El partido comienza… Ή αλλιώς, αρχίζει το ματς στα ισπανικά, όπως λέει και η καμπάνια της Novibet για το Μουντιάλ. Και η «καρδιά» στην Ουρουγουάη χτυπά δυνατά λίγο πριν ξεκινήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Μια χώρα με σχεδόν 3,5 εκατ. κόσμου, αλλά με έντονο ταπεραμέντο και -την κλασική λατινοαμερικάνικη- τρέλα για το ποδόσφαιρο.
Για τον μικρό πληθυσμό της, τα όσα έχει πετύχει είναι τεράστια και ίσως ανυπέρβλητα. Δεν μιλάμε μόνο για την παραγωγή σπουδαίων ποδοσφαιριστών όπως οι Πέδρο Ρότσα, Έντσο Φραντσεσκόλι, Λουίς Θουμπίγια, Ντιέγκο Γοδίν, Ντιέγκο Φορλάν, Λουίς Σουάρες, Έντινσον Καβάνι αλλά και οι… πρόσφατοι παικταράδες που έχει βγάλει. Παίκτες «αλήτρες» που λένε στο καφενείο, με τον ορισμό να ταιριάζει απόλυτα στους Ουρουγουανούς. Το γεγονός πως η «σελέστε» έχει κατακτήσει 2 Παγκόσμια Κύπελλα (1930, 1950), έστω και στην πρώιμη μορφή τους, αλλά και 15 Copa America (1916, 1917, 1920, 1923, 1924, 1926, 1935, 1942, 1956, 1959, 1967, 1983, 1987, 1995, 2011), τα λέει όλα από μόνο του.
Το εν λόγω Παγκόσμιο Κύπελλο στο Κατάρ, αναμένεται να αποτελέσει και το τελευταίο… τάνγκο μιας τριπλέτας που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στη σύγχρονη ιστορία της ομάδας. Ο Φερνάντο Μουσλέρα λιγότερο, οι Έντινσον Καβάνι και Λουίς Σουάρες περισσότερο, έβαλαν το λιθαράκι τους για να έρθει ο πιο πρόσφατος τίτλος στα πάτρια εδάφη το 2011. Όπως και για να φτάσει η χώρα τους μια ανάσα από τον τελικό του Μουντιάλ έναν χρόνο νωρίτερα, όταν αποκλείστηκαν στα ημιτελικά από την Ολλανδία. Πρόκειται για τους τρεις από τους τέσσερις πρώτους ποδοσφαιριστές με τις περισσότερες συμμετοχές στην ιστορία της «σελέστερ».
Πλέον, με τα… νιάτα να βγαίνουν μπροστά και τους Νούνιες, Βαλβέρδε, Αραούχο, Ντε Λα Κρους, Μπεντανκούρ, Πελίστρι και σε συνδυασμό με τις παλιοσειρές, η Ουρουγουάη στοχεύει όσο πιο ψηλά γίνεται στο Μουντιάλ του Κατάρ. Σε έναν όμιλο με ομάδες-παγίδες (Γκάνα, Νότια Κορέα) και μάχη για την πρωτιά, φαινομενικά, με την Πορτογαλία.
«Καντόμπε και τάνγκο στο Μοντεβιδέο»
Ουρουγουάη, όμως, δεν είναι μόνο το… ποδόσφαιρο. Μιλάμε για τη χώρα που λατρεύει το τάνγκο! Τι πιο σύνηθες θα έλεγε κανείς, μιας και αναφερόμαστε σε χώρα της Λατινικής Αμερικής. Με τον πολιτισμό να έχει επηρεαστεί από διάφορους αποικιοκράτες αλλά και μετανάστες ανά τα έτη, το κλίμα αποκτά ποικίλο… χρώμα. «Ο ποταμός των χρωματιστών πουλιών», είναι άλλωστε η ουσιαστική μετάφραση του ονόματος της χώρας.
Ευρωπαϊκές, αφρικανικές και αμερικάνικες καταβολές συνθέτουν ένα εντυπωσιακό μείγμα, που επεκτείνει τις ρίζες του στη μουσική. Υπό τους ήχους του μπαντονέον και της ταμπόρα, ο κόσμος διασκεδάζει στα σοκάκια και στα διάφορα μπαρ. Οι δρόμοι του Μοντεβιδέο είναι γεμάτοι με χαρούμενους ανθρώπους. Οι ταμποριλέρος εμφανίζονται το βράδυ, οι μπάντες περικλείουν τους δρόμους της πρωτεύουσας. Ήρθε η ώρα για το περίφημο και ξακουστό καντόμπε. Δεν γνωρίζετε τι είναι αυτό; Eίναι ένα στiλ μουσικής και χορού που ξεκίνησε από την Ουρουγουάη μεταξύ των απογόνων των απελευθερωμένων Αφρικανών σκλάβων.
Για να αντιληφθεί κανείς τη σημασία του, το 2009 η UNESCO ενέγραψε το καντόμπε στη λίστα της Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς. Πρόκειται για ένα καρναβάλι ουσιαστικά, με άνδρες και γυναίκες να βγαίνουν στους δρόμους με στολές κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου, στο οποίο πίνουν μπύρες και ποτά. Άλλοι, επιλέγουν το κλασικό mate…
Chivito, choripan y sandwich olimpico
Αντιλαμβάνεται κανείς πως τα πιάτα των Λατινοαμερικάνων είναι λιγότερο πλούσια, ίσως πιο φτωχά θα λέγαμε. Λογικό εν μέρει αφού και τα οικονομικά δεδομένα στις διάφορες χώρες της Νοτίου Αμερικής δεν είναι τα καλύτερα δυνατά.
Το τσιβίτο (σσ. chivito) είναι το εθνικό πιάτο της χώρας. Το φτιάχνουν σπίτι, πωλείται και στα… φαστφουντάδικα και είναι ένα σάντουιτς. Περιέχει μοτσαρέλα, ζαμπόν, μπριζόλα, πανσέτα, πιπεριές, μαρούλι, ντομάτα, βραστά αυγά και μαγιονέζα, ενώ σερβίρεται συνήθως με πατάτες. Αν μη τι άλλο, ένα χορταστικό πιάτο.
Το τσοριπάν (σσ. choripan) είναι κάτι παρόμοιο. Ψωμί, μαρούλι, ντομάτα και τσορίθο (σσ. chorizo) ή πολύ απλά κάτι σαν το δικό μας χωριάτικο λουκάνικο. Το βρίσκεις και αυτό παντού, σε κάθε… γωνιά θα έλεγε κανείς, ενώ μπορεί να χαρακτηριστεί και ως το «βρώμικο». Υπάρχει και το ολυμπιακό σάντουιτς (σσ. el sandwich olimpico) και μάλλον καταλαβαίνει κανείς τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Εντάσσεται στην κατηγορία του τσιβίτο, έχει τα ίδια συστατικά εκτός από την μπριζόλα, αλλά εδώ μιλάμε για… τριπλό σάντουιτς για πιο «γερά» στομάχια. Φυσικά έχουν και τα πάντσος, κάτι σαν τα χοτ-ντογκ, ζυμαρικά και πίτσα, με το αγαπημένο τους γλυκό να είναι το ίδιο με αυτό των Αργεντινών. Το αλφαχόρ μπορεί να χαρακτηριστεί το… μακαρόν των Λατίνων.
Asado y Dia de Noquis
Μια συνήθεια που δεν την… αλλάζουν με καμία, ακόμη και να μετακομίσουν σε άλλη χώρα είναι το ασάδο (σσ. asado). Το μπάρμπεκιου που λέμε στην Ευρώπη, αλλά στην Ουρουγουάη διαφέρει από λίγο έως πολύ. Κυρίως γιατί μιλάμε για «κοπάδια» ολόκληρα και όχι απλά δύο παϊδάκια πάνω στη σούβλα. Η διαφορά του ασάδο με το κλασικό μπάρμπεκιου είναι πως τα κρέατα ψήνονται στα ξύλα και όχι σε κάρβουνα, ενώ ουσιαστικά η μετάφραση της λέξης είναι «ένας σιδηρόδρομος με κρέατα».
Παράδοση κλασική στην Ουρουγουάη και στις περισσότερες χώρες της Νότιας Αμερικής, η οποία μάλιστα κρατάει σχεδόν 100 χρόνια στην εθνική ομάδα. Διότι το ξεκίνησε για πρώτη φορά η ποδοσφαιρική αποστολή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 στη Γαλλία, κατακτώντας μάλιστα και το χρυσό. Και συνεχίστηκε ανά έτη, με πιο πρόσφατα παραδείγματα αυτά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2010 στη Νότια Αφρική και του 2018 στη Ρωσία.
Οι παραδόσεις, όμως, δεν σταματάνε εκεί αφού η 29η ημέρα κάθε μήνα είναι αφιερωμένη στα νιόκι. Αυτά τα ζυμαρικά που έχουν μείνει από καταβολής Ιταλών στη χώρα και άπαντες στην Ουρουγουάη κάθε 29 κάθε μήνα, σερβίρουν στο τραπέζι τους το παραδοσιακό και «επετειακό» αυτό πιάτο, όπου κάτω από αυτό ορισμένες φορές επιλέγουν να βάλουν χρήματα που συμβόλιζε τη λαχτάρα για νέα δώρα προς την οικογένεια. Από πού προέρχεται όμως αυτή η παράδοση είναι κάτι το ασαφές. Υπάρχουν αρκετές εκδοχές. Ωστόσο, κανείς δεν γνωρίζει ποια είναι αληθινή…
Φέρνοντας το Μουντιάλ στην Ουρουγουάη
Επιστρέφοντας στο ποδόσφαιρο, οι λατινοαμερικάνοι οπαδοί είναι γνωστοί για το πάθος τους. Τα γήπεδα έχουν απίθανη ατμόσφαιρα, με καπνογόνα, κορδέλες και κορεό. Οι υποδομές μπορεί να μην είναι οι καλύτερες δυνατές, από την άποψη ότι αρκετά γήπεδα είναι ιστορικά ως… παλαιολιθικά. Για φανταστείτε, όμως, στα γήπεδα «κλουβιά» της Λατινικής Αμερικής να έπρεπε να παίξει ένας Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής, πόσο διαφορετικό θα ήταν… Με λιγότερες ανέσεις, με καυτή ατμόσφαιρα και παλμό ως το 90’.
Οι δρόμοι θα πλημμύριζαν με κόσμο που θα έμπαινε στο κλίμα της χώρας. «Κατόμπε και τάνγκο στο Μοντεβιδέο» λέγαμε νωρίτερα και όσοι επισκέπτονταν την πρωτεύουσα της Ουρουγουάης θα λικνίζονταν στον ρυθμό της folk μουσικής. Συμμετέχοντας στο κλασικό asado για να «μάθουν να τρώνε», δοκιμάζοντας τα εδέσματα της τοπικής κοινωνίας και βολτάροντας σε μία χώρα που βρέχεται σε μεγάλο μέρος της από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Φυσικά, συμμετέχοντας στο καντόμπε. Παλμό και μουσική έχει το καντόμπε, θα ταίριαζε απόλυτα στην ιδιοσυγκρασία των οπαδών που θα έφταναν ως τη χώρα.
Το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό τουρνουά του πλανήτη θα ταίριαζε γάντι σε μια άκρως ποδοσφαιρική χώρα, η οποία μπορεί να είναι υπερβολικά πιο μικρή από τη Βραζιλία που το διοργάνωσε προ ετών αλλά σίγουρα είναι και πιο ασφαλής. Μια χώρα που έχει έντονο ακόμη το «ευρωπαϊκό άρωμα» και χαρακτηρίζεται για τη φιλοξενία της. Ο κόσμος θα… άνοιγε τα σπίτια του για να βάλει μέσα τους οπαδούς που ταξίδεψαν από κάθε Ήπειρο. Ίσως να άφηναν, βέβαια, απ’ έξω τους Βραζιλιάνους που δεν θέλουν να βλέπουν! Μια χώρα, η οποία θα μπορούσε να εξελιχθεί και να αναπτυχθεί από τα τεράστια έσοδα που θα έφερνε ο τουρισμός.
Όσον αφορά τα γήπεδα που θα φιλοξενούσαν τη διοργάνωση; Δεν είναι πολλά, γι’ αυτό και θα κρατήσουμε το τωρινό φορμάτ των 32 συμμετεχόντων. Αν βέβαια το παραπάνω σενάριο γινόταν πράξη, τότε σίγουρα θα υπήρχαν ανεγέρσεις σταδίων και ανακαινίσεις. Πάμε, όμως, με τα τωρινά δεδομένα.
Το ιστορικό «Centenario» αποτελεί το «σπίτι» της Ουρουγουάης. Έχει «σβήσει» 92 κεριά και συνεχίζει να… στέκει αγέρωχο, φιλοξενώντας περισσότερους από 60 χιλιάδες οπαδούς. Χτισμένο το 1930, έχει φιλοξενήσει Παγκόσμιο Κύπελλο αλλά και μεγάλα events ακόμη, όπως τελικούς του Copa America και του Copa Libertadores. Με μια μικρή ανακατασκευή, θα γινόταν τέλειο.
Το Campeon del Siglo χωράει 40.005 και είναι η έδρα της Πενιαρόλ. Υπερσύγχρονο, έχει χτιστεί το 2016 και αποτελεί το στολίδι της χώρας. Τρομερά ποδοσφαιρικό γήπεδο που θυμίζει… Μπομπονέρα, θα ήταν ιδανικό για τη διεξαγωγή αρκετών αγώνων. Όταν γεμίζει, αποτελεί φόβητρο για κάθε ομάδα στο πρωτάθλημα αλλά και στις διασυλλογικές διοργανώσεις. Φανταστείτε...
Τώρα, αρχίζουν τα… δύσκολα, όμως. Διότι πάμε ως επί το πλείστον σε γήπεδα που είναι αμιγώς ποδοσφαιρικά, αλλά έχουν έναν αιώνα ζωής. Το Gran Parque Central χτίστηκε το 1900 (!), αποτελεί την έδρα της Νασιονάλ και χωράει 34 χιλ. οπαδούς. Έχουν γίνει τέσσερις ανακαινίσεις-αναδομήσεις (1911, 1944, 1974, 2005) και πλέον θεωρείται από τα σύγχρονα γήπεδα της χώρας. Ακολουθεί το Atilio Paiva Olivera με 27.135 οπαδούς, το οποίο χτίστηκε το 1927 και το 1995 μετά από εργασίες του αυξήθηκε η χωρητικότητα. Χρησιμοποιείται γενικότερα για αγώνες της πρώτης κατηγορίας εφόσον το γήπεδο κάποιας ομάδες δεν πληροί τα κριτήρια.
Το Luis Troccoli με 25.000 οπαδούς και έτος ανέγερσης το 1964 φιλοξενεί τα ματς της Σέρο Πορτένιο, ενώ τη λίστα συμπληρώνουν τα Estadio Parque Artigas (25.000, ιδρύθηκε το 1995), Domingo Burgueno (23.000, ιδρύθηκε το 1994) και Jardines del Hipodromo (18.000, ιδρύθηκε το 1957). Μια ανακατασκευή σε αρκετά γήπεδα, ένα ολικό λίφτινγκ σε άλλα και το χτίσιμο ορισμένων ακόμη, θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία σε μια άκρως ποδοσφαιρική χώρα να διοργανώσει ένα Μουντιάλ. Ένα Μουντιάλ με τις κερκίδες γεμάτες από διψασμένους για μπάλα φιλάθλους...