Το συζητούσα μετά το τέλος του ματς με τον Κώστα Μιαούλη που έχει την ίδια γνώμη. Με υγιή και παρόντα τον Ντουντού, ο Ολυμπιακός δεν θα έχανε το πρωτάθλημα με «κάτω τα χέρια». Για τον προσεκτικό παρατηρητή του αγώνα στο «Καραϊσκάκης», η κατακόρυφη επιθετική βελτίωση των «ερυθρολεύκων», οφείλεται στο παραγωγικό παιχνίδι του διεθνούς Βραζιλιάνου.
Ο Ντουντού «νοστιμίζει» το παιχνίδι γιατί είναι ο μόνος χαφ που κερδίζει μέτρα στο γήπεδο με τη μπάλα στα πόδια. Κανείς άλλος χαφ δεν μπορεί να κουβαλήσει τη μπάλα και να δημιουργήσει προϋποθέσεις ώστε να βγει η ομάδα στην επίθεση με αριθμητικό πλεονέκτημα.
Εννοείται πως και σε αυτό το συναρπαστικό παιχνίδι, ο Βραζιλιάνος είχε χρονικά διαστήματα που χανόταν από το γήπεδο. Κατάσταση απολύτως λογική όταν έχεις να παίξεις τέσσερις μήνες και προπονείσαι κανονικά μόλις δυο εβδομάδες. Ωστόσο, η κλάση φαίνεται και δίνει στον Ολυμπιακό κάτι από τη χαμένη αγωνιστική ταυτότητά του.
Η ομάδα του Μπάντοβιτς δικαιούτο και με το παραπάνω να έχει καθαρίσει το ματς με ευρύ σκορ από το πρώτο εικοσάλεπτο. Τα δοκάρια και η αστοχία δεν του το επέτρεψαν. Ίσως και ο Λούα Λούα με το ατομικό παιχνίδι του που δεν υπακούει σε καμία λογική.
Το παιχνίδι στο σύνολό του ήταν από τα καλύτερα της χρονιάς. Αυτό συνέβη γιατί ο Μπάγεβιτς έκανε αυτό που ίσως έπρεπε να είχε κάνει από την αρχή. Να παίξει επιθετικά και να το χτυπήσει. Ο Ολυμπιακός που προερχόταν από την κατραπακιά του Άρη ήταν για να τον λυπάσαι και όχι να τον φοβάσαι.
Ο ντεφορμέ Ντούσκο τον φοβήθηκε και του άξιζε να το πληρώσει ακριβά στο πρώτο ημίχρονο. Η ΑΕΚ που θα ήλπιζε μόνο με νίκη ήρθε στο Φάληρο να παίξει με τη λογική μικρής ομάδας απέναντι σε μεγάλη. Το πλήρωσε, έστω κι αν χρειάστηκε να βάλει το χεράκι του, δηλαδή τη σφυρίχτρα του, ο διαιτητής.
Ο Μπάντοβιτς, προφανώς θα διαπίστωσε ότι ο Ζεβλάκοφ μπορεί καλύτερα από τον Γκαλίτσιο ως δεξί μπακ και ο Ντάτολο μέχρι να φύγει, έχει λόγους (Μουντιάλ) να παίξει καλά και να διακριθεί.