«Έλα μωρέ, ποιος ασχολείται με ένα φιλικό στη Μάλτα;», θα πει κανείς. Πράγματι, η εμπορικότητα του αγώνα δεν χτύπησε και κόκκινο. Και ξέρω αρκετό κόσμο, που προτίμησε να δει το Ρουμανία-Σλοβενία, για παράδειγμα, λόγω Σπόραρ, Βέρμπιτς, Κούρτιτς και όχι τη… μάχη στη Βαλέτα.
Στην Ελλάδα, όμως, βρισκόμαστε και το αναγνωρίζουμε νομίζω όλοι αυτό: Την Εθνική την παρακολουθούμε και την αγαπάμε στις επιτυχίες, κυρίως. Μεγάλη -και άλλη- κουβέντα αυτή. Αν έδινε το «παρών», δηλαδή, στο Παγκόσμιο Κύπελλο, προφανώς και το ενδιαφέρον θα ήταν τεράστιο. Δεν είναι, οπότε δεν ασχολούμαστε και ιδιαίτερα και άμα λάχει, στην πρώτη «στραβή», αρχίζουμε τα γέλια και το κράξιμο, άλλοι για λόγους… πολιτικής και άλλοι γιατί αρέσκονται στο ανάθεμα.
Πάμε στο διά ταύτα. Μόλις πριν από λίγο καιρό, λοιπόν, μετά την άφιξη του Γκουστάβο Πογέτ στη χώρα μας, αυτήν τη φορά για χάρη του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος, είδαμε ξανά μια κανονική και πολύ ωραία ομάδα, που πήγε «τρένο» στο Nations League, κερδίζοντας την άνοδό της και, κυρίως, μια δεύτερη ευκαιρία πρόκρισης στο EURO της Γερμανίας, αν δεν τα καταφέρει μέσα από τα προκριματικά. Κόντρα σε Ολλανδία, Γαλλία, Ιρλανδία (το Γιβραλτάρ δεν το βάζουμε, φυσικά, στην κουβέντα), καταλαβαίνει κανείς πως είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα για τη «γαλανόλευκη». Θα πρέπει να κάνει πραγματική υπέρβαση, πετώντας εκτός Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ένα μεγαθήριο.
Ακόμη πιο δύσκολα, ωστόσο, θα είναι τα πράγματα, και ενόψει της δεύτερης ευκαιρίας, μέσω των πλέι οφ του Nations League, όπου θα έχουμε, θεωρητικά, και πιο βατό αντίπαλο, αν αρχίσουμε πάλι να είμαστε αφενός ασόβαροι απέναντι -με όλο τον σεβασμό- στις… Μάλτες και αφετέρου τα «δεν έγινε και τίποτα».
Αν θέλουμε η Ελλάδα να φτάσει ξανά, ή έστω να πλησιάσει κάπως, εκεί, που βρισκόταν το 2014 ας πούμε, για να μην πάμε πιο πίσω και μελαγχολήσουμε, πρέπει να μουλαρώσουν άπαντες στην ομάδα, να τα βάλουν κάτω, να αφήσουν στην άκρη τα όποια παράπονα για τη διαιτησία και να διερωτηθούν γιατί δεν έφυγαν απόψε από τη Βαλέτα, όχι με το 1-0, από το γκολ του Μπακασέτα, αλλά με ένα άνετο 3-0!
Η Μάλτα, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι, στο δεύτερο ημίχρονο ειδικά, θυμίσαμε ομάδες της Εθνικής, που θέλουμε να τις διαγράψουμε από τη μνήμη μας, έφερε «τούμπα» το παιχνίδι και αν δεν ήταν ο φοβερός Φούντας στο φινάλε, θα έπαιρνε μια πολύ μεγάλη νίκη για το πρεστίζ της, οδηγώντας εμάς σε ένα ακόμη μεγαλύτερο κάζο. Το 2-2 και το γεγονός ότι γλιτώσαμε την ήττα, δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Ακόμη και τη νίκη να παίρναμε στο τέλος, θα λέγαμε, ΟΚ, ότι βγάλαμε χαρακτήρα και πετύχαμε την ανατροπή, αλλά, θυμίζω… παίζαμε με τη Μάλτα!
Θα πρέπει να είναι αυτονόητο ότι, για να επιστρέψουμε στο παραπάνω level, αυτά τα παιχνίδια, φιλικά ή επίσημα, αδιάφορα ή… ενδιαφέροντα, η Ελλάδα πρέπει να μπαίνει μέσα στο γήπεδο και να τα «καθαρίζει» με συνοπτικές διαδικασίες. Κυρίως, πρέπει να «πει» στον εαυτό της τώρα, που είναι νωρίς ακόμη στη νέα αυτή προσπάθεια επανεκκίνησης, που γίνεται, ότι «ναι, φυσικά και έγινε… κάτι, που δεν κερδίσαμε σήμερα»!