Η σεζόν 1972-73 οδήγησε σε τιτανομαχία ανάμεσα στους Νιου Γιορκ Νικς και των Λος Άντζελες Λέικερς, με τους προβολείς να φωτίζουν παίκτες όπως οι Τζέρι Γουέστ, Γουόλτ Φρέιζερ, Γουίλτ Τσάμπερλεϊν, Γουίλις Ριντ, Ντέιβ Ντεμπούσερ, Γκέιλ Γκούντριτς και πολλοί ακόμα που συνέθεταν ένα πλούσιο κράμα σπουδαίων προσωπικοτήτων.

Το ανάχωμα των Σέλτικς είχε βγει από την εξίσωση για τους Λέικερς και κατά μία έννοια το «κόμπλεξ» από τις επαναλαμβανόμενες ήττες από την ομάδα της Βοστώνης. Παρόλα αυτά, οι πρώτοι τέσσερις αγώνες μοίρασαν τον ρόλο του φαβορί και του αουτσάιντερ!

Πλησίαζε ο πέμπτος αγώνας της σειράς και τα βλέμματα κοίταζαν άτονα χαμηλά. Οι «λιμνάνθρωποι» πίσω με 3-1 κόντρα στους Νικς και αναζητούσαν ένα θαύμα που πραγματοποιήθηκε 46 έτη μετέπειτα από το ΛεΜπρόν Τζέιμς και τους Κλίβελαντ Καβαλίερς. Ουδέποτε είχε γίνει κάτι παρόμοιο, όμως όλοι δικαιούνται στα όνειρα.

Ο Γουίλτ Τσάμπερλεϊν παζαρεύτηκε με κάποιο πνεύμα εκείνη τη μέρα να γυρίσει μερικά χρόνια πίσω, ώστε να επαναφέρει την ομάδα του σε τροχιά τίτλου και ως αντίτιμο έριξε στη ζυγαριά μερικά από τα χρόνια της ζωής του.

Πού να ήξερε;

Το πνεύμα συμφώνησε με μυστήριο χαμόγελο, έτριψε τα χέρια του και με μία κίνηση ο Γουίλτ ένιωσε τα γόνατα του ελαφρύτερα, το κορμί του πιο δυνατό και τα χέρια του έτοιμα να ρίξουν ολόκληρες μπασκέτες. Σημείωσε 23 πόντους και κατέβασε 21 ριμπάουντ, αλλά το μπλόκο λογίστηκε ως ανυπέρβλητο. Το τελικό 102-93 έφερε πανζουρλισμό, οι γηπεδούχοι ξεχύθηκαν σε διαδρόμους και κερκίδες ενώ οι φιλοξενούμενοι πακέταραν βιαστικά τις βαλίτσες τους και πήραν το πρώτο δρομολόγιο.

Κάπου εκεί του ήρθε «το άτιμο πνεύμα με κορόιδεψε»!

Σαμπάνιες χύθηκαν στο παρκέ και το πάτωμα των αποδυτηρίων των Νικς ποτίστηκε. Τα νούμερα από τις φανέλες εμπλουτίστηκαν από το χρυσαφένιο χρώμα και ο Γουίλις Ριντ δέχθηκε για δεύτερη φορά το βραβείο του MVP των τελικών προς επιβεβαίωση της κυριαρχίας της Νέας Υόρκης στην κεντρική σκηνή του NBA. Έκτοτε, πορεύτηκαν με το σκεπτικό τουριστικής attraction, απώλεσαν το μπασκετικό DNA στο βωμό του marketing και το ιστορικό δίδυμο Φρέιζερ-Ριντ κρύβεται στα συρτάρια 70χρονων στην απέλπιδα προσπάθεια να πείσουν την νεολαία πως κάποτε στο Madison Square Garden παιζόταν μπάσκετ.



Σε αντίθεση με πολλούς ο Γουίλτ έφυγε από τα παρκέ ηττημένος, αλλά όχι παραμελημένος. Πέρα από την συμφωνία με το πονηρό πνεύμα. Μπορεί οι 50 πόντοι ανά αγώνα να έμοιαζαν μακρινή ανάμνηση και τα καρφώματα πλέον να είναι μετρήσιμα, όμως δεν νικήθηκε εξ ολοκλήρου από τον πατέρα χρόνο, ο οποίος τα βρήκε μπαστούνια. Σίγουρα η «60αρα» του αείμνηστου Κόμπι Μπράιαντ καθήλωσε έναν πλανήτη, μολονότι οι συνθήκες ευνοούσαν την διεξαγωγή της παράστασης.

Ο θρύλος των Λέικερς πάλευε με προβλήματα τραυματισμών και έψαχνε το «μπαμ» στο αντίο του, ενώ από την άλλη μεριά ο Γουίλτ έψαχνε το ιδανικό τέλος σε μία καριέρα που στερήθηκε πρωταθλημάτων δεδομένου της αξίας και της συνεισφοράς του.

Τρεις οργανισμοί απέσυραν το Νο13 για πάντα από την λίστα ως αναγνώριση των κατορθωμάτων του Τσάμπερλεϊν. Πρώτα οι Λος Άντζελες Λέικερς στις 9 Νοεμβρίου του 1983 για την νικηφόρα εκστρατεία τη σεζόν 1971-72, παίρνοντας σπίτι του το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη. Ακολούθησαν οι Φιλαδέλφεια 76ερς στις 18 Μαρτίου του 1991, όπου ένα κατάμεστο γήπεδο έμεινε όρθιο και χειροκροτούσε ευλαβικά. Τα τυχερά εισιτήρια εκείνης της ημέρας σύμφωνα με αστικούς μύθους δεν ξεθωριάζουν για ευνόητους λόγους.

«Δεν μετράω τους πόντους, τα ριμπάουντ που σημείωσα, όμως μετράω πολλούς φίλους», ανέφερε ως σύνοψη της καριέρας του εκείνο το βραδινό μήνα Μάρτη.

Λίγα χρόνια μετά, στις 29 Δεκεμβρίου του 1999 έφτασε η ώρα των Γουόριορς, με νωπές πληγές από τη φυγή του Τσάμπερλεϊν από σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπιζε στην καρδιά. Η αδελφή του πήρε άτυπα την θέση του και έλαβε τις τιμές που άργησε να λάβει ο αδικοχαμένος αστέρας.

Λάτρευε τη δημοσιότητα, η τηλεόραση και τα μικρόφωνα φαινόντουσαν τόσο γνώριμα για εκείνον. Οι συνεντεύξεις ήταν σε έναν βαθμό ιεροτελεστία, άνοιγε το στόμα του και γύρω σιωπή.

Για να μην βάλουμε στο τραπέζι της συζήτησης τους παραμέτρους που μετακινήθηκε στους Λέικερς, διότι αν ψαχουλέψουμε το κεφάλαιο αυτό θα βάλουμε στο παιχνίδι την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και δεν είναι μέρος του λειτουργήματος της δημοσιογραφίας, ανήκει σε άλλα χωράφια. Καλά, πάνω από 20,000 χιλιάδες γυναίκες;

Διασημότητα με τα όλα του, ανοιχτός και ξεκάθαρος στις σκέψεις του. Τι και αν είχε αποσυρθεί από την ενεργό δράση; Μόλις συνειδητοποίησε πως ένας τυχαίος, ονόματι Μάικλ Τζόρνταν, σιγά-σιγά ανέβαινε τα σκαλοπάτια της αιωνιότητας, κίνησε γη και ουρανό να εμποδίσει το αναπόφευκτο. Αν και ο Μιχαλάκης τον ξεγέλασε, πέρασε κάτω από την μπασκέτα, απέφυγε το κόψιμο μαεστρικά και τελείωσε με ανάποδο lay-up. Κατηγορήθηκε ο Τσάμπερλεϊν ως νάρκισσος, εγωπαθής και δεν συμμαζεύεται. Και λοιπόν; Φιλανθρωπικό γκαλά διαθέτουμε; Η χρυσή αλυσίδα που κοσμούσε τον λαιμό του έφερνε στην επιφάνεια το λεγόμενο «swag» που λένε στην Αμερική… αλητεία και μαγκιά. Αλλιώς οι γειτονιές της Αμερικής της δεκαετία του ΄40 θα τον είχαν φάει λάχανο εξαιτίας της μαύρης απόχρωσης του.



Θυμίζει κατά πολύς το διαφημιστικό σποτάκι του Μπάρκλεϊ χρόνια αργότερα «I’m not a role model», στο οποίο ο Σερ Τσαρλς αποδοκίμαζε την ιδέα πως οι αθλητές πρέπει να αποτελούν παραδείγματα για τα παιδιά και επί της ουσίας απαντούσε έμμεσα σε εκείνους που στεκόντουσαν στη γωνία και περίμεναν να τον λοιδορήσουν στο παραμικρό παραστράτημα.

Βέβαια, -τώρα που το ξανασκέφτομαι- ποιος παράφρων θα τα έβαζε με έναν τύπο που έμοιαζε περισσότερο με terminator παρά με άνθρωπο. Εκ γενετής αθλητής, 15 χρονών κόντρα σε επαγγελματίες και τους έφερνε το καλάθι πακέτο!

Μία αποφράδα μέρα, στις 12 Οκτωβρίου στο Λος Άντζελες ο Γουίλτ Τσάμπερλέιν έσβησε ξαφνικά σαν τα αστέρια του διαστήματος λόγω χρόνιων προβλημάτων καρδιάς, όμως τα πεπραγμένα έμειναν εδώ, μαζί με τον μύθο του. Οι μάχες του με τον Μπιλ Ράσελ ανήκουν στην οικουμενική μπασκετική βιβλιοθήκη, σελίδες γεμάτες με ριμπάουντ, τάπες, κοντά σορτσάκια, ιδρωμένες ψηλές κάλτσες και τίτλους βρίσκονται στις εκατομμύρια γραμμές, ανήκουν και σε εμάς. Η διαμάχη με τον νεαρό τότε Λου Αλσίντορ, που ξέφυγε από τα παρκέ και εξελίχθηκε σε προσωπική βεντέτα. Διάβολε, μέχρι και στις αυτοβιογραφίες τους πετούσαν σπόντες ο ένας στον άλλον. Πάλευε να διατηρήσει τα κεκτημένα, ενώ ο μετέπειτα γνωστός ως Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ ήταν ένα αμούστακο παιδί που διεκδικούσε τον θρόνο του κορυφαίου στο NBA από την πρώτη μέρα.

Θα ήταν τεράστιο ψέμα να πούμε πως κέρδισε τις προαναφερθείσες μάχες, έχασε πανηγυρικά από τις διαστημικές ομάδες των Σέλτικς. Ο Τζαμπάρ σχεδόν άμεσα πήρε τα σκήπτρα και η συνέχεια γνωστή. Στο κάτω-κάτω της γραφής, αυτός είναι ο λόγος που ο Τσάμπερλεϊν έμεινε στην ιστορία και λησμονείται έως σήμερα. Οι κηλίδες στο βιογραφικό του ενώ έπρεπε να αποτελούν αέναο στίγμα, περνούν απαρατήρητες μπροστά στο έργο που επιτέλεσε… και δεν μιλάμε για τα ρεκόρ!

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube