«Ακόμα και τα μαλλιά μου δεν τα έχω βάψει ποτέ». Χωρίς να ερωτηθεί από τον δημοσιογράφο της «Kleine Zeitung» ο Οτο Ρεχάγκελ ξεκαθάριζε ένα θέμα που μέχρι σήμερα έχει απασχολήσει το κοινό. Και σήμερα ξέρουμε ότι όχι μόνο δεν έχει βάψει ποτέ τα μαλλιά, αλλά ότι επειδή είναι ατίθασα αλλάζουν και χρώμα.
Θα ήταν έκπληξη αν ο Ρεχάγκελ δεν είχε ασχοληθεί με τη μεταγραφή του Νίκου Λυμπερόπουλου στη Νυρεμβέργη. Ποτέ δεν έκρυψε ότι ενδιαφέρεται για τις ομάδες που μεταγράφονται οι παίκτες της Εθνικής και στο παρελθόν είχε ανοιχτά και ενεργά ασχοληθεί με τη μεταγραφή του Άγγελου Χαριστέα. Ο λόγος της ενασχόλησης του Ρεχάγκελ με τις μεταγραφές των παικτών της Εθνικής δεν είναι πονηρός, όπως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει. Ο Γερμανός αντιλαμβάνεται την Εθνική ως την πρώτη ομάδα για τους παίκτες του και θέλει να νιώθουν ευτυχισμένοι στις «δεύτερες» ομάδες τους. Είναι και ο λόγος που ο Ρεχάγκελ προσπαθεί να «σπρώχνει» παίκτες σε γερμανικές ομάδες, αφού τις εμπιστεύεται ότι θα προσέξουν τους παίκτες του περισσότερο από τις άλλες ευρωπαϊκές και φυσικά πολύ περισσότερο από τις ελληνικές.
Ενα σημείο που ο Ρεχάγκελ διαφοροποιήθηκε από τους προκατόχους του είναι η σχέση του με τις ελληνικές ομάδες. Πριν από τον Ρεχάγκελ οι προπονητές προσπαθούσαν να τα έχουν καλά με τις διοικήσεις των ομάδων για να μην εμποδίζουν τους παίκτες να πηγαίνουν στην Εθνική. Ο Ρεχάγκελ κινήθηκε με αντίθετη λογική. Εξασφαλίζοντας προβολή και χρήμα στους παίκτες, τους έκανε να θέλουν να παίζουν στην Εθνική ανεξάρτητα από το τι ήθελαν οι ομάδες τους.
Η μεταγραφή πάντως του Λυμπερόπουλου είναι καθαρά επικοινωνιακή υπόθεση. Το αντικείμενο είναι να βγει ο Λυμπερόπουλος να πει «θέλω να φύγω». «Και θα τον δώσουν;», ρώτησα κάποιον που ασχολείται με την ΑΕΚ. «Στα πόσα λεφτά το λες;». «Ξέρω εγώ. Στα δύο; Στα δυόμισι εκατομμύρια;». «Φέρε δύο εκατομμύρια και ο Λυμπερόπουλος έχει φύγει για τη Νυρεμβέργη σε πολυτελή συσκευασία και με δώρο τον Κονέ». Οπότε λύνεται και το αίνιγμα του «10».
Αυτή τη στιγμή η φανέλα με το νούμερο «10» στην ομάδα της ΑΕΚ ανήκει στον ποδοσφαιριστή Παναγιώτη Κονέ. Ο οποίος έχει μάνατζερ τον απαράμιλλο Κώστα Μπότο. Ποιος λοιπόν παράγοντας της ΑΕΚ θα έχει το θάρρος και την ψυχή να πάρει τηλέφωνο τον Κώστα και να του πει «Ο πελάτης σας θα πρέπει να πάρει έναν άλλο αριθμό φανέλας, γιατί εμείς και η Puma θα επιθυμούσαμε να διαθέτουμε φανέλες Rivaldo 10». Υπάρχει περίπτωση ο Μπότος να δεχτεί να υποβιβάσει το status του Παναγιώτη Κονέ; Επίσης, ακόμα και αν την έδινε η διοίκηση της ΑΕΚ, θα έπρεπε να του χρυσώσει το χάπι δίνοντάς του μια άλλη φανέλα που να υποδηλώνει ότι ο Κονέ είναι πρώτο όνομα στην ομάδα. Ας πούμε να του δώσει τη φανέλα με τον αριθμό «1». «Αλλά, Θεέ μου, τι λέω, τι λέω;», που έχει τραγουδήσει και ο Βοσκόπουλος. Το «1» στην ΑΕΚ ανήκει στον Παντελή Καφέ. Εναν από τους πιο τσαμπουκαλεμένους παίκτες των ευρωπαϊκών γηπέδων, όπως είπε με τις πρώτες δηλώσεις του ως ΑΕΚτσής ο Ριβάλντο, δείχνοντας ότι οι μεγάλοι παίκτες, εκτός από το ότι έχουν ένα δικό τους τρόπο να παίζουν το ποδόσφαιρο, έχουν κι ένα δικό τους τρόπο να το βλέπουν.
Αυτό το «παιχνίδια των μάνατζερ» που γράφεται ad infinitum, ad nauseam κάθε καλοκαίρι στις ελληνικές εφημερίδες είναι κυρίως ελληνικό φαινόμενο. Γιατί, όταν λέει ο μάνατζερ Σίλβιο Μπούρο για τον πελάτη του ποδοσφαιριστή Χανς Χοφπερντόνεν «Ενδιαφέρονται να τον αποκτήσουν η Ζάμαλεκ, η Φεροκαρίλ, ο Ολυμπιακός και η Ρεάλ», οι ρεπόρτερ της Ζάμαλεκ και της Φεροκαρίλ μπορούν να πάρουν και να ρωτήσουν τον εκπρόσωπο των ομάδων τους και αυτός να απαντήσει «Ναι, ενδιαφερόμαστε» ή «Οχι και μην τολμήσει και περάσει έξω από τα γραφεία γιατί θα τον μπουγελώσουμε». Ο ρεπόρτερ του Ολυμπιακού και να πάρει να ρωτήσει τον Γιώργο Λούβαρη, ακόμα και αν του απαντήσει ο «Λου» καθαρά και δεν του πει κάποιο από τα πυθιακά «Κύριε, γνωρίζετε ότι οι μεταγραφές γίνονται κάθε χρόνο, στον ίδιο χρόνο και από τον ίδιο άνθρωπο», δεν θα «χρεώσει» τη δήλωση. Θα γράψει «κύκλοι του Ολυμπιακού», «ανώτατο στέλεχος της ΠΑΕ» ή κάτι τέτοιο. Το σκέφτομαι κάθε φορά που διαβάζω στο ρεπορτάζ της ΑΕΚ ότι ο μάνατζερ του Μπέτο λέει ότι η μεταγραφή κλείνει. Πάντα συνοδεύεται από μία ανώνυμη διάψευση ότι η ΑΕΚ δεν ενδιαφέρεται για τον Μπέτο. Και σκέφτομαι λοιπόν. Αν κάποιος εκπρόσωπος της ΑΕΚ έβγαινε και έλεγε «Δεν ενδιαφερόμαστε για τον Μπέτο», «Εχουμε καρφιτσώσει μια φωτογραφία του Μπέτο και τη φτύνουμε» ή «Εχουμε τον Μπέτο χεσμένο» δεν θα τελείωνε αυτό το «παιχνίδι των μάνατζερ»; Και για να μην τρελαθώ, είναι δυνατόν η έλλειψη ενδιαφέροντος για κάτι να είναι off the record; Και μην πει κάποιος ότι οι ΠΑΕ δεν μπορούν να ασχολούνται με δημοσιεύματα. Μέχρι και πέντε χιλιάδες φορές κάθε μεταγραφική σεζόν Ελληνες ρεπόρτερ παίρνουν γραφεία ξένων ομάδων για να ρωτήσουν μεταγραφικά θέματα που προήλθαν από δημοσιεύματα. Αυτοί γιατί ασχολούνται;
Εδώ θα μου πεις ότι ο Παναθηναϊκός για να αποκτήσει τον Μάλαρτζ έκανε ότι ενδιαφέρεται για τον Μπενάλιο επειδή είχε μάθει το ενδιαφέρον της ΑΕΚ για τον Πολωνό της Ξάνθης. Εγώ ξέρω ότι όταν οι γκόμενες πηγαίνουν για ψώνια στα Zara και βλέπουν ένα συνολάκι που γουστάρουν ορμάνε ποια θα το αρπάξει πρώτη. Δεν έχω δει καμία να πηγαίνει στο απέναντι μαγαζί και να κοιτάζει παπούτσια για να μην αγοράσει η άλλη το συνολάκι. Συνεχίζω λοιπόν να πιστεύω το απλό. Ο Βέλιτς χτύπησε την πόρτα της Νασιονάλ για τον Μπενάλιο, άκουσε το ενάμισι εκατομμύριο, είπε ότι δίνει μέχρι και επτακόσια, είδε ότι οι Πορτογάλοι δεν θα έπεφταν και αγόρασε τον Μάλαρτζ με εξίμισι. Και ο Θεός να μας έχει καλά, να δούμε μια μέρα τον Μπέτο ντυμένο στα πράσινα και να πουν από τον Παναθηναϊκό ότι τον άρπαξαν μέσα από τα χέρια της ΑΕΚ.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.