Η εξέλιξη της σειράς απέναντι στη Ρεάλ ήταν για τον Παναθηναϊκό μια σκληρή υπενθύμιση της διαφοράς που τον χωρίζει από τη σύγχρονη κορυφογραμμή του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Πολλοί θα πουν πως η έκβαση θα μπορούσε να ήταν διαφορετική αν ερχόταν το break που άγγιξε και πιθανότατα δικαιούντο στο πρώτο ματς οι «πράσινοι», αλλά το πιθανότερο είναι πως η κατάληξη δύσκολα θα μπορούσε να είναι διαφορετική.
Ρεαλιστικά, ο Παναθηναϊκός αποκλείστηκε από μια εμφανώς καλύτερη ομάδα, ίσως την κορυφαία της Ευρώπης και σίγουρα αυτή με το πιο ποιοτικό σε βάθος 16άδας ρόστερ στην Ευρωλίγκα. Από μια ομάδα που τον έχει κερδίσει οκτώ σερί φορές και τις τρεις εξ αυτών στο ΟΑΚΑ. Και από μια ομάδα που τα προηγούμενα χρόνια είχε λοιδορηθεί ως δαντελένια και soft, αλλά έχει εξελιχθεί σε μια πολεμική μηχανή που μπορεί να συνδυάζει ποιότητα και σκληράδα αντιπαρερχόμενη και ένα βουνό από τραυματισμούς κομβικών παικτών που την έχουν πλήξει την τελευταία διετία.
Το πλάνο του Παναθηναϊκού στην άμυνα λειτούργησε σχεδόν άριστα σε όλη τη σειρά. Με εξαίρεση το φινάλε του τρίτου αγώνα, όπου η κατάσταση ξέφυγε λόγω ειδικών καταστάσεων, συγκράτησε τη Ρεάλ σε όρια παραγωγής που μπορούσε να την ανταγωνιστεί, έλεγξε σε ικανοποιητικό βαθμό τον αριθμό των κατοχών και απέτρεψε τα συνήθη μεγάλα σερί των αντιπάλων. Όμως η δυνατότητα των Μαδριλένων να προσαρμόζονται σε διαφορετικά στυλ παιχνιδιού έκανε τη διαφορά. Ο Πάμπλο Λάσο είχε αντίστοιχα εξαιρετικό πλάνο με αυτό του Ρικ Πιτίνο, αλλά καλύτερα εργαλεία για να το εφαρμόσει.
Ο υποτιμημένος προπονητής της «βασίλισσας» γνώριζε πως περιορίζοντας τον Νικ Καλάθη, παίζοντας με την εύθραυστη ψυχολογία του και εκθέτοντας την ένδεια του Παναθηναϊκού στην περιφέρεια, θα είχε κάνει τη μισή δουλειά. Τον εκνεύρισε, τον προκάλεσε να σουτάρει, τον απόκοψε από τους συμπαίκτες του και η ομάδα που εξαρτάται περισσότερο από τις ορέξεις του ενός στην οκτάδα της Ευρωλίγκας απορρυθμίστηκε επιθετικά χάνοντας από εκεί τη σειρά. Ο Παναθηναϊκός έγινε απειλητικός στα τρία αυτά ματς όταν έβγαλε άσους από το μανίκι αιφνιδιάζοντας την προσηλωμένη στον αρχηγό του, άντε και στον Λάνγκφορντ, άμυνα της Ρεάλ. Ο Βουγιούκας στο πρώτο και το τρίτο ματς, ο Λοτζέσκι στο τελευταίο και σποραδικά ο Λεκαβίτσιους πρόσφεραν αυτό το στοιχείο, αλλά δεν αρκούσε. Όχι απέναντι σε μια Ρεάλ που είχε την πολυτέλεια να πάρει πράγματα στη διάρκεια αυτών των τριών αγώνων όχι μόνο από τους αναμενόμενους πρωταγωνιστές της, αλλά κυρίως από τον Τέιλορ που διακρίθηκε πέρα από το κυνηγητό του Καλάθη και στην επίθεση (37π. με 8/11 δίποντα και 7/12 τρίποντα στα τρία ματς) μέχρι τον Κοζέρ και τον Πρέπελιτς, την ώρα που ο Γιουλ παρακολουθούσε λαβωμένος στον πάγκο δίπλα στον Κούζμιτς.
