Περού.

Μια χαρακτηριστική χώρα της περιοχής των Άνδεων, κέντρο του πολιτισμού των Ίνκας, με πόλεις πολυπολιτισμικές, αποτέλεσμα της σφοδρής σύγκρουσης με τους Ισπανούς αποίκους, που έχει περισσότερα από 3.500 διαφορετικά είδη πατάτας, τη μεγαλύτερη ποικιλία στον κόσμο.

Αλλά όπως κάθε χώρα της Λατινικής Αμερικής, έτσι και το Περού χαρακτηρίζεται από ακόμη ένα πράγμα: Το πάθος για το ποδόσφαιρο.

Σε συλλογικό επίπεδο επιτυχίες δεν υπάρχουν πολλές. Από μία φορά έχουν πάει σε τελικό του Copa Libertadores η κορυφαία ομάδα της χώρας, Ουνιβερσιτάριο ντε Ντεπόρτες (1972) και η Σπόρτινγκ Κριστάλ (1997), αλλά τους έχασαν, ενώ ένα Copa Sudamericana έχει κατακτήσει η Σιενσιάνο το 2003. Σε επίπεδο εθνικής ομάδας, ωστόσο, τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα.

Το Περού -που τα ξημερώματα (18/06, 03:00) κάνει το ντεμπούτο του στο Κόπα Αμέρικα απέναντι στη Βραζιλία- όχι απλά έχει συμμετάσχει σε πέντε Παγκόσμια Κύπελλα, με τελευταίο, θυμίζουμε, το πρόσφατο, της Ρωσίας, αλλά το 1970 και το 1978 έφτασε μέχρι τα προημιτελικά. Στο ενδιάμεσο, όμως, το 1975, «σκαρφάλωσε» στην κορυφή της Νότιας Αμερικής. Και για να φτάσει μέχρι εκεί χρειάστηκε μια «απόδραση».

Γράφει ο Νίκος Ράλλης


Η δεκαετία του 1970 είναι για τους Περουβιανούς η δική τους χρυσή περίοδος. Αναμφίβολα.

Καταρχήν, στο ξεκίνημα της δεκαετίας, στα γήπεδα του Μεξικού, με τον σπουδαίο Ντίντι στο «τιμόνι», τον Βραζιλιάνο θρύλο που κατέκτησε δύο Παγκόσμια Κύπελλα και ανακηρύχθηκε κορυφαίος παίκτης στη διοργάνωση του 1958, το Περού «καθάρισε» Βουλγαρία και Μαρόκο, και τερματίζοντας πίσω από τη Δυτική Γερμανία, προκρίθηκε στα προημιτελικά του Μουντιάλ. Οι «Ίνκας» είχαν γράψει ιστορία και πίσω στη χώρα, ο κόσμος, μεθυσμένος από χαρά, ξέχασε για λίγο τα προβλήματά του, τα οποία προκαλούσε η διαρκής πολιτική αναταραχή.

Το εμπόδιο της Βραζιλίας στους «8» αποδείχθηκε ανυπέρβλητο και η «μπικολόρ» επέστρεψε στη βάση της, τα καλύτερα, ωστόσο, ήταν μπροστά. Άλλωστε, το ρόστερ της ομάδας με την κόκκινη ρίγα ήταν φτιαγμένο για μεγάλα πράγματα, τα οποία ήρθαν, τελικά, το 1975.



Πέντε χρόνια μετά την εξαιρετική πορεία στο Μεξικό, το Περού έφτασε στην κατάκτηση του δεύτερου Κόπα Αμέρικα της ιστορίας του από το μακρινό 1939, στο οποίο, ωστόσο, τότε δεν συμμετείχαν Βραζιλία, Αργεντινή, Κολομβία και Βολιβία. Το 1975, όμως, ήταν... όλοι μέσα, και το Περού τούς πέταξε -σχεδόν- όλους έξω!

Αξίζει να σημειωθεί το εξής: Η διοργάνωση στο παρελθόν ήταν γνωστή ως Campeonato Sudamericano de Football (Νοτιοαμερικανικό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου). Η επίσημη ονομασία στα αγγλικά ήταν South American Championship of Nations. Το σημερινό της όνομα, Κόπα Αμέρικα δηλαδή, άρχισε να χρησιμοποιείται το 1975. Μεταξύ 1975 και 1983, ωστόσο, δεν υπήρχε διοργανώτρια χώρα, με τις αναμετρήσεις να διεξάγονται εντός και εκτός έδρας σε διάστημα ενός τριμήνου ή και παραπάνω! Συγκεκριμένα, το 1975, το Περού έδωσε τον πρώτο του αγώνα στη Χιλή στις 17 Ιουλίου και τον... τρίτο (θα τα πούμε παρακάτω) τελικό κόντρα στην Κολομβία στις 28 Οκτωβρίου!

Μεταξύ άλλων, λοιπόν, σε εκείνη την υπέροχη ομάδα αγωνίζονταν ο «κέρβερος» κεντρικός αμυντικός Έκτορ Τσουμπιτάς, «ο τυφλός» (επειδή φορούσε φακούς επαφής) Χουάν Κάρλος Ομπλίτας, ένας τρομερός αριστερός εξτρέμ, ο θρυλικός Τεόφιλο Κουμπίγιας, «το παιδί», ο σπουδαιότερος παίκτης της χώρας του όλων των εποχών και μέσα στους 50 καλύτερους του 20ού αιώνα στις εκλογές της IFFHS (48ος), και ο Ρουμπέν Τορίμπιο Ντίας, ακόμη ένας σπουδαίος αμυντικός. Ωστόσο, ήρωας για τους Περουβιανούς έμελλε να γίνει ένας ποδοσφαιριστής, που έπαιξε μόνο στο τελευταίο παιχνίδι. Στον τρίτο τελικό. Το όνομά του, Ούγκο Σοτίλ.



Αυτός ο κοντός (1,69μ.) επιθετικός, με παρουσιαστικό, αν μη τι άλλο, που θύμιζε... Ίνκας, ήταν -επίσης- ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της εθνικής του ομάδας. Καμία εντύπωση, λοιπόν, δεν προκαλεί το γεγονός (αν σας διαφεύγει) ότι ήδη από το 1973 η Μπαρτσελόνα τον είχε «τσιμπήσει» από την Ντεπορτίβο Μουνισιπάλ, βοηθώντας την να κατακτήσει το πρώτο της πρωτάθλημα από το 1960. Μια «Μπάρτσα», να θυμίσουμε, στα αποδυτήρια της οποίας... άλλαζαν οι Γιόχαν Κρόιφ, Κάρλες Ρέσακ και Γιόχαν Νέσκενς. Ανάμεσά τους και ο Σοτίλ. Προφανώς, επομένως, και ο ομοσπονδιακός τεχνικός του Περού, Μάρκος Καλδερόν, τον κάλεσε στην εθνική.

Η δομή της νέας, ουσιαστικά, διοργάνωσης, όμως, με τα παιχνίδια να ξεκινούν Ιούλιο και να τελειώνουν Οκτώβρη, δημιουργούσε ένα προφανέστατο πρόβλημα: Οι σύλλογοι, τουλάχιστον στην Ευρώπη, είχαν υποχρεώσεις εντός και εκτός συνόρων. Η Μπαρτσελόνα δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήνει κάθε τρεις και λίγο να φεύγει, και πράγματι, δεν τον άφησε. Του απαγόρεψε ορθά κοφτά να ενισχύσει την εθνική του ομάδα!

Παρ' όλα αυτά, το Περού τα πήγε εξαιρετικά και χωρίς αυτόν, φτάνοντας μετά από μια σειρά επικών εμφανίσεων και μεγάλων νικών στους τελικούς με την Κολομβία. Έπαιξε ρόλο, βέβαια και η τύχη. Εκείνη την εποχή δεν ίσχυε το εκτός έδρας γκολ. Στα ημιτελικά, λοιπόν, το Περού νίκησε στη Βραζιλία (1-3), η Βραζιλία νίκησε στο Περού (0-2) και η εγγονή του Περουβιανού προέδρου της CONMEBOL, Τεόφιλο Σαλίνας, τράβηξε κλήρο. Σύμπτωση ή όχι, οι «Ίνκας» ήταν στον τελικό. Και εκεί είχαμε ακριβώς το ίδιο σκηνικό.

Στις 16 Οκτωβρίου 1975, στο ''Estadio El Campin'', της Μπογκοτά, η Κολομβία επικρατεί 1-0. Έξι μέρες μετά, στις 22 Οκτωβρίου, στο ''Estadio Nacional'' της Λίμα, το Περού κερδίζει το ματς 2-0. «Ισοπαλία». Ο τίτλος, όμως, δεν γινόταν να κριθεί με κλήρο. Η CONMEBOL, λοιπόν, ορίζει και τρίτο παιχνίδι για τις 28 του μήνα στο ουδέτερο ''Estadio Olimpico'' του Καράκας, στη Βενεζουέλα.

Τότε ακριβώς είναι που έρχεται στο επίκεντρο ο Ούγκο Σοτίλ.



