλαν στον αφρό. Ακόμα και στα 35 του ήταν ο καλύτερος –ίσως– πασέρ των ελληνικών γηπέδων και ένας από τους ικανότερους αμυντικούς. Παρά τα χρονάκια του, έπαιξε με επιτυχία ακόμα και «τεσσάρι» στην περσινή Ευρωλίγκα, για να μην πω σέντερ. Δίχως τη συνεισφορά του Σιγάλα, στο παρκέ και στα αποδυτήρια, ο Αρης δεν θα έφτανε ποτέ στους «16» της Ευρωλίγκας, ούτε θα άγγιζε την πρόκριση στους τελικούς της ελληνικής Α1. Φέτος ποιος θα παίξει αυτόν τον ρόλο;

Τον Σιγάλα θα τον ξανασυναντήσουμε σίγουρα και σύντομα, κουστουμαρισμένο. Είτε στα γήπεδα είτε στο μετερίζι της πολιτικής, εκεί όπου διοχετεύονται ένα ένα τα γερά μυαλά του ελληνικού μπάσκετ. Τη Δευτέρα θα τον ξεπροβοδίσουμε με τους επαίνους που του πρέπουν. Θα του αρέσει!

«Ακόμα και σήμερα αισθάνομαι καμιά φορά ότι ξεφεύγω», μου έλεγε τότε. «Τα γουστάρω τα κομπλιμέντα όσο τα γουστάρουν όλοι. Μετά, όμως, κλείνομαι σε ένα δωμάτιο και αρχίζω τον εαυτό μου στα χαστούκια! "Δεν έχεις δικαίωμα να παρασύρεσαι", του λέω. "Ασ' τα αυτά για τους πιτσιρικάδες". Το σημαντικότερο προσόν για ένα νέο παίκτη είναι να έχει γύρω του ανθρώπους που να τον προσγειώνουν. Κανένας δεν είναι πάνω από την ομάδα. Ούτε τα ονόματα φέρνουν την επιτυχία ούτε τα συμβόλαια. Και ο Τζόρνταν ακόμα πήρε πρωταθλήματα όταν οι Μπουλς έγιναν αρμονικό σύνολο». Αυτά τα λόγια αποτελούν την κληρονομιά που ο Σιγάλας μεταβιβάζει στους νεότερους.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube