Παλαιότερες

Οι υπερασπιστές της πατρίδας επιστρέφουν (SportDay / Χρίστος Χαραλαμπόπουλος)

Υπάρχουν ομάδες στον κύκλο της ιστορίας που από την κορυφή βρίσκονται στον πάτο και δεν ξαναβρίσκουν τη δύναμη να επιστρέψουν στο προσκήνιο. Οσοι τις αγαπούν ή τις αγάπησαν αρκούνται στο ξεφύλλισμα των ημερών της δόξας, ελπίζοντας ότι κάποιος Αμπράμοβιτς θα εμφανιστεί από το πουθενά και θα οδηγήσει την παλιά βασίλισσα ξανά στον θρόνο της.

Το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο μπορεί να διηγηθεί αρκετές τέτοιες μελαγχολικές ιστορίες, όπως της Τορίνο, της Νότιγχαμ Φόρεστ, της αγγλικής ομάδας με τα δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών, ή της πιο μεγάλης ομάδας που ανέδειξε ποτέ το ουγγρικό ποδόσφαιρο. Της Χόνβεντ, που έπειτα από μια σειρά «πέτρινων χρόνων» που είχαν στοιβαχτεί δημιουργώντας μια ασήκωτη ταφόπλακα, επιστρέφει.

Η εντεκάχρονη «ξηρασία» των τίτλων τερματίστηκε φέτος με την κατάκτηση του ουγγρικού Κυπέλλου, αλλά εκείνο που είναι πιο παρήγορο απ' όλα για τους φίλους της ομάδας είναι ότι φέτος τερμάτισε στην έβδομη θέση της βαθμολογίας. Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώθηκε με επιτυχία η πρώτη φάση ενός πενταετούς σχεδίου αναμόρφωσης, το οποίο εκπόνησε ο νέος ιδιοκτήτης της ομάδας, Τζορτζ Χέμινγουεϊ, μαζί με τους ανθρώπους του.

Η Χόνβεντ υπήρξε κάποτε το πιο λαμπρό πετράδι στο στέμμα του ουγγρικού ποδοσφαίρου. Οταν το κομμουνιστικό καθεστώς αποφάσισε να εθνικοποιήσει τις ποδοσφαιρικές ομάδες, το 1949, η Χόνβεντ επιλέχθηκε ως η ομάδα του στρατού. Την επιλογή αυτήν την έκανε ο «πατριάρχης» του ουγγρικού ποδοσφαίρου, ο Γκούσταβ Σέμπες, λόγω του ότι η Φερεντσβάρος θεωρείτο πολύ «εθνικιστική», ενώ την άλλη μεγάλη ομάδα, την ΜΤΚ, την είχε διαλέξει η μυστική αστυνομία. Χόνβεντ, που σημαίνει «οι υπερασπιστές της πατρίδας», ήταν η ονομασία που διάλεξε για την Κίσπεστ, την ομάδα ενός προαστίου της Βουδαπέστης, στην οποία αγωνίζονταν δύο από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ουγγρικού ποδοσφαίρου, ο Γιόζεφ Μπόζικ και ο Φέρεντς Πούσκας.

Ο Σέμπες ανέλαβε ο ίδιος την ομάδα και τη μεταμόρφωσε στον προθάλαμο της μεγάλης εθνικής Ουγγαρίας της δεκαετίας του '50. Η Χόνβεντ κέρδισε τότε τα πέντε από τα επτά πρωταθλήματα που έγιναν από το 1949 έως το 1956, τη χρονιά της εξέγερσης των Ούγγρων απέναντι στην τότε Σοβιετική Ενωση. Η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα, τρία από τα μεγαλύτερα αστέρια της ομάδας –ο Πούσκας, ο Τσίμπορ και ο Κόκσιτς– έφυγαν στη Δύση και η Χόνβεντ έπεσε σε δυσμένεια και παρακμή. Από αυτή την παρακμή θα συνέλθει τη δεκαετία του '80, όταν θα κερδίσει ακόμα οκτώ τίτλους, αλλά μετά την κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης το 1989 και την άρση της υποστήριξης του στρατού η Χόνβεντ θα αρχίσει να κατρακυλάει και να χρεώνεται.

Ο υποβιβασμός της και η αλλαγή της ονομασίας της σε Κίσπεστ Χόνβεντ ήταν απαραίτητες προϋποθέσεις για ένα νέο ξεκίνημα. Ομως η άθλια οικονομική διαχείριση, που είχε πολλές σκοτεινές πτυχές, με την κύρια ευθύνη του προέδρου της ομάδας, Αττίλα Κόβατς –και προέδρου για ένα διάστημα της ουγγρικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου–, χειροτέρεψε ακόμα περισσότερο, συμβαδίζοντας με την πολύ κακή εικόνα του ουγγρικού ποδοσφαίρου. Σταδιακά, όμως, άρχισαν να προσεγγίζουν το ουγγρικό ποδόσφαιρο νέοι επιχειρηματίες και, παράλληλα, το ίδιο το ουγγρικό ποδόσφαιρο άρχισε πάλι να μπουσουλάει.

Ο Χέμινγουεϊ, ο οποίος αγόρασε την ομάδα με τρία εκατομμύρια ευρώ, δραστηριοποιείται στη βιομηχανία διατροφής και είναι ο ιδιοκτήτης της αλυσίδας των εστιατορίων της Pizza Hut και της KFC στην Ουγγαρία. Εκπόνησε ένα πενταετές πρόγραμμα αναμόρφωσης της ομάδας, στοχεύοντας στην έξοδο στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις με την κατάκτηση του πρωταθλήματος τον πέμπτο χρόνο. Εχουν περάσει δύο χρόνια από την έναρξη του πενταετούς πλάνου και η Χόνβεντ θα αγωνιστεί φέτος στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Ο Χέμινγουεϊ δεν το ομολογεί, αλλά ο στόχος του είναι οι όμιλοι του Τσάμπιονς Λιγκ. Δύσκολος στόχος, αλλά ο ιδιοκτήτης της Χόνβεντ ξέρει από δύσκολα.

Πώς έρχονται τα παιδιά...

Κυρίως με πολύ άγχος. Η εκδοχή με την ομάδα των πελαργών που κάνουν delivery μπορεί να έβγαλε από αρκετές δυσκολίες τον Ουόλτ Ντίσνεϊ, αλλά δεν είχε ποτέ και πουθενά πρακτική εφαρμογή. Το πρώτο που ένας πατέρας θα αντιμετωπίσει, μετά τη χαρά από την επιβεβαίωση του γεγονότος της εγκυμοσύνης, είναι το οικονομικό. Είναι απίστευτη η βιομηχανία που έχει στηθεί γύρω από τη γέννηση ενός παιδιού. Οχι τόσο απίστευτη, φυσικά, όσο η γραφειοκρατία που ακολουθεί το ευχάριστο γεγονός.

Από τις δηλώσεις στα ληξιαρχεία μέχρι την προσκόμιση των σχετικών δικαιολογητικών στο ταμείο που είναι ασφαλισμένη η σύζυγος. Κάποια στιγμή φρικάρισα. Ετσι μου 'ρθε να μην το δηλώσω καθόλου το παιδί. Να το κάνω outlaw πριν της ώρας του και να μην πονοκεφαλιάζω έπειτα από 16 χρόνια για ζητήματα επαγγελματικού προσανατολισμού. Φαντάζομαι ότι όλη αυτή η γραφειοκρατική ταλαιπωρία θα είναι το πιο ισχυρό επιχείρημα όσων στο μέλλον υποστηρίξουν την εμφύτευση ενός τσιπ στο νεογέννητο με όλα τα απαραίτητα στοιχεία.

Πάντως, αν ακόμα δεν έχετε γίνει πατέρας, να ξέρετε ότι βασικά υπάρχουν δύο κατηγορίες μητέρων. Αυτές που δουλεύουν στο Δημόσιο και αυτές που δουλεύουν στον ιδιωτικό τομέα. Αυτές οι δύο κατηγορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε τις μπαλαφάρες που γράφει το Σύνταγμα περί ισότητας των Ελλήνων πολιτών. Αν η σύζυγος εργάζεται στο Δημόσιο, το παιδί σας θα γνωρίσει μητέρα. Αν όχι, μπορεί να γνωρίσει πολύ κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της μητέρας του, χωρίς όμως να μπορεί να την αναγνωρίσει με σιγουριά. Παλιότερα είχα παρακολουθήσει αρκετές συζητήσεις για το δημογραφικό και για τους λόγους που στην Ελλάδα υπάρχει υπογεννητικότητα.

Λοιπόν, ο κύριος λόγος είναι το οικονομικό και θα συνεχίσει να είναι, εκτός αν κυκλοφορήσει κάποιο τραπεζικό προϊόν που θα σου επιτρέπει να δανείζεσαι όσα χρειάζονται με χαμηλό επιτόκιο, περίοδο χάριτος και δικαίωμα στην τράπεζα να προσημειώνει το παιδί. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν πρόκειται να συμβεί, γιατί πώς αλλιώς θα παίζουν τις εκλογικές παροχολογίες τα δύο μεγάλα κόμματα, που πολεμούν την υπογεννητικότητα με γενναίες οικονομικές ενισχύσεις της μορφής «δεύτερο αυτοκίνητο στους πολύτεκνους χωρίς τέλος εισφοράς». Είμαστε ακόμα στην αρχή και τα χαπάκια που χρησιμοποιώ τελειώνουν σε -rid. Ρε, μπας και είχε δίκιο ο Πανούτσος, που μου είπε «μην αγχώνεσαι. Τα παιδιά είναι σαν τον Σκαραβαίο της Φολκσβάγκεν. Δεν παθαίνουν τίποτα». Εντάξει, ρε Αντώνη, αυτά δεν παθαίνουν τίποτα. Εσύ όμως;

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x