Η προηγούμενη σεζόν, 1993-94, είχε ξεκινήσει για τον Παναθηναϊκό με τον Ίβιτσα Όσιμ στην άκρη του πάγκου, ο οποίος είχε αναλάβει από το καλοκαίρι του 1992. Ήταν η εποχή, που η κόντρα διοίκησης και οπαδών ήταν στο απόγειό της. Οι δηλώσεις του έμπειρου προπονητή, ο οποίος διαρκώς υποτιμούσε τους ποδοσφαιριστές του και ασκούσε κριτική στη διοίκηση, ζητώντας επιτακτικά μεταγραφική ενίσχυση, «χάιδευαν» τα αυτιά των φίλων του Παναθηναϊκού.

Εκείνοι, χρέωναν στην ιδιοκτησία έλλειψη οράματος, αφού δεν πείθονταν από την αντίληψη του Γιώργου Βαρδινογιάννη, πως «οι ομάδες χτίζονται, δεν αγοράζονται». Η διοίκηση ακολουθούσε σφιχτή οικονομική πολιτική, χωρίς κοστοβόρες κινήσεις, ενώ η σύγκριση με το μπασκετικό τμήμα, όπου γίνονταν δαπανηρές επενδύσεις (Γκάλης, Βράνκοβιτς, Κόμαζετς), ήταν αναπόφευκτη.

Η εμπιστοσύνη στον Όσιμ ήταν τυφλή, για όλα κατηγορούνταν οι διοικούντες και οι παίκτες. Κουβαλούσε, άλλωστε, ένα πολύ βαρύ βιογραφικό, έχοντας οδηγήσει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 την εθνική ομάδα της χώρας του μέχρι τα προημιτελικά. Χαρακτηριστικό περιστατικό της… παράνοιας, που υπήρχε, ήταν η αναμέτρηση με τη Λεβερκούζεν στο ΟΑΚΑ για την φάση των «16» του Κυπέλλου Κυπελλούχων 1993/94, όταν μεγάλη μερίδα από τους 50.000 εξαγριωμένους οπαδούς, πανηγύριζε τα γκολ της γερμανικής ομάδας, η οποία διέσυρε με σκορ 4-1 τους γηπεδούχους!



Με μια ψύχραιμη προσέγγιση, βέβαια, γίνεται αντιληπτό πως οι ποδοσφαιριστές, που απάρτιζαν το «πράσινο» ρόστερ τότε, μόνο… αμελητέοι δεν ήταν. Βάντσικ, Ουζουνίδης, Καλλιτζάκης, Αποστολάκης, Δώνης, Σαραβάκος, Μπορέλι και Βαζέχα, μεταξύ άλλων, συνέθεταν μια πραγματική dream team.

Τη σεζόν 1992/93, χωρίς να θέλγει με την απόδοσή του, ο Παναθηναϊκός διεκδίκησε μέχρι τέλους το πρωτάθλημα, μένοντας στη δεύτερη θέση με 77 βαθμούς (πρώτη με 78 η ΑΕΚ). Η επόμενη σεζόν αποδείχθηκε καταστροφική, καθώς οι «πράσινοι» έμειναν νωρίς εκτός διεκδίκησης του πρωταθλήματος. Το κλίμα στα αποδυτήρια ήταν βαρύ και ποιοτικοί ποδοσφαιριστές, όπως ο Σαραβάκος και ο Μπορέλι, ήταν πλήρως παραγκωνισμένοι.

Έπειτα από μια σειρά αρνητικών αποτελεσμάτων, στις 12 Μαρτίου 1994 ο Ίβιτσα Όσιμ απομακρύνθηκε από την τεχνική ηγεσία του Παναθηναϊκού,, έξι αγωνιστικές πριν το τέλος της περιόδου 1993-94. Ο Χουάν Ραμόν Ρότσα κλήθηκε να τον αντικαταστήσει. Ο Αργεντινός απελευθέρωσε τους παίκτες του Παναθηναϊκού, οι οποίοι κέρδισαν όλους τους εναπομείναντες αγώνες, μεταξύ άλλων και τον τελικό Κυπέλλου με αντίπαλο την ΑΕΚ.