Η απογοήτευση είναι φυσιολογική, αλλά μάλλον άδικη αν αντιμετωπίσει κανείς την κατάσταση με ψυχρή λογική. Ο Παναθηναϊκός έκανε αληθινή υπέρβαση διορθώνοντας την κάκιστη πορεία μέχρι το Φλεβάρη και προλαβαίνοντας εν κινήσει το τρένο για τα playoffs. Το εντυπωσιακό τελευταίο κατοστάρι του δημιούργησε μια ευφορία δικαιολογημένη βάσει εμφανίσεων και νικών όπως αυτές στη Μόσχα και το Μιλάνο, αλλά ταυτόχρονα και αδικαιολόγητη πριν τις μονομαχίες με την πρωταθλήτρια Ευρώπης με μειονέκτημα έδρας. Μια αισιοδοξία πολύ πιο… αβάσιμη κι από αυτή πρόπερσι και πέρσι όταν είχε το πλεονέκτημα έδρας απέναντι σε Φενέρ και Ρεάλ αντίστοιχα. Η άδικη ήττα στο Game 1 λειτούργησε «ενισχυτικά» στην ψευδαίσθηση πως ο Παναθηναϊκός μπορεί όχι να κερδίσει σε ένα ματς (γιατί μπορούσε να το κάνει) αλλά σε μια σειρά που απαιτεί τρεις νίκες τη Ρεάλ. Η εξέλιξη στο δεύτερο και τρίτο ματς δεν άφησε τελικά καμία αμφιβολία πως προκρίθηκε η καλύτερη ομάδα.
Το χειροκρότημα του κοινού στο ΟΑΚΑ αποτελεί μια αναγνώριση της υπερπροσπάθειας στο δεύτερο μισό της σεζόν, που όμως δεν ήταν δυνατό να αρκεί τόσο για να καμουφλαριστούν τα τεράστια καλοκαιρινά δομικά λάθη του σχεδιασμού και του ρόστερ, όσο και για να καλυφθεί η απόσταση με μια ομάδα 35-40 εκατ. ευρώ, με σταθερό κορμό και τον ίδιο προπονητή εδώ και χρόνια. Η επόμενη μέρα απαιτεί από τον Παναθηναϊκό να χτίσει πάνω στον εξαιρετικό κορμό γηγενών που έχει, να δομήσει πιο συνετά το ρόστερ του και να επιλέξει πιο προσεκτικά τους ξένους του. Ασφαλώς και όλα ξεκινούν από τον προπονητή. Η γενική αίσθηση είναι πως ο Ρικ Πιτίνο δύσκολα θα παραμείνει στον πάγκο και παρά την καθοριστική συμβολή του στη μεταμόρφωση της ομάδας ίσως αυτό να μην είναι τόσο κακό. Όχι αν είναι εφικτό να έρθει στη θέση του ένας προπονητής νεότερος, με φιλοδοξίες και δεδομένες ικανότητες, πόσω μάλλον αν γνωρίζει καλύτερα τον οργανισμό του Παναθηναϊκού, όπως ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους ή ο Δημήτρης Ιτούδης…
*Κάθε Κυριακή τα λέμε σταθερά στον ΣΠΟΡ FM, 12:00-14:00, παρέα με τον Παναγιώτη Κεφαλά. Κουβέντα με πολύ μπάσκετ (όχι μόνο για «αιώνιους» αλλά για όλους), ρεπορτάζ, ενδιαφέροντες καλεσμένους, κουιζάκια. Όσοι πιστοί της πορτοκαλί, κοπιάστε στην παρέα μας.
Follow @ChristosRobolis
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.