Την περασμένη Πέμπτη, μιλώντας για τον τελικό του Κυπέλλου σε Μέσο της Λάρισας, είχα πει ότι προβλέπω νίκη του Παναθηναϊκού με 1-0 και σε καμία περίπτωση νίκη της Λάρισας. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από τους παίκτες του Παναθηναϊκού για το ότι υποτίμησα τις ικανότητές τους να κάνουν μία από τις αθλιότερες εμφανίσεις μεγάλης ομάδας σε τελικό. Είναι ειρωνεία ότι οι δύο μεγάλες ομάδες της Λάρισας του παρελθόντος δεν μπόρεσαν να πάρουν το Κύπελλο από τον Παναθηναϊκό. Το πήρε η φετινή, που το επίπεδό της δεν απέχει πολύ από τη θέση στην οποία βρίσκεται στο πρωτάθλημα. Αν αφαιρεθούν το πρώτο δεκάλεπτο και το τελευταίο τέταρτο του 90λέπτου, το υπόλοιπο ματς ήταν για να κοιμάσαι. Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι ο Κώστας Πηλαδάκης και οι υπόλοιποι παράγοντες της Λάρισας μπορούν να χαίρονται για την επιτυχία, αλλά δεν μπορούν να βασίζονται στο ότι η φετινή ομάδα μπορεί να διακριθεί και του χρόνου. Ιδιαίτερα αν συνυπολογιστεί ότι ο καλύτερος αμυντικός της ομάδας, ο Νίκος Νταμπίζας, είναι 34 ετών και ότι ο Στάθης Αλωνεύτης, που στον τελικό δεν απέδωσε αλλά στη σεζόν ήταν από τους καλύτερους, θέλει να φύγει. Αν προστεθεί ότι ο Διγκόζης είναι στα 33 και ο Κόζλεϊ στα 34 και ότι η Λάρισα δεν έχει τους καλύτερους αναπληρωματικούς, τρεις παίκτες μοιάζουν απαραίτητοι. Και με τον χρυσό κανόνα ότι ο καλύτερος γενικός αρχηγός είναι αυτός που έχει το 60% των μεταγραφών επιτυχημένες, ο Νίκος Λυράκης, για να είναι ήσυχος το καλοκαίρι, θα πρέπει να ψάχνεται για επτά παίκτες. Λιγότερους από όσους ακούγεται ότι θα ψάχνεται ο Παναθηναϊκός, αν οι πρώτες πληροφορίες δεν προέρχονται από αντιδράσεις της στιγμής του Τζίγκερ. Το ρεπορτάζ του Παναθηναϊκού μετά τον τελικό συμπίπτει με το ότι από τη φετινή ομάδα μόνον πέντε παίκτες θα μείνουν βασικοί. Οι υπόλοιποι είτε θα γίνουν αναπληρωματικοί ή θα πάρουν πόδι. Το «πόδι» ισχύει φυσικά και για τον προπονητή, που όμως έπειτα από τόσες σερί ήττες είναι δύσκολο να υπάρχει υπεράσπιση. Χωρίς όμως κριτική σε όλες τις βαθμίδες της «πράσινης» ιεραρχίας, το να περιορίσεις τις ευθύνες της αποτυχημένης σεζόν στον προπονητή και τους παίκτες είναι σαν να καταλήγεις ότι σε ένα αποτυχημένο μοντέλο αυτοκινήτου υπεύθυνο μπορεί να είναι μόνο το μοτέρ ή τα λάστιχα. Η ζημιά όμως μπορεί να γίνεται από τον σχεδιαστή ή από τον ιδιοκτήτη του εργοστασίου. Εάν η τελευταία περίπτωση ισχύει, εάν υπεύθυνος για την ταλαιπωρία του Παναθηναϊκού είναι ο Γιάννης Βαρδινογιάννης, τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Το γεγονός όμως δεν ισχύει. Αμεσα ο Τζίγκερ είναι υπεύθυνος για μία μόνο «πατάτα», με δευτερεύουσα σημασία. Για το «πριμ» μετά τη νίκη επί του Ολυμπιακού, που αντί να κάνει τους παίκτες να χαρούν τους έκανε να διαμαρτύρονται. Ο τρόπος με τον οποίο είχε δοθεί θύμιζε άγαρμπο γκόμενο όταν πηγαίνει στο σπίτι της γκόμενας με δώρο στα χέρια. Και αυτός ξέρει τι θα προτιμούσε να κρατάει, και η γκόμενα πού θα καταλήξει η ιστορία, αλλά το να πετάξει την ανθοδέσμη για να έχει το χέρι ελεύθερο, αντί να φτιάξει την ιστορία, μάλλον θα τη χαλάσει. Θέλεις να δώσεις το πριμ; Δώσ’ το, ρε παιδί μου. Δώσε τα μισά και πες και «παιχταράδες μου, εδώ θα είμαι».
Μην το κάνεις σαν άσκηση μαθηματικών της Δεύτερης Δέσμης, «αφαιρουμένου του προστίμου των 100.000 διά την εμφάνιση εναντίον του Ατρομήτου, αλλά προστιθεμένων των 200.000 του σημερινού πριμ και εάν». Αλλά τέλος πάντων, το πριμ του Τζίγκερ ήταν υποσημείωση στην πορεία του Παναθηναϊκού. Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης είναι υπεύθυνος για το μπάτζετ της ΠΑΕ και για τις επιλογές των προσώπων. Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης δεν μπορεί να κατηγορηθεί για το μπάτζετ του Παναθηναϊκού. Τα λεφτά που έβαλε για μεταγραφές είναι περισσότερα από του Ολυμπιακού, με τον δεύτερο να έχει ακριβότερα συμβόλαια. Είναι όμως κατά πολύ περισσότερα από την ΑΕΚ. Αφού η ΑΕΚ τερμάτισε μπροστά από τον Παναθηναϊκό, το πρόβλημα δεν ήταν τα χρήματα, αλλά ο τρόπος που δαπανήθηκαν. Ο οποίος δεν μπορεί παρά να καταλογιστεί στους συνεργάτες του Τζίγκερ, των οποίων οι ρόλοι είναι αδιευκρίνιστοι. Τι σχέση με τον Παναθηναϊκό έχει ο Ρενέ Χένρικσεν; Τίποτα περισσότερο από στέλεχος της ομάδας της Κοπεγχάγης, στην οποία ο Παναθηναϊκός δίνει νεαρούς παίκτες για να ψηθούν, και σεβάσμιος παλαίμαχος της πράσινης φανέλας. Κι όμως, στον Χένρικσεν χρεώνεται η επιλογή του Χανς Μπάκε. Ας πούμε όμως ότι κάθε προπονητής με κάποιον τρόπο προσλαμβάνεται και ότι ελλείψει τεχνικού διευθυντή ο Τζίγκερ ζήτησε βοήθεια από έναν παίκτη που είχε δείξει ακεραιότητα χαρακτήρα και λόγω καταγωγής είχε άποψη. Την ιδέα για τη μεταγραφή του Σαλπιγγίδη ποιος την είχε; Το πρόβλημα δεν είναι ότι ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης είναι κακός παίκτης ή έστω ότι είναι χειρότερος από τον Φάνη Γκέκα. Αν οι δύο άλλαζαν θέσεις, πιθανόν ο Σαλπιγγίδης να ήταν σήμερα πρώτος σκόρερ της Μπουντεσλίγκα και ο Γκέκας μέλος μιας αποτυχημένης ομάδας. Το θέμα είναι ότι ο Σαλπιγγίδης ποτέ δεν ήταν τόσο ανώτερος του Γκέκα ώστε να γίνει όλη η φασαρία. Και κυρίως ότι οι ελλείψεις βρισκόντουσαν σε άλλες θέσεις και όχι στη θέση του φορ.
Εάν ο Εκι Γκονζάλες δεν ήταν τραυματισμένος από την αρχή της σεζόν, θα υπήρχε η δικαιολογία της ατυχίας. Με τον Γκονζάλες όμως τραυματισμένο δεν χρειαζόταν να έχει τελειώσει κάποιος τη σχολή του Κοβερτσάνο για να καταλάβει ότι ο Παναθηναϊκός ξεκινούσε τη σεζόν χωρίς καλό κεντρικό, επιθετικό χαφ. Ο Τζιόλης ήταν, είναι και θα μείνει ένα καλό αμυντικό χαφ, ο Μπόβιο από τα στιγμιότυπα του Internet έδειχνε αμυντικό χαφ, λιγότερο επιθετικό και από τον Τζιόλη, και ο Λεοντίου παίζει στο πλάι. Το αποτέλεσμα της μεγαλύτερης μεταγραφικής επένδυσης σε κυνηγό, σε συνδυασμό με τον δεύτερο τραυματισμό του Γκονζάλες, ήταν να μην υπάρχει ολόκληρη τη σεζόν μια μπαλιά-τρύπα και να πέσει η απόδοση όλων των επιθετικών.
Ας πούμε ότι ο Γιώργος Χελάκης εκτός από εκδότης της εφημερίδας ήταν και σοβατζής. Και ήθελα να σοβατίσω το σπίτι στην Υδρα, αλλά δεν είχα και μεγάλη εμπιστοσύνη στη σπάτουλα του Χελάκη. Τι θα έκανα και πώς δεν θα ερχόμουν σε δύσκολη θέση; Το παράδειγμα έχει να κάνει με τη διττή ιδιότητα του Αργύρη Μήτσου. Είναι αδύνατον να μπορείς να ξέρεις αν τα προβλήματα του Γκονζάλες οφείλονται σε χειρουργικό λάθος, λάθος στην αποκατάσταση, βιασύνη των παικτών ή στην κακιά στιγμή. Είναι δυνατόν όμως να καταλαβαίνεις το πρόβλημα σε μια ομάδα όταν ο πρόεδρός της είναι ταυτόχρονα και χειρουργός της. Εκ τους μηδενός δημιουργείται ένα ακόμα πρόβλημα, που ο παίκτης νιώθει πιεσμένος να επιλέξει γιατρό, γνωρίζοντας ότι ακόμα και αν του λένε «πάρε όποιον θέλεις» είναι λογικό ο πρόεδρος να μη φωνάζει «γιούπι» από τη χαρά του όταν ακούει ότι θα πάει αλλού για την επέμβαση. Επίσης, το ιατρικό τιμ του Παναθηναϊκού δεν σκίζει στις εξετάσεις προς μεταγραφή παικτών. Για την ακρίβεια πατώνει. Εξέταση Αντερσον. «Ενας καθαρισμός μηνίσκου και παίζει». Επαιξε μισό ημίχρονο. Εξέταση Αλοΐζι. «Σακάτης». Εβαλε το καθοριστικό γκολ για να πάει η Αυστραλία στο Μουντιάλ του 2006. Εξέταση Βίκτορ. «Μια χαρά, απλώς δεν έχει κάνει προετοιμασία». Τώρα στον Παναθηναϊκό ψάχνονται για το πώς μπορεί να λυθεί το συμβόλαιο. Στην επικοινωνία ο Παναθηναϊκός πρέπει να καταλάβει ότι οι μύγες και οι δημοσιογράφοι με τη ζάχαρη πιάνονται. Οχι με λεφτά, που ένα καλό με τις πολλές θέσεις είναι ότι οι σημερινοί δημοσιογράφοι δεν χρειάζονται τα 300 ευρώ για να γράφουν στο περιοδικό του συλλόγου, αλλά με τη νοοτροπία ότι είναι συνεργάτες και όχι εχθροί. Οσοι λένε και επαναλαμβάνουν «μόνο εμείς είμαστε τα καλά παιδιά, που δίνουμε τις καλές τις συμβουλές, τις φρέσκες», ένα λόγο μπορώ να καταλάβω. Οτι θέλουν το αυτί του αφεντικού, που περιέργως στο ποδόσφαιρο είναι το μέλος του σώματος κοντύτερα στο πορτοφόλι. Ενα σημείο το οποίο ο Παναθηναϊκός χειρίζεται με συνέπεια και βραχυπρόθεσμα θα του κάνει ζημιά αλλά μακροπρόθεσμα το όφελός του θα είναι τεράστιο, είναι το θέμα των οργανωμένων. Δυστυχώς, δεν υπάρχει μια μεγάλη σχολή ιδιοκτητών ποδοσφαίρου για να μάθει κάποιος που αναλαμβάνει την ομάδα, αλλά η εποχή που ο Γιάννης Βαρδινογιάννης συναντιόταν με τα «παιδιά» για να τα μιλήσουν και μετά να φάνε πίτσα βλέποντας το ματς στην τηλεόραση είναι τέσσερα χρόνια πίσω. Ο Παναθηναϊκός με τον τρόπο που διέθεσε τα εισιτήρια του τελικού μπορεί να μη γέμισε την κερκίδα του και να μην μπόρεσε να απορροφήσει τα αδιάθετα εισιτήρια της ΕΠΣ Θεσσαλίας, αλλά έστειλε το μήνυμα στους οργανωμένους ότι είναι ανεπιθύμητοι. Βραχυπρόθεσμα γλίτωσε τα επεισόδια εναντίον των ποδοσφαιριστών μετά την ήττα και μακροπρόθεσμα θα «καθαρίσει» την κερκίδα για να επιστρέψει ο κανονικός κόσμος στα γήπεδα.
Πριν ξεκινήσει η μεταγραφική σεζόν ο Γιάνης Βαρδινογιάννης βρίσκεται στο σημείο που πρέπει να αποφασίσει ποιος θα είναι ο τεχνικός διευθυντής στον Παναθηναϊκό. Αυτή τη στιγμή τον ρόλο παίζει ο Γιάσμινκο Βέλιτς, αλλά το «παίζει» πρέπει να τονιστεί. Γιατί το «είναι τεχνικός διευθυντής» είναι κάτι εντελώς διαφορετικό αυτό που ήταν ο Βέλιμιρ Ζάετς. Εάν ο Βέλιτς μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, έχει καλώς, διαφορετικά το να μοιάζεις για τεχνικός διευθυντής αλλά οι παίκτες να ξέρουν ότι δεν είσαι είναι η συνταγή για αποδυτηριακή αναρχία.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.