Δεν θυμάμαι άλλη εθνική ομάδα ποδοσφαίρου, που προετοιμάζεται για το πιο κρίσιμο, ίσως, παιχνίδι της σε προκριματικά μεγάλης διοργάνωσης και αφενός γίνεται χαμός τέσσερις ημέρες τώρα για τις κλήσεις του ομοσπονδιακού τεχνικού και αφετέρου ο τελευταίος βγαίνει, στις πρώτες του δηλώσεις πριν ακριβώς από αυτό το ματς, και μόνος του σχεδόν, χωρίς να ερωτηθεί και προτού πει οτιδήποτε άλλο, απολογείται για τις επιλογές του. Προσπαθεί, ουσιαστικά, να ηρεμήσει τις ομάδες και όσους τέλος πάντων εξοργίστηκαν μαζί του. Ακόμη περισσότερο, δεν θυμάμαι σίγουρα καμία εθνική ομάδα στον κόσμο, που μετά από μία δεκαετία απόλυτης πανωλεθρίας, δείχνει να έχει μπει σε έναν σωστό δρόμο, αλλά και πάλι δέχεται πυρά από παντού, ΠΡΙΝ από μία αναμέτρηση καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της.
Έγραψα το Σάββατο και το επαναλαμβάνω και τώρα: Ο Γκουστάβο Πογέτ, όπως κάθε προπονητής και όπως όλοι μας στην τελική, έχει τα κολλήματά του. Και ο Ότο Ρεχάγκελ είχε κάμποσα. Μέχρι να φτάσουμε στο θαύμα της Πορτογαλίας, θυμίζω, ψάχναμε στις κλήσεις του Γερμανού τεχνικού κάθε φορά πού είναι ο Ζήκος και ο Στολτίδης και… αναθεματίζαμε! Μετά έβγαλε τους Έλληνες στους δρόμους και ουδείς τολμούσε πια να του πει το παραμικρό για τις επιλογές του.
Ο Πογέτ πήρε κάποιες αποφάσεις, πράγματι, που στερούνται ποδοσφαιρικής λογικής. Οι μη κλήσεις Κωνσταντέλια, Φορτούνη και όποιου άλλου, ίσως να είναι και λιγότερο «άδικες» από το γεγονός ότι έμεινε εκτός ο Βαγιαννίδης (άσχετα αν τραυματίστηκε, τελικά, το παιδί) ας πούμε, ακόμη και ο Μανδάς! Ανέφερε και ο ίδιος ο Πογέτ κάνα-δυο ακόμη, όπως τους Γούτα και Κολοβέτσιο, που τα πηγαίνουν εξαιρετικά στο ξεκίνημα της σεζόν, αλλά δεν κλήθηκαν, μπορεί, ωστόσο, να κληθούν τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο, όπως είπε. Και το ίδιο ισχύει και για τον Κωνσταντέλια.
Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να συζητάμε με τις ώρες για κάθε επιλογή, ξεχωριστά, του εκάστοτε ομοσπονδιακού τεχνικού, της εκάστοτε εθνικής. Ωστόσο, είναι άλλο κομμάτι η συζήτηση-κριτική και άλλο αυτή η φουλ επίθεση, αυτή η ισοπέδωση και να ζητούν κάποιοι ακόμη και απολύσεις(!), μερικές ημέρες πριν την τεράστια αναμέτρηση με τους Ολλανδούς, που αναγκάζει τον ομοσπονδιακό προπονητή να βγει και να πει: «Πριν δύο μήνες παίξαμε ένα πολύ καλό ματς με την Ιρλανδία και κερδίσαμε. Παίξαμε και με τη Γαλλία και όλοι ήταν πολύ χαρούμενοι από την εικόνα μας. Μου φαίνεται αρκετά παράξενη η κατάσταση, γιατί ψάχνουν να βρουν κάτι αρνητικό. Η Εθνική έχει μείνει εκτός διοργανώσεων για 10 χρόνια και πρέπει όλοι να τη στηρίξουμε. Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να της βάζουμε εμπόδια». Και όμως, ο Πογέτ καταλαβαίνει, γιατί δεν την έμαθε τώρα την Ελλάδα. Όπως και η Εθνική. Δεν την έμαθε τώρα τη χώρα που εκπροσωπεί…
Όπως το 2004, το 2008, το 2010, το 2012 και το 2014, που ζήσαμε απίστευτες στιγμές, τις οποίες… μόνο τρελός περίμενε ότι θα ζήσουμε στην αυγή του 21ου αιώνα, δίνοντας το «παρών» στα μεγαλύτερα ραντεβού του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου ποδοσφαίρου, η Εθνική μας καλείται για άλλη μια φορά να κλείσει τα αυτιά της και να μείνει μακριά από την τοξικότητα του ίδιου του ποδοσφαίρου που εκπροσωπεί, του ελληνικού, μπας και κάνει τίποτα αυτήν τη φορά, μετά, επαναλαμβάνω, από 10 ολόκληρα χρόνια. Σε αυτήν τη δεκαετία, δεν είναι απλά ότι δεν έχουμε πάει σε καμία μεγάλη διοργάνωση. Είναι, κυρίως, ότι χάσαμε ό,τι κερδίσαμε με αίμα και ιδρώτα, καταλήγοντας να γίνουμε σάκος του μποξ από την κάθε απίθανη εθνική της Ευρώπης. Τα Νησιά Φερόε θα λένε για πάντα ότι νίκησαν δύο φορές την ομάδα, που έναν χρόνο πριν κόντεψε να φτάσει στα προημιτελικά ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Η Εθνική «έχτισε» με τον Ρεχάγκελ και διατήρησε με τον Σάντος ένα DNA «δικό της». Μια νοοτροπία σχεδόν ξένη με το ελληνικό ποδόσφαιρο της μικροπολιτικής των παραγόντων, των οπαδικών παρωπίδων και της υποκρισίας. Κλείστηκε στον εαυτό της και έκανε θαύματα. Αυτό το DNA, όμως, γκρεμίστηκε πριν από μία δεκαετία, περίπου. Τότε, που βγάλαμε -για όσους δεν θυμούνται- σχεδόν άχρηστο τον Φερνάντο Σάντος, που κέρδιζε με μισό μηδέν. Δεν μας άρεσε το ποδόσφαιρό του, είχαμε συνηθίσει να παίζουμε σαν τη Βραζιλία!
Σήμερα και ενώ η Εθνική, κουτσά στραβά, δείχνει μία εξέλιξη και κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, έχοντας, μάλιστα, δύο ευκαιρίες να βρεθεί του χρόνου το καλοκαίρι στα γήπεδα της Γερμανίας, διαλύεται το σύμπαν για τις επιλογές του ομοσπονδιακού τεχνικού. Αν με πείσει κανείς ότι όλοι όσοι ουρλιάζουν για την τάδε και τη δείνα επιλογή του Ουρουγουανού κόπτονται για την Εθνική και δεν περιμένουν, για παράδειγμα, στη γωνία στραβοπάτημά της, για να φωνάξουν ακόμη περισσότερο για τους δικούς τους λόγους, θα πάω πάσο και θα ζητήσω και συγγνώμη. Αλλά δεν με πείθουν. Δεν με πείθουν καν ότι… δεν βαριούνται με τη διακοπή του πρωταθλήματος και θα κάτσουν, έστω, να δουν το παιχνίδι! Το θέμα τους είναι μόνο γιατί ο Πογέτ δεν πήρε τους «δικούς τους».
Ο 55χρονος προπονητής θα κριθεί. Και θα κριθεί σύντομα και αυστηρά. Ο πρώτος λογαριασμός θα γίνει τον Νοέμβριο, όταν θα ξέρουμε αν θα έχουμε κάνει το απίθανο, να πάρουμε, δηλαδή, το «εισιτήριο» για το EURO 2024 μέσα από τον προκριματικό όμιλο, αφήνοντας ολόκληρη Ολλανδία εκτός -με δεδομένο ότι η Γαλλία έχει καπαρώσει και πρωτιά και πρόκριση για Γερμανία. Αν αποκλειστούμε, θα παίξει, σαφέστατα, ρόλο και ο τρόπος. Άλλο να εμφανιστείς όπως στο Παρίσι, τον Ιούνιο, που έχασες 1-0 από τους Γάλλους, παίζοντας με 10 παίκτες για μισή ώρα και άλλο να εισπράττεις «πεντάρες», ακόμη και αν τις εισπράττεις από υπερδυνάμεις. Σε περίπτωση αποκλεισμού, θα γίνει άλλος ένας λογαριασμός τον Μάρτιο, όπου μέσω του Nations League η Ελλάδα -κέρδισε και- έχει ακόμα μία, χρυσή ευκαιρία, για να είναι στο μεγάλο ραντεβού το επόμενο καλοκαίρι. Μέχρι να έρθει η ώρα του λογαριασμού, όμως, ας ελπίσουμε η Εθνική να καταφέρει να μείνει μακριά από το ελληνικό ποδόσφαιρο…