Νίκος Ράλλης

Η Αγγλία είναι στα ημιτελικά καταργώντας την ποδοσφαιρική λογική. Ε και;

Ο Νίκος Ράλλης γράφει στο sport-fm.gr για την Αγγλία, η οποία παρότι έχει καταργήσει την ποδοσφαιρική λογική, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο κερδίζει, προχωράει και διεκδικεί 2o σερί τελικό σε Euro.

Πριν τα προημιτελικά η γενική παραδοχή ήταν πως η Αγγλία έχει παίξει το χειρότερο ποδόσφαιρο από τις «8», που συνέχιζαν στο Euro. Για την ακρίβεια, δεν είχε παίξει. Τίποτα. Και στα τέσσερα προηγούμενα παιχνίδια τους, τρία για τον όμιλο και αυτό με τη Σλοβακία στους «16», οι Άγγλοι δεν μπορούσαν να κάνουν ούτε τα βασικά: Ένα βαρετό παιχνίδι, με μηδέν φαντασία, καθόλου ρίσκο, πολύ φόβο και, δεδομένα, τρομερή κούραση, στοιχείο, ωστόσο, που παρουσίασαν και άλλες μεγάλες ομάδες σε αυτό του τουρνουά, αφού ειδικά στους πρωτοκλασάτους παίκτες έχει βγει η γλώσσα από τα αμέτρητα παιχνίδια.

Παραμονή των ημιτελικών πια η παραδοχή παραμένει ίδια και απαράλλαχτη: Η Αγγλία είναι η χειρότερη ομάδα από τις «4», που έχουν απομείνει να παλεύουν για το τρόπαιο. Προφανώς δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με Ισπανία και Ολλανδία, που είναι οι μοναδικές πραγματικά «όμορφες» ομάδες, που έχουμε δει σε αυτό, το πιο κακό, από άποψη θεάματος, Euro των τελευταίων πολλών δεκαετιών. Ακόμη και από τη Γαλλία, όμως, που επίσης δεν… βλέπεται, αυτή η ομάδα, το ρόστερ της οποίας κοστίζει κοντά 2 δισεκατομμύρια ευρώ, είναι χειρότερη. Στο γήπεδο πάντα.

Η Αγγλία μπήκε στο Euro ως ένα από τα μεγάλα φαβορί για τους bookmakers. Έχοντας στο τιμόνι τον Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ, ο οποίος ανέλαβε το 2016, τα «λιοντάρια» διανύουν ξεκάθαρα την πιο επιτυχημένη περίοδο από την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1966. Η Αγγλία έφτασε -παίζοντας καλό ποδόσφαιρο- στα ημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2018 και στον τελικό του Euro 2020, την πρώτη φορά, μετά από έξι δεκαετίες, που πήγε τόσο μακριά σε ένα μεγάλο τουρνουά. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022, δε, στο Κατάρ, η Αγγλία έχασε οριακά από την κάτοχο Γαλλία στα προημιτελικά.

Ωστόσο, οι εμφανίσεις της ομάδας στο Euro είναι απογοητευτικές. Παρά το γεγονός ότι τερμάτισε στην κορυφή του ομίλου της με μία νίκη και δύο ισοπαλίες για να προχωρήσει στους «16», παρότι εκεί έφερε «τούμπα» τη Σλοβακία στο τέλος, και παρότι ξόρκισε και την κατάρα των πέναλτι το βράδυ του Σαββάτου (06/07) στον προημιτελικό με την Ελβετία, φτάνοντας μέχρι τους «4», το κράξιμο για το στιλ παιχνιδιού των Άγγλων πάει σύννεφο. Από το «σκατά» του Γκάρι Λίνεκερ για την απόδοση της ομάδας στο παιχνίδι με τη Δανία, στον Τζέιμι Κάραγκερ, που έγραψε μετά την πρόκριση επί των Ελβετών ότι «ακόμη και να το πάρει αυτή η Αγγλία, δεν θα τη θυμόμαστε όπως θυμόμαστε την Ισπανία του 2008 και του 2012 ή τη Γαλλία του 2000, αλλά ως την Ελλάδα του 2004 και τη Δανία του 1992». Και το γράφει, φυσικά, με υποτιμητικό ύφος…

Ο Λίνεκερ, ο Κάραγκερ και η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων του ποδοσφαίρου, που ασκούν έντονη κριτική για την εικόνα της Αγγλίας, δεν έχουν άδικο. Και σε κάνει, πράγματι, να αναρωτιέσαι πώς γίνεται αυτό το σύνολο υπερ-ταλέντων να μην μπορεί να αποδώσει. Ο Κέιν μόλις έκανε την καλύτερη σεζόν του (και ας έμεινε άτιτλος), σκοράροντας 44 γκολ σε 45 αγώνες μετά τη μετακόμισή του στη Γερμανία το περασμένο καλοκαίρι. Από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022, ο Τζουντ Μπέλιγχαμ έχει καθιερωθεί ως ένας από τους πιο λαμπρούς νέους σούπερ σταρ του κόσμου και έγινε στα 20 του ο βασικός άξονας της Ρεάλ Μαδρίτης, που την περασμένη σεζόν κατέκτησε το πρωτάθλημα και το Champions League. Σε λίγο καιρό θα κάνει, πιθανότατα, δική του και τη Χρυσή Μπάλα. Και στην Premier League, όμως, ο 22χρονος Κόουλ Πάλμερ της Τσέλσι και ο 19χρονος Κόμπι Μέινου στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν από τις αποκαλύψεις της σεζόν. Ο Μπουκάγιο Σάκα της Άρσεναλ και ο Φιλ Φόντεν της Μάντσεστερ Σίτι, μαζί με τον Κέιν και κάμποσους ακόμα, αποτιμώνται σε εκατομμύρια ευρώ και κερδίζουν περισσότερα από 250.000 ευρώ την εβδομάδα. Τα ερωτήματα επομένως για την εικόνα της Αγγλίας είναι εύλογα. Ο Φόντεν, μιας και τον ανέφερα, είναι άνετα ο πλέον αποκαρδιωτικός.



Μια εξήγηση για το κακό θέαμα έγκειται ακριβώς, ενδεχομένως, στο παραπάνω γεγονός: Η φετινή Αγγλία είναι γεμάτη σούπερ σταρ. Και στο ποδόσφαιρο, όπου η αλληλεξάρτηση είναι το κλειδί, το πολύ ταλέντο μπορεί να βλάψει την απόδοση αν αρχίσουν οι διαφωνίες σχετικά με την εξουσία και το καθεστώς εντός της ομάδας. Με το ποιος εν ολίγοις κάνει «κουμάντο». Δεν έχει βγει κάτι προς τα έξω, αλλά δεν ξέρουμε και τι γίνεται πίσω από τις κλειστές πόρτες. Αυτό το θέμα, φυσικά, είναι θέμα του εκάστοτε προπονητή να το διαχειριστεί. Εν προκειμένω, ο ήρεμος Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ δεν φαίνεται να είναι ούτε Γκουαρδιόλα, ούτε Αρτέτα, ούτε, προφανώς, Φέργκιουσον, στο πώς αντιμετωπίζει τους αστέρες του. Δεν κλοτσάει παπούτσια, δεν -φαίνεται να- γκαζώνει στα αποδυτήρια, αντίθετα βασίζεται στην επικοινωνία και την ενσυναίσθηση.

Μέχρι σήμερα -και ας μην έχει έρθει ακόμη ένα τρόπαιο- η προσέγγιση αυτή πέτυχε. Και ακόμη πετυχαίνει, με δεδομένο ότι η Αγγλία είναι στα ημιτελικά. Ο Σάουθγκεϊτ, λάτρης της τακτικής και του «κρατάμε το 1-0 και δεν ψάχνουμε τις υπερβολές», έδωσε όλα αυτά τα χρόνια, στα οποία κάθεται στον πάγκο των «λιονταριών», και ελευθερία στους παίκτες του, με αποτέλεσμα να παίξει η Αγγλία αρκετές φορές και θεαματικό ποδόσφαιρο. Ωστόσο, αυτό δείχνει φέτος να έχει χαθεί. Στο Νησί οι φωνές πληθαίνουν ότι οι εκ φύσεως προσεκτικές τακτικές του Σάουθγκεϊτ είναι ακατάλληλες για τα πλούτη, που έχει τώρα στη διάθεσή του. Με παίκτες αυτού του διαμετρήματος, η Αγγλία θα πρέπει να είναι πιο φιλόδοξη και να μπαίνει στο γήπεδο με σκοπό να διαλύσει τον αντίπαλο, ειδικά αν είναι υποδεέστερος. Είναι τέτοια η κριτική, που του ασκείται, ενώ η ομάδα προχωράει παρ' όλα αυτά, που ουδείς είναι σίγουρος ότι θα παραμείνει στον πάγκο ακόμη και αν χαρίσει το πρώτο Ευρωπαϊκό στην Αγγλία.

Έχω την εντύπωση, πάντως, ότι, περισσότερο απ' όλα, το μεγαλύτερο ζήτημα αυτής της ομάδας είναι μάλλον πιο απλό. Ο χαμένος τελικός του 2021 πλήγωσε αδιανόητα την Αγγλία. Περισσότερο από κάθε αποκλεισμό, που είχε προηγηθεί. Έφτασε στην πηγή για πρώτη φορά από το 1966 σε μεγάλη διοργάνωση και γνώρισε μια ήττα-σοκ από την Ιταλία μέσα στο σπίτι της, μπροστά στον κόσμο της. Αυτό πονάει. Πολύ. Καπάκια ήρθε και η ήττα από τη Γαλλία στο Κατάρ. Το βάρος των προσδοκιών, λοιπόν, για μια ομάδα, που ψάχνει απεγνωσμένα ένα Παγκόσμιο Κύπελλο ή το πρώτο της Ευρωπαϊκό, έχει γίνει περίπου ασήκωτο. Το μεγάλο επίτευγμα του Σάουθγκεϊτ ήταν να απελευθερώσει την Αγγλία από αυτήν τη νοοτροπία, από αυτό το ασήκωτο «πρέπει». Όμως, μέσα σε αυτά τα χρόνια της σχετικής επιτυχίας σε συνδυασμό με τα τόσα ταλέντα, που διαθέτει, πλέον, η Αγγλία στο ρόστερ της, δημιούργησαν ελπίδες, για άλλη μια φορά, για κούπα. Και αυτό φέρνει ψυχολογικό βάρος στους παίκτες. Αυτό είναι σίγουρο ότι το γνωρίζει πολύ καλά ο Σάουθγκεϊτ. Και περισσότερο από τους όποιους βεντετισμούς μέσα στην ομάδα, αυτό κυρίως πρέπει να διαχειριστεί, για να μη γονατίσουν ψυχολογικά οι ποδοσφαιριστές του.

Η Αγγλία, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, κερδίζει και προχωράει. Και ας το έχει κάνει αυτό με τα χίλια ζόρια απέναντι σε ομάδες, που δεν είναι και τίποτα μεγαθήρια. Ουδόλως, όμως, φαίνεται να απασχολεί τον τύπο, που κάθεται στην άκρη του πάγκου της, ότι αυτό συμβαίνει με ένα παιχνίδι βαρετό, φοβικό, που προκαλεί γέλια και κράξιμο στα media και -κυρίως- στα… ψύχραιμα social media. Στην τελική, αν τα βάλουμε κάτω, μπορούμε να βρούμε κάμποσες «κακές» ομάδες, που πήραν Μουντιάλ ή Euro. Ποιος είπε, όμως, ότι το ποδόσφαιρο είναι δίκαιο; Ποιος είπε ότι κερδίζει πάντα ο καλύτερος; Το δεδομένο είναι πως ο Σάουθγκεϊτ έχει φέρει την Αγγλία στους «4» της Ευρώπης και απέναντι σε ένα καλύτερα δουλεμένο σύνολο, όπως η Ολλανδία, διεκδικεί να βρεθεί για πρώτη φορά στην ιστορία της σε δεύτερο σερί τελικό Euro. Δεν το λες και λίγο αυτό για μια ομάδα συνηθισμένη σε απίθανες κατραπακιές. Και στο τέλος της ημέρας, αν η Αγγλία σηκώσει την κούπα στη Γερμανία, δεν νομίζω, τελικά, ότι θα θυμάται κανείς, ούτε ο Κάραγκερ, ότι αυτό έγινε καταργώντας την ποδοσφαιρική λογική…

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x