Ο «κανόνας» μιας σεζόν είναι δύσκολο να αλλάξει τον Ιούνιο. Ο Ολυμπιακός εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι υπερέχει σε ποιότητα, χημεία και ρόλους απομάκρυνε από το… τζάμπολ την όποια αμφιβολία για το ποια είναι φέτος η καλύτερη ομάδα, αφού ο αποκαρδιωτικός Παναθηναϊκός του πρώτου δεκαλέπτου γιγάντωσε την αυτοπεποίθηση των γηπεδούχων. Ο Μάικ Τζέιμς, με την αφέλεια που τον χαρακτηρίζει, είπε όλη την αλήθεια στο Tweet του στο φινάλε της πρώτης περιόδου. «Και να κλείσω τώρα την τηλεόραση, δεν θα χάσω κάτι», σχολίασε γνωρίζοντας πως το παιχνίδι είχε πάρει το δρόμο του και δεν υπήρχε επιστροφή.
Το 1-0 και ακόμη περισσότερο ο τρόπος που ήρθε δεν συνιστά έκπληξη. Μια ομάδα που έχει τον ίδιο κορμό από το καλοκαίρι, που χτίζει τη χημεία της με τον ίδιο προπονητή εδώ και δυόμισι χρόνια και που ασχολείται μόνο με τη δουλειά της και τίποτε άλλο, πάντα θα έχει τεράστιο προβάδισμα απέναντι σε έναν αντίπαλο που είναι από την αρχή της περιόδου ένα διαρκές εργοτάξιο, με προσθαφαιρέσεις στο ρόστερ, το τεχνικό τιμ και τη διοίκηση, που φτάσαμε στον Ιούνη κι ακόμη αναζητεί ρόλους και που εσχάτως ασχολείται με όλα τα άλλα πλην του μπάσκετ.
Σύμπτωση επαναλαμβανόμενη
Το μεγαλύτερο όπλο του Ολυμπιακού απέναντι στον Παναθηναϊκό είναι η άμυνα και το μεγαλύτερο πρόβλημα των «πράσινων» απέναντι στους «ερυθρόλευκους» είναι η επίθεσή τους. Το 23-4 της πρώτης περιόδου απλώς κατέδειξε εκκωφαντικά το παραπάνω, που όμως βλέπουμε σχεδόν σε όλη τη σεζόν. Με εξαίρεση το πρώτο φετινό ραντεβού των δύο ομάδων και τη μοναδική νίκη του Παναθηναϊκού, με 81-76 στο ΣΕΦ για την regular season, ο Ολυμπιακός ελέγχει τα παιχνίδια με την άμυνά του. Ξέρετε πόσους πόντους παθητικό έχει απέναντι στους «πράσινους» έκτοτε; Μόλις 66,8 ανά αγώνα (!), με τους 61 πόντους του χθεσινού αγώνα να είναι season low και στα υπόλοιπα ματς να έχει πετύχει το πολύ μέχρι 73 πόντους (δύο φορές).
Όλα γύρω από τον Φαλ γυρίζουν
Ο Μουστάφα Φαλ ήταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής του πρώτου τελικού. Η τακτική απομόνωσης του επιτελείου του Ολυμπιακού λειτούργησε άψογα δίνοντας στον Γάλλο σέντερ τη δυνατότητα να… ξεμοναχιάσει πολλές φορές τον Γιώργο Παπαγιάννη, που υστερεί εμφανώς σε δύναμη. Ο πύργος των «ερυθρόλευκων» δεν είχε απλώς 14 πόντους με απόλυτη ευστοχία, ούτε μόνο 10 ριμπάουντ εκ των οποίων τα 4 επιθετικά, αλλά πρόσφερε 2 ασίστ και έγινε δημιουργός σε πολλές άλλες φάσεις που δεν καταγράφονται στη στατιστική. Και παρότι δεν έκανε ούτε μία τάπα, η παρουσία του σαν σκιάχτρο αρκούσε για να αποτρέψει στους παίκτες του Παναθηναϊκού να πλησιάσουν στο καλάθι.
Είναι χαρακτηριστικό πως στο διάστημα που βρισκόταν στο παρκέ ο Φαλ Ολυμπιακός ήταν στο +20, ενώ όσο ήταν στον πάγκο και βασικό 5άρι έπαιζε ο Χασάν Μάρτιν, η ομάδα του ήταν στο -7. Στον αντίποδα, ο Γιώργος Παπαγιάννης είχε το μικρότερο +/- μεταξύ όλων των παικτών του Παναθηναϊκού με -25 (δεύτερος ήταν ο Νέντοβιτς με -15). Απόλυτη κυριαρχία του Γάλλου δηλαδή, μολονότι ο Big Papa μέχρι τώρα φέτος είχε μάλλον καλύτερους αριθμούς από τον αντίπαλό του: Στα πέντε πρώτα ντέρμπι «αιωνίων» στη σεζόν ο Γάλλος σέντερ είχε 9,4 πόντους με το υψηλό 65,5% στα δίποντα (19/29), 7 ριμπάουντ και 0,4 τάπες κατά μέσο όρο, ενώ ο Έλληνας ψηλός είχε, στον αντίποδα, 12 πόντους με το ακόμη πιο εντυπωσιακό 71,4% στα δίποντα (30/42), 9,8 ριμπάουντ και 2,2 τάπες ανά αγώνα.
Με τέτοιον Νέντοβιτς πώς να κερδίσει;
Ο Νεμάνια Νέντοβιτς είχε στις πέντε πρώτες φετινές αναμετρήσεις απέναντι στον Ολυμπιακό 19,6 πόντους και 4,2 ασίστ κατά μέσο όρο. Χθες στο ΣΕΦ, ωστόσο, έκανε τη χειρότερη φετινή του εμφάνιση: Έμεινε στους 9 πόντους με 4/15 σουτ, χωρίς ασίστ και με 4 λάθη. Μάλιστα, ξεκίνησε με 0/9 σουτ και πέτυχε το πρώτο του καλάθι 8:47 πριν το τέλος του αγώνα μειώνοντας σε 55-42. Μάλιστα, η επιλογή του Βόβορα να τον ρίξει στο ματς στο 29-19, πάνω που η ομάδα του έδειχνε να ρολάρει με ένα συγκεκριμένο σχήμα, αποδείχτηκε ατυχέστατη, καθώς ο Ολυμπιακός έκλεισε το ημίχρονο με ένα επί μέρους 9-1 και ο Παναθηναϊκός δεν σήκωσε κεφάλι ξανά. Γενικότερα ο Σέρβος είναι ντεφορμέ, καθώς στα πέντε τελευταία ματς, συμπεριλαμβανομένων δηλαδή και των τεσσάρων τελευταίων των ημιτελικών με τη Λάρισα, έχει 9,2 πόντους με 29,6% στα σουτ και μόλις 1,8 ασίστ για 1,6 λάθη ανά αγώνα.
Όχι ένα, αλλά δύο διαστήματα που έκριναν το ματς
Πολλοί στέκονται στο επιβλητικό πρώτα δεκάλεπτο του Ολυμπιακού που έκανε σμπαράλια τον Παναθηναϊκό και δεν έχουν άδικο. Στην πρώτη περίοδο οι «ερυθρόλευκοι» έφτασαν στο 23-4 με τους «πράσινους» να έχουν στο διάστημα αυτό 2/18 σουτ (ξεκινώντας με 1/10), όμως δεν ήταν το μοναδικό εφιαλτικό διάστημα για τους φιλοξενούμενους στο ματς. Οι γηπεδούχοι είχαν ένα ακόμη τέτοιο, αντίστοιχης διάρκειας: από τη στιγμή που μείωσαν σε 29-19 με 6:04 να απομένουν για το ημίχρονο μέχρι το 42-20 στα 8:48 πριν το φινάλε της τρίτης περιόδου, ο Παναθηναϊκός είχε 0/10 σουτ.
Το παράδοξο της διαφοράς
Όταν σε ένα παιχνίδι η διαφορά παίρνει τόσο νωρίς μεγάλες διαστάσεις, συνήθως παίζει ρόλο ο αριθμός των έξτρα κατοχών. Στον πρώτο τελικό το παράδοξο είναι πως κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Απεναντίας, ο Παναθηναϊκός είχε περισσότερες κατοχές από τον Ολυμπιακό στο πρώτο ημίχρονο, όταν και εν πολλοίς το παιχνίδι φαινόταν να έχει πάρει ήδη το δρόμο του. Με την ολοκλήρωση της δεύτερης περιόδου οι δύο ομάδες είχαν από 3 επιθετικά ριμπάουντ, ενώ οι γηπεδούχοι ένα παραπάνω λάθος (5) από τους φιλοξενούμενους (4). Έτσι η απόσταση των 18 πόντων δημιουργήθηκε κυρίως (αλλά όχι μόνο φυσικά) από την ευστοχία των μεν και την αστοχία των δε. Στο διάστημα αυτό ο Ολυμπιακός είχε 16/32 σουτ, με 12/20 δίποντα και 4/12 τρίποντα, ενώ ο Παναθηναϊκός 7/32 σουτ, με 4/21 δίποντα και 3/11 τρίποντα. Η ταφόπλακα στην προσπάθεια του «τριφυλλιού» να επιστρέψει στο ματς μπήκε από τα επτά λάθη της τέταρτης περιόδου, αλλά και πάλι η ομάδα του Γιώργου Βόβορα ολοκλήρωσε το ματς με περισσότερες κατοχές.
ΥΓ: Η σειρά ασφαλώς και δεν κρίνεται στο 1-0. Όμως όσο ο Παναθηναϊκός δεν δείχνει ικανός να κοντράρει τον Ολυμπιακό και να του βάλει έστω την αμφιβολία, δύσκολα μπορούν να ανατραπούν οι ισορροπίες.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.