Ο Σοτίλ πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 στο Μεξικό και παρότι έμπαινε συχνά ως αλλαγή, έπαιξε στη νίκη με σκορ 3-2 εναντίον της Βουλγαρίας, στη νίκη 1-0 εναντίον του Μαρόκο και στην ήττα 3-1 από τη Δυτική Γερμανία. Ήταν, επίσης, στον προημιτελικό, στην ήττα από τη Βραζιλία με σκορ 2-4 και μνημονεύεται για τις ασίστ του στον Κουμπίγιας, ώστε να αναδειχθεί 3ος σκόρερ του τουρνουά.

Στα 30 του χρόνια, λοιπόν, ο Σοτίλ, ο οποίος μαθαίνει, φυσικά, τι γίνεται πίσω στην πατρίδα και δεν... κρατιέται, ξέρει πως δεν θα έχει άλλη ευκαιρία. Ή τώρα ή ποτέ. Παίζει σε ένα παιχνίδι πρωταθλήματος της Μπαρτσελόνα απέναντι στην Ρασίνγκ Σανταντέρ στο «Καμπ Νου» (νίκη 2-1 για την ιστορία), τελειώνει το ματς, κάνει μπάνιο και φεύγει για το αεροδρόμιο. Εκεί, μπαίνει σε ένα αεροπλάνο με προορισμό τη Μαδρίτη και πετάει για Καράκας χωρίς την άδεια κανενός!

Ο Περουβιανός φτάνει στον προορισμό του μόλις δύο ημέρες πριν από τον τρίτο αγώνα με την Κολομβία. Δεν είχε παίξει, θυμίζουμε, σε κανέναν άλλον! Λεπτομέρεια. Ο Καλδερόν τον υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες στην προπόνηση της ομάδας και τον ξεκινάει βασικό χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο Σοτίλ μπαίνει μέσα και στο 25' στέλνει έναν λαό στα ουράνια, πετυχαίνοντας το μοναδικό γκολ του τελικού. Τελικό σκορ 1-0, με το Περού να κατακτά το Κόπα Αμέρικα.

Ενώ μια χώρα πανηγυρίζει, όμως, ο Σοτίλ δεν έχει χρόνο. Τα μαζεύει άρον άρον και σίγουρος για την παραδειγματική τιμωρία του για την «απόδρασή του, επιστρέφει στη Βαρκελώνη. Και εκεί συμβαίνει κάτι καταπληκτικό. Οι άνθρωποι της Μπαρτσελόνα, που έχουν, ωστόσο, ενημερωθεί για το κατόρθωμά του, τον αντικρίζουν και αντί να του βάλουν χέρι, που το 'σκασε, όχι απλά δεν τον τιμωρούν, αλλά του δίνουν συγχαρητήρια!


Στο 11:00 το γκολ του Σοτίλ και... ο χαμός!

Δύο χρόνια αργότερα, και μετά από 111 παιχνίδια και 33 γκολ με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα, ο Σοτίλ επέστρεψε το 1977 στο Περού και αγωνίστηκε για την Αλιάντσα της Λίμα, συμπαίκτης με τον Κουμπίγιας και τον Σεζάρ Κουέτο. Βοήθησε την ομάδα του να κερδίσει τα πρωταθλήματα του 1977 και του 1978, σκοράροντας 23 γκολ σε 48 αγώνες, πραγματοποιώντας και εξαιρετικές εμφανίσεις στο Κόπα Λιμπερταδόρες του 1978, φτάνοντας στα ημιτελικά και σκοράροντας 5 γκολ σε 9 παιχνίδια.

Το 1979, δε, πήγε στην Κολομβία για λογαριασμό της Ιντεπεντιέντε του Μεδεγίν, αλλά είχε πια χάσει τον ρυθμό του, δείχνοντας πως το τέλος της καριέρας του ήταν κοντά. Γύρισε, τελικά, στο Περού για λογαριασμό της Μουνισιπάλ και έπαιξε εκεί μέχρι το 1982, οπότε και αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, επιστρέφοντας για λίγο το 1984, φορώντας τη φανέλα της μικρής επαρχιακής ομάδας Εσπαρτάνος και το 1986 -στα 40 του χρόνια- της Ντεπορτίβο Χουνίν.

Ο Σοτίλ, στα 75 του πλέον, είναι ένας ζωντανός θρύλος για το ποδόσφαιρο του Περού. Είναι εκείνος, που έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις εντολές κοτζάμ Μπαρτσελόνα, για να βρεθεί στο πλάι της εθνικής ομάδας της πατρίδας του, χαρίζοντάς της ένα τρόπαιο.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube