Είχε ήδη στείλει τα… τσιράκια του και τα «δώρα» του ήταν καλοδεχούμενα από τους απέναντι. Οι κασέτες του, που τις μετέφεραν οι «κολαούζοι», είχαν γίνει ανάρπαστες και έφταναν να πουλιούνται ακόμα και στις λαϊκές!
Το μοναδικό πέρασμα, όπως του είχαν πει, ήταν στις «τρεις γέφυρες», εκεί δίπλα στις γραμμές του τρένου. Στο μέρος όπου παλαιότερα οι Καλογράνηδες έκαναν τα δικά τους … ανδραγαθήματα.
Βρέθηκε η… νύχτα και η ώρα, ο «βασιλιάς» έγινε Βασίλης και έκανε την εμφάνισή του μπροστά σε ένα ετερόκλητο κοινό. Ένα κοινό που είχε έλθει από όλες τις γωνιές της Αττικής. Ακόμη και από τα βόρεια προάστια λένε ότι πήγαν να τον δουν και οι λιμουζίνες έφταναν μέχρι το κοντινό στρατόπεδο!
Μετά το πρώτο ξάφνιασμα, όλοι έγιναν ένα και ο οδηγός της εμπορικής αμαξοστοιχίας που περνούσε, έκοψε ταχύτητα, για να χαζέψει την κυρία με τα χρυσαφικά, που είχε βγει να πάρει ανάσες και το σικ φόρεμά της «ψυχανέμιζε» από το αεράκι που κατέβαζε η Λιοσίων .
Από πού ξεκινάει ο μύθος και μέχρι πού φτάνει η αλήθεια, είναι δύσκολο να πει κάποιος που θέλει να σκιαγραφήσει το πορτρέτο του Βασίλη Τερλέγκα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι στα ζεϊμπέκικά του γίνονται «ζωγραφιές», που χρειάζονται έναν νέο Τσαρούχη για να τις αναπαραστήσει.
Ο Τερλέγκας κατάφερε να διεμβολίσει και τους απέναντι , οι οποίοι δεν του αρνήθηκαν τραγούδια τους, όπως αυτό που του έγραψε η αξέχαστη Ιφιγένεια Γιαννοπούλου, αλλά μάλλον ήταν μια στιγμή αδυναμίας των «έντεχνων», από αυτές που συνηθίζουν κατά καιρούς. Πολύ γρήγορα όλοι επέστρεψαν στις… θέσεις τους και έμεινε ο «θρόνος» για να μας θυμίζει τον Βασίλη που κάποτε ήταν «βασιλιάς».
O Γιώργος Τσάμπρας περνάει… απέναντι και μας μεταφέρει εικόνες και ήχους από την … άλλη όχθη του ελληνικού τραγουδιού. Μας ξαναθυμίζει τραγούδια που στο άκουσμά τους έπνιγαν τον πόνο τους οι χορευτές της μιας νύχτας. Εκείνοι που δεν πέρασαν ποτέ στην άλλη πλευρά του ποταμού της δυστυχίας!