Ακόμα κι όταν στις αρχές της ποδοσφαιρικής χρονιάς οι πειραματισμοί του Μουρίνιο για το αγωνιστικό στυλ της Τσέλσι είχαν γίνει αντικείμενο συζήτησης σε όλη την Ευρώπη, κανείς δεν αμφέβαλλε ότι το πρωτάθλημα στην Αγγλία θα το έπαιρνε, έστω και δύσκολα.
Κανείς επίσης δεν αμφέβαλλε ότι ο βασικός του αντίπαλος θα ήταν η Αρσεναλ του Βενγκέρ και όχι η Μάντσεστερ του Φέργκιουσον. Βέβαια, τα πράγματα εξελίχτηκαν τελείως διαφορετικά, προς δυσαρέσκεια πολλών και ιδίως του Πορτογάλου. Ο Φέργκιουσον, για μία ακόμα φορά, κατάφερε να φτιάξει μία ιδιαίτερα ανταγωνιστική ομάδα, με φιλοδοξίες και πείσμα. Αρετές που διέκριναν, πάντα, τις ομάδες του Μουρίνιο. Αρετές που δεν είχε το φετινό του αγωνιστικό πείραμα, που, πέρα απ' όλα τα άλλα, απέδειξε ότι ο Πορτογάλος δεν ξέρει να χάνει και πως ούτε πρόκειται να μάθει.
Αλλιώς, δεν θα χαρακτήριζε ως υπεύθυνους για την απώλεια του τίτλου κάποιους από τους ποδοσφαιριστές του και ιδιαίτερα εκείνους τους δύο που έχουν τη λάμψη του σταρ. Τους Μπάλακ και Σεβτσένκο. Μία λάμψη που ο Μουρίνιο θέλει μόνο για λογαριασμό του. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι τον Σεβτσένκο του «τον φόρτωσε» ο Αμπράμοβιτς, όσο κι αν ένας παίκτης της κλάσης του Ουκρανού δεν μπορεί να θεωρηθεί «φόρτωμα».
Τον Μπάλακ, όμως, τον ζήτησε ο ίδιος. Και το ωραίο είναι πως στη διάρκεια της χρονιάς το «φόρτωμα» τον ξελάσπωσε αρκετές φορές, πράγμα που δεν έκανε ο Γερμανός. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Μουρίνιο θεωρεί ότι οι τραυματισμοί των Μπάλακ και Σεβτσένκο του κόστισαν τον τίτλο. Για τον Μπάλακ θεωρεί ότι έκανε μια εγχείρηση στη Γερμανία χωρίς την άδειά του, ενώ για τον Ουκρανό πιστεύει ότι υπερτόνισε τα αποτελέσματα μιας θλάσης.
Αν ο Πορτογάλος ισχυριζόταν ότι ο τραυματισμός του Τέρι ήταν αυτός που του κόστισε περισσότερο, κανείς δεν θα του έλεγε τίποτα. Ο Μουρίνιο στις δηλώσεις του μετά το παιχνίδι με την Αρσεναλ ισχυρίστηκε ότι οι πετυχημένες ομάδες φαίνονται κι από την κατάσταση που επικρατεί στα αποδυτήριά τους. «Στα αποδυτήρια της Τσέλσι φέτος υπήρχαν ανθρώπινες και επαγγελματικές σχέσεις που ήρθαν σε σύγκρουση», είπε ο Μουρίνιο, ξεχνώντας ότι υπεύθυνος για το καλό κλίμα στα αποδυτήρια είναι πρώτα απ' όλα ο ίδιος.
Στο τέλος του παιχνιδιού με την Αρσεναλ, ο Μουρίνιο κατευθύνθηκε στο σημείο που είχαν συγκεντρωθεί οι ποδοσφαιριστές του, οι οποίοι χειροκροτούσαν το κοινό. Ο Πορτογάλος χειροκρότησε πρώτα το κοινό και μετά τους ποδοσφαιριστές του, υπογραμμίζοντας με αυτόν τον τρόπο τον διαχωρισμό μέσα στην ομάδα σε «καλά» και «κακά» παιδιά. Αυτή η εικόνα, μια εικόνα εσωτερικού διαχωρισμού με πολλές εκφράσεις, βασάνισε τη φετινή Τσέλσι. Πότε ήταν παίκτες εναντίον Μουρίνιο, πότε ήταν Μουρίνιο εναντίον Αμπράμοβιτς, πότε Αρνεσεν εναντίον Μουρίνιο.
Η ομάδα φέτος έχασε την ισορροπία της. «Πολεμούσαμε εναντίον όλων. Κι όταν λέω όλων, ξέρω καλά τι εννοώ», είπε προχθές ο Μουρίνιο. Αρα μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι αντίπαλοί του πολεμούσαν εναντίον λιγότερων, γι' αυτό τα πήγαν και καλύτερα. Ο Πορτογάλος τα τελευταία τρία χρόνια ξόδεψε για μεταγραφές όσα κανείς άλλος τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Και κατάφερε πολύ λιγότερα απ' όσα και οι ίδιοι οι αντίπαλοί του πίστευαν ότι θα καταφέρει. Διότι δεν είναι ότι του λείπουν οι ικανότητες αλλά η αλαζονεία του είναι αυτή που μικραίνει τους ορίζοντές του. Είναι πολύ πιθανό ο Πορτογάλος να εγκαταλείψει τους «μπλε» φέτος, αλλά δεν θα δυσκολευτεί να βρει δουλειά. Αναρωτιέμαι όμως αν έχει καταλάβει ότι θα ακολουθήσει ξανά τον δρόμο για την κορυφή όταν ανακαλύψει ότι σε κάθε μάχη ο πρώτος αντίπαλος που έχεις να κερδίσεις είναι ο εαυτός σου.
Θα αφήσει πίσω τα χειρότερα;
Η σαββατιάτικη ήττα του Παναθηναϊκού από τη Λάρισα στον τελικό Κυπέλλου ήταν η φυσική κατάληξη μιας πολύ κακής χρονιάς για τους «πράσινους». Μιας χρονιάς που ξεκίνησε με διαφορετικούς οιωνούς, που διαψεύστηκαν πολύ γρήγορα, αφού η διοίκηση της ομάδας ακολούθησε τον ίδιο αποτυχημένο σχεδιασμό των προηγούμενων χρόνων.
Σε ό,τι αφορά το παιχνίδι του Σαββάτου, οι «πράσινοι» θα μπορούσαν να έχουν κερδίσει. Αυτό όμως δεν θα θεράπευε καμία πληγή, διότι θα ήταν μια νίκη που θα ερχόταν ως αποτέλεσμα της πίεσης που προκαλεί η φανέλα. Οι παίκτες της Λάρισας, στο γήπεδο, ήθελαν περισσότερο τη νίκη. Κι αυτό ήταν ένα από τα μεγάλα προβλήματα του Παναθηναϊκού φέτος. Δεν έπειθε. Δεν έδειχνε να θέλει τη νίκη. Δεν ήταν ανταγωνιστικός. Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις. Και όλοι μπορούν να τις καταλάβουν.
Η μεγάλη πρόκληση όμως είναι να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη και αναγκαστούμε να καταφύγουμε του χρόνου στις εξηγήσεις που έχουμε σήμερα μπροστά μας. Πριν από λίγες μέρες ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ έκανε λόγο για αυτοκριτική και ανάληψη ευθυνών. Η αλήθεια είναι ότι τη βασική ευθύνη για την κακή εικόνα του Παναθηναϊκού από τη Ριζούπολη και μετά την έχει ο Γιάννης Βαρδινογιάννης.
Αυτός κάνει τις βασικές επιλογές, σε ανθρώπους και στόχους, αυτός παίρνει τις αποφάσεις. Ακόμα και τη χρονιά του νταμπλ δεν απέφυγε τα λάθη. Ισως φέτος να κατάλαβε τις ιδιαιτερότητες που έχει το κουμαντάρισμα μιας ομάδας όπως ο Παναθηναϊκός, πράγμα που θα ανακαλύψουμε το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Αναρωτιέμαι, όμως, μήπως ήδη οι αξιολογήσεις που κάνει είναι βιαστικές και αναφέρομαι συγκεκριμένα στο θέμα του Μουνιόθ. Αν δεν υπάρχουν προσωπικές διαφορές ή διαφορές ποδοσφαιρικής φιλοσοφίας με τον Ισπανό προπονητή, είναι λάθος η αποχώρησή του. Και ένα τέτοιο λάθος μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικό στην αγωνιστική πορεία της νέας χρονιάς.
Ο ΠΑΟ τα τελευταία τέσσερα χρόνια κάθε καλοκαίρι φτιάχνεται από την αρχή. Ισως για μία φορά φέτος να αξίζει τον κόπο να δούμε την πορεία που θα έχει το υπάρχον υλικό με τρεις-τέσσερις προσθαφαιρέσεις, τις οποίες πρέπει να τις αποφασίσει η τεχνική ηγεσία και όχι η ιδιοκτησία της ομάδας. Διότι αν ο προπονητής δεν κάνει καλά τη δουλειά του, τον απολύεις. Με τον ιδιοκτήτη όμως τι κάνεις;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.