2005, 2007, 2014, 2015, 2016, 2020. Έξι τελικοί, έξι κούπες. Και φουλάρει για την έβδομη. Διότι, σε όποια κατάσταση και αν είναι, ειδικά σε τελικό, στη «δική της» διοργάνωση, η Σεβίλλη θα φουλάρει πάντα ως το απόλυτο φαβορί. Ακόμη και αν έχει απέναντί της κοτζάμ… γάτα Μουρίνιο! Οι Ανδαλουσιάνοι, λοιπόν, που προσπαθούν με νύχια και με δόντια να βγουν στην Ευρώπη μέσα από το πρωτάθλημα, καθώς διανύουν μια μέτρια χρονιά, το έκαναν ξανά και με στιλ: Πρόκριση στον τελικό του Europa League κόντρα στη Γιουβέντους με ανατροπή, και βαλίτσες για Βουδαπέστη. Εκεί, όπου στις 31 του μήνα, θα βρουν απέναντί τους τη Ρόμα του Special One. Πιο… special, ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να αμφιβάλει πως είναι αυτό, που συνεχίζει να κάνει η Σεβίλλη στο Europa. Μια ιστορία, που ξεκίνησε το 2005 και συνεχίζεται, σχεδόν 20 χρόνια μετά. Εξηγείται; Πιθανότατα. Πάμε λίγο πίσω.
Την περσινή σεζόν, η Σεβίλλη ταξίδεψε στην Αυστρία για τον τελευταίο της αγώνα στους ομίλους του Champions League. Έχοντας έξι βαθμούς μετά τις πρώτες πέντε αγωνιστικές, με τρεις ισοπαλίες και μία νίκη, η ομάδα του Λοπετέγκι -τότε- και οι παίκτες του ήξεραν ότι ήθελαν μόνο «τρίποντο», προκειμένου να περάσουν στους «16». Έχασαν 1-0 από τη Σάλτσμπουργκ. Προφανώς και υπήρξε μεγάλη απογοήτευση. Εσωτερικά, ποιος ξέρει τι σκέφτονταν. Aπό την άλλη, όμως, η 3η θέση έφερε τους Ανδαλουσιάνους στο «σπίτι» τους. Στο Europa League, όπου είναι «βασιλιάδες», αν και αυτήν τη φορά το ταξίδι σταμάτησε στους «16» από τη Γουέστ Χαμ. Ε και; Φέτος είναι στον τελικό.
Το εκπληκτικό είναι πως το Champions League δεν ήταν ποτέ «ευγενικό» με τη Σεβίλλη, μία ομάδα με έξι ευρωπαϊκές κούπες μέσα σε 15 χρόνια. Έχοντας προχωρήσει στα νοκ άουτ πέντε φορές, έχει αποκλειστεί από την Μπάγερν Μονάχου και την Μπορούσια Ντόρτμουντ -δεν είναι ντροπή αυτό- αλλά και από Λέστερ, Φενέρμπαχτσε και ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Στο Europa League, υπάρχει μια εντυπωσιακά διαφορετική ιστορία, καθώς έχει ταπεινώσει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, τη Λίβερπουλ, την Ίντερ και πλέον τη Γιουβέντους. Να τρελαίνεσαι. Υπάρχει, λοιπόν, εξήγηση;
Η Σεβίλλη κερδίζει αυτήν τη διοργάνωση περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον επειδή το θέλει. Η απλότητα αυτού του ισχυρισμού δεν διαβρώνει την αλήθεια του. Ένας σύλλογος «παγιδευμένος» στην Ισπανία, με δεδομένο ότι δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να μπει σφήνα σε Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, ακόμα και Ατλέτικο Μαδρίτης, αλλά καλοδιοικούμενος, με τρομερό ταλέντο στις ακαδημίες του. Πάντα, όμως, περιορισμένος από τα μεγαθήρια της La Liga. Από τη Βαλένθια, άλλωστε, το 2004, δύο πρωταθλήματα έχει πάρει η Ατλέτικο και όλα τα άλλα έχουν πάει σε «Καμπ Νου» και «Μπερναμπέου».
Στο Europa League δεν υπάρχει αυτό. Ίσα ίσα, ομάδες του βεληνεκούς των Μπαρτσελόνα και Ρεάλ… ξενερώνουν όταν καταλήγουν στο Europa! Το είδαμε, για παράδειγμα, φέτος, με την Μπάρτσα, αλλά και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -την οποία ξέρανε η Σεβίλλη και το 2020 και πριν από δύο μήνες! Εδώ, βέβαια, θα πει κάποιος ότι έχουμε δει αυτή την ξενέρα-αδιαφορία να συμβαίνει με τις ελληνικές ομάδες και τον κόσμο τους, που για κάποιον λόγο, ο οποίος σηκώνει… χάπια, υποτιμούν τη δεύτερη τη τάξει διοργάνωση της Ευρώπης, επειδή δεν έχει τα λούσα του Champions League. Άλλη ιστορία αυτή. Στη Σεβίλλη, η επιτυχία στο Europa ήρθε μέσα από μία σκόπιμη στρατηγική: Ο σύλλογος, τον οποίο ο 21ος αιώνας βρήκε στη Segunda, κατάλαβε ότι αυτή η διοργάνωση ήταν ο πιο εύκολος δρόμος για την παγκόσμια αναγνώριση και φρόντισε να μεγιστοποιήσει αυτήν τη διαδρομή. Είναι απίστευτα υπερήφανοι στην Ανδαλουσία, που έχουν φτάσει σε περισσότερους ευρωπαϊκούς τελικούς αυτόν τον αιώνα από οποιονδήποτε άλλο σύλλογο και ακόμα πιο υπερήφανοι, που έχουν κερδίσει επτά από αυτούς, συμπεριλαμβανομένου του Super Cup του 2006.
Ενώ, λοιπόν, οι μεγάλοι σύλλογοι της Ευρώπης μπορεί να βλέπουν το Europa League ως… αναγκαίο κακό, η Σεβίλλη πιστεύει το αντίθετο. Το μεγαλύτερο επίτευγμά της, ωστόσο, είναι το εξής: Έχει πείσει τον εαυτό της και ολόκληρο τον κόσμο, πως υπάρχει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία να τα πηγαίνει καλά στη διοργάνωση. Μια πρόβλεψη, δηλαδή, που άμεσα ή έμμεσα προκαλεί η ίδια την πραγμάτωσή της, λόγω θετικής ανάδρασης μεταξύ πεποίθησης και συμπεριφοράς.
Η Σεβίλλη είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δύο πράγματα: Να γίνει μία «ελίτ» ομάδα, που σκορπάει εκατομμύρια ευρώ και συνήθως αποτυγχάνει; Που καταβάλει όλες τις προσπάθειές της, για να μπει και να παραμείνει σε μία διοργάνωση, που δεν έχει σχεδόν καμία πιθανότητα να κερδίσει; Ή να δημιουργήσει μια κληρονομιά, επιτρέποντας σε τρεις διαφορετικούς προπονητές και σε αμέτρητους διαφορετικούς παίκτες να πάρουν στα χέρια τους ένα σημαντικό ευρωπαϊκό τρόπαιο, δίνοντας την ευκαιρία στη μισή πόλη να ξαναζήσει εκείνες τις στιγμές, που καμία άλλη διοργάνωση δεν θα μπορούσε να ελπίζει ότι θα της προσφέρει. Η Σεβίλλη είναι τρελά ερωτευμένη με το Europa League και τούμπαλιν. Μένει να δούμε αν ο Μουρίνιο θα γίνει το τρίτο πρόσωπο σε αυτόν τον έρωτα.