Το καλοκαίρι του 1994 μετά από 10 χρόνια ονειρικής συνύπαρξης, ο «μεγάλος μικρός» Δημήτρης Σαραβάκος, αφήνεται ελεύθερος από τον Παναθηναϊκό, συνεχίζοντας την καριέρα του στην ΑΕΚ. Άλλες προσθαφαιρέσεις ουσιαστικά δεν υφίστανται. Ο Ρότσα κατανοούσε πως με το γεμάτο ρόστερ, που έχει στα χέρια του, μπορούσε να πετύχει, και με το παραπάνω, τους στόχους του.

Οι «πράσινοι» εκκίνησαν με το «πόδι στο γκάζι» την αγωνιστική περίοδο 1994-95 και δεν κοίταξαν ποτέ πίσω. Έφτασαν στις εννέα σερί νίκες, κερδίζοντας τη βασική εκείνα τα χρόνια, ανταγωνίστρια για τον τίτλο, ΑΕΚ, με 1-0 στη Νέα Φιλαδέλφεια, την 8η αγωνιστική. Η κεφαλιά-γκολ του Γιάννη Καλλιτζάκη σηματοδοτούσε την αποφασιστικότητα για την κατάκτηση του πρωταθλήματος.

«Φρένο» τους είχε είχε βάλει τότε ο Ηρακλής τη 10η αγωνιστική, με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς να φοράει τη φανέλα του «Γηραιού»! Οι Θεσσαλονικείς είχαν αποσπάσει λευκή ισοπαλία (0-0) με τον σημερινό «αναμορφωτή» του Παναθηναϊκού να αγωνίζεται ως βασικός στη θέση του αριστερού εξτρέμ. Η πρώτη ήττα ήρθε την 24η αγωνιστική με 2-1 από τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα, όταν όλα είχαν κριθεί για τον τίτλο, που θα κατέληγε στην Παιανία.



Οι 26 νίκες, 5 ισοπαλίες και μόλις 3 ήττες σε 34 παιχνίδια μαρτυρούν την ολοκληρωτική κυριαρχία εκείνης της σεζόν για την αρμάδα του Ρότσα, προσφέροντας επιβλητικές ποδοσφαιρικές παραστάσεις. Ενδεικτικές ήταν οι εμφανίσεις με ΑΕΚ (3-0 εντός), ΠΑΟΚ(3-0 εντός) και Καβάλα (5-1 εκτός).

Συχνά αναφέρεται πως οι επιτυχίες του Παναθηναϊκού τη διετία 1994-96 οφείλονταν στον Όσιμ. Οι αλλαγές, όμως, που συντελέστηκαν από τον Ρότσα ήταν τολμηρές και το πρόσωπο της ομάδας εντελώς διαφοροποιημένο. Οι παίκτες βρήκαν όρεξη για ποδόσφαιρο ξανά, παίζοντας πιο γρήγορα και επιθετικά, ενώ επανήλθε η ηρεμία στις τάξεις των οπαδών της ομάδας.

Ο «Ινδιάνος» καθιέρωσε σαν βασικό δεξί μπακ τον Γεωργιάδη του Σάββα, έδωσε φανέλα βασικού στον Καπουράνη στα αριστερά, μετέτρεψε τον Αποστολάκη σε αμυντικό χαφ, μονιμοποίησε τον Δώνη, εκμεταλλεύτηκε την ταχύτητα και την έφεση στο σκοράρισμα του Γεωργιάδη του Χαραλάμπους, μετατρέποντάς τον από δεκάρι σε περιφερειακό επιθετικό και έδωσε καθοριστικό ρόλο στον Μπορέλι, ο οποίος ήταν έτοιμος να αποχωρήσει.

Στυλοβάτης της προσπάθειας ήταν ο έμπειρος τερματοφύλακας Γιόζεφ Βάντσικ. Το «Βουνό» πρόσφερε ασφάλεια στην άμυνά του, δέχθηκε μόλις 21 τέρματα (καλύτερη άμυνα), ενώ ήταν ο πρωταγωνιστής της πρόκρισης του Παναθηναϊκού στο Καραϊσκάκη ενάντια στον Ολυμπιακό για τα ημιτελικά του Κυπέλλου, αποκρούοντας πέναλτι στο τελευταίο λεπτό και βοηθώντας να αποδράσουν οι «πράσινοι» με το 3-2 και την επική πρόκριση από το Φάληρο.



Μια από τις κορυφαίες σεζόν της καριέρας του πραγματοποίησε ο Κριστόφ Βαζέχα, σημειώνοντας 29 γκολ σε 33 συμμετοχές. Ο Πολωνός «μάτωνε» για μια ακόμη χρονιά τα δίχτυα των αντιπάλων, αποτελώντας σημείο αναφοράς για την αθηναϊκή ομάδα. Αποτέλεσε κορυφαίο δίδυμο με τον Μπορέλι, ο οποίος ήταν ο παίκτης-αποκάλυψη. Ο «Χότα-Χότα» βγήκε από την αφάνεια, πέτυχε 7 γκολ και χάρισε απλόχερα στιγμές μαγείας.

Η σεζόν ολοκληρώθηκε με το «τριφύλλι» να τερματίζει στην πρώτη θέση, συγκεντρώνοντας 83 βαθμούς, 16 περισσότερους από τον δεύτερο Ολυμπιακό. Τα χαμόγελα επανήλθαν, οι «πράσινοι» είχαν αποδώσει θαυμάσιο ποδόσφαιρο.

Κατέκτησαν, μάλιστα και το Κύπελλο Ελλάδας, επικρατώντας 1-0 της ΑΕΚ, σε έναν άκρως επεισοδιακό τελικό. Είναι ο αγώνας, φυσικά, που στιγματίστηκε από τον «κιτρινόμαυρο», τότε, Σαραβάκο να αστοχεί σε εκτέλεση πέναλτι, υπό τις ιαχές «Μητσάρα βαζέλα πέτα τη φανέλα», αλλά και από τα πρωτοφανή επεισόδια που ξέσπασαν με αφορμή το πέναλτι που σφύριχτηκε υπέρ του Βαζέχα, σε μαρκάρισμα που δέχεται στο 112' (η παράταση ακολούθησε το 0-0 της κανονικής διάρκειας) ο Πολωνός από τον αμυντικό της Ένωσης, Μιχάλη Βλάχο. Εκτυλίχθηκαν αμέσως βιαιοπραγίες στην εξέδρα και αποβολές στους Βλάχο και Μανωλά, που διαμαρτυρήθηκαν έντονα στο διαιτητή Μπάκα. Ο Βαζέχα δεν λάθεψε από τα 11 βήματα, χαρίζοντας στην ομάδα του το 15ο Κύπελλο Ελλάδας της ιστορίας της και τρίτο συνεχόμενο.



Στις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις, η πορεία δεν ήταν ανάλογη της εγχώριας. Ο κακός δαίμονας των «πρασίνων», που ακούει στο όνομα Μπριζ, βρέθηκε και πάλι στον δρόμους τους για τη β' φάση του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Το πρώτο παιχνίδι στο Βέλγιο έληξε με σκορ 1-0 υπέρ της Μπριζ και στον επαναληπτικό του κατάμεστου ΟΑΚΑ, ο Παναθηναϊκός δεν κατάφερε να σκοράρει, με την αναμέτρηση να ολοκληρώνεται ισόπαλη χωρίς τέρματα. Στο παιχνίδι αυτό οι φίλοι του «τριφυλλιού», έξαλλοι με τη διαιτησία, προκάλεσαν επεισόδια, τα οποία επέφεραν τιμωρία της έδρας για την επόμενη σεζόν. Η αρχική ποινή, η οποία ήταν αποκλεισμός από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ευτυχώς ανατράπηκε.

Ο Παναθηναϊκός είχε δημιουργήσει μια εξαίσια μαγιά ποδοσφαιριστών, η οποία την επόμενη σεζόν θα τον οδηγούσε ως τα ημιτελικά του Champions League, διατηρώντας παράλληλα τα σκήπτρα του πρωταθλητή Ελλάδας.



Επιμέλεια: Λευτέρης Παύλου

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube