Επειτα από τόσα και τόσα φάιναλ φορ, ξέρετε σε ποιο συμπέρασμα έχω καταλήξει; Οτι τελικά κερδίζει η ομάδα που ξέρει να διαχειριστεί το άγχος και στη δεδομένη στιγμή βγάζει στο παρκέ τον καλύτερο εαυτό της. Ολα τα υπόλοιπα, για φαβορί και αουτσάιντερ και ομάδες που στα χαρτιά είναι ακατανίκητες ή άλλες που θεωρητικά δεν έχουν καμία τύχη, τα ακούω βερεσέ. Γιατί από το 1988 μέχρι σήμερα έχω δει να κερδίζουν ή να χάνουν όλες!
Ιδού μερικά σούπερ φαβορί που τα πήρε ο διάβολος: Μπαρτσελόνα 1989-91, Ολυμπιακός 1994, Βίρτους Μπολόνια 2002, ΤΣΣΚΑ 2005. Να και κάποια αουτσάιντερ που θεωρητικά δεν είχαν στον ήλιο μοίρα: Παρτίζαν 1992, Λιμόζ 1993, Μπανταλόνα 1994, Ζαλγκίρις 1999. Βεβαίως υπήρξαν και πολλά φαβορί που δικαίωσαν τα προγνωστικά, όχι γιατί ήταν φαβορί, αλλά γιατί τη στιγμή που έπρεπε παρουσίασαν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Ιδού: Φίλιπς Μιλάνο 1988, Ρεάλ 1995, ΠΑΟ 1996, Ολυμπιακός 1997, Βίρτους Μπολόνια 1998, ΠΑΟ 2000, Μπαρτσελόνα 2003, Μακάμπι 2004.
Σταθερό σημείο υπεροχής δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε ο παράγων έδρα, μια και σε οκτώ περιπτώσεις που κάποιες ομάδες έπαιζαν στο σπίτι τους ή απλά στη χώρα τους, το αποτέλεσμα ήταν 4 νίκες (Ρεάλ 1995, ΠΑΟ 2000, Μπαρτσελόνα 2003, Μακάμπι 2004) - 4 ήττες (Μπαρτσελόνα 1990, ΠΑΟΚ 1993, Βίρτους Μπολόνια 2002, ΤΣΣΚΑ 2005).
Εκείνο πάντως που διδάσκει η ιστορία είναι ότι, με εξαίρεση τρεις περιπτώσεις μόνο, όλες οι ομάδες που κέρδισαν είτε ως φαβορί είτε ως αουτσάιντερ είχαν στις τάξεις τους κάποιες μεγάλες προσωπικότητες, μερικές από τις οποίες αναδείχτηκαν ακριβώς μέσα από αυτή τη νικηφόρα διαδικασία. Κλασικά παραδείγματα οι Ράτζα, Κούκοτς, Μάλκοβιτς με τη Γιουγκοπλάστικα το 1989 και οι Ντανίλοβιτς, Τζόρτζεβιτς, Ρέμπρατσα, Ομπράντοβιτς με την Παρτίζαν το 1992.
Αλλά ξεκινήσαμε με τις εξαιρέσεις και παραλίγο να τις προσπεράσουμε... Πρώτη και καλύτερη, λοιπόν, η Λιμόζ του Μάλκοβιτς το 1993, που στηρίχθηκε σε ένα αντιμπάσκετ, το οποίο θύμιζε το κατενάτσιο του Ελένιο Χερέρα. Δεύτερη, η Μπανταλόνα του Ομπράντοβιτς το 1994, που απλώς εκμεταλλεύθηκε τον φόβο του Ολυμπιακού μπροστά στο βάρος του τεράστιου φαβορί. Και η τρίτη, η Ζαλγκίρις του Καζλάουσκας, το 1999, που λανσάρισε ένα νέο στυλ επιθετικού μπάσκετ, με το οποίο αιφνιδίασε τα φαβορί.
Χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις ομάδων που θριάμβευσαν στηριζόμενες σε παίκτες με τεράστια προσωπικότητα είναι οι εξής: 1988, Φίλιπς Μιλάνο με ΜάκAντου, Μενεγκίν, Μπράουν, Ντ' Αντόνι. 1995: Ρεάλ Μαδρίτης με Σαμπόνις, Αρλάουκας. 1996: ΠΑΟ με Ντομινίκ Γουίλκινς, Βράνκοβιτς, Γιαννάκη. 1998: Βίρτους Μπολόνια με Ντανίλοβιτς, Σάβιτς, Νεστέροβιτς. 2000: ΠΑΟ, με Μποντιρόγκα, Ρέμπρατσα, Κάτας. 2003: Μπαρτσελόνα με Μποντιρόγκα, Γιασικεβίτσιους. 2004-2005: Μακάμπι με Πάρκερ, Βούισιτς, Γιασικεβίτσιους, Μπαστόν.
Στην πορεία δημιουργήθηκαν και κάποιοι μύθοι σε σχέση με την εθνικότητα των προπονητών που κέρδιζαν το φάιναλ φορ. Από το 1989 μέχρι και το 1997, δηλαδή για εννιά συνεχή χρόνια, νικούσαν οι... -ιτς (Μάλκοβιτς, Μάλκοβιτς, Παβλίσεβιτς, Ομπράντοβιτς, Μάλκοβιτς, Ομπράντοβιτς, Ομπράντοβιτς, Μάλκοβιτς, Ιβκοβιτς). Σε συνολικά 19 φάιναλ φορ προπονητές από τη μεγάλη των «πλάβι» σχολή έχουν νικήσει 12 φορές, ήτοι ποσοστό επιτυχίας 63,3%!
Οι δύο πολυνίκες προπονητές των φάιναλ φορ (Ομπράντοβιτς 5, Μάλκοβιτς 4) θα δώσουν το «παρών» στην Αθήνα, με τον ένα να ολοκληρώνει τον 8ο χρόνο του στον Παναθηναϊκό και τον άλλο να έχει αναλάβει την Τάου μόλις πριν από λίγο καιρό. Δύο τίτλους έχει και ο Ιταλός προπονητής της ΤΣΣΚΑ Ετόρε Μεσίνα, ενώ ο άλλος Ιταλός (ο Σκαριόλο της Μάλαγα) δεν έχει ξαναπατήσει το πόδι του σε τέτοιο ραντεβού.
Αν λοιπόν κερδίζουν οι μεγάλοι προπονητές, Παναθηναϊκός, ΤΣΣΚΑ και Τάου μπορούν να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο. Αν, αντίθετα, νικούν οι παίκτες με τη μεγάλη προσωπικότητα, πάλι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Θαυμάστε: Τομάσεβιτς, Διαμαντίδης, Σισκάουσκας, Μπετσίροβιτς στον Παναθηναϊκό, Σκόλα, Πλάνινιτς, Εντογάν, Ρακόσεβιτς στην Τάου, Παπαλουκάς, Λάνγκτον, Σμόντις, Αντερσεν στην ΤΣΣΚΑ.
Εκείνο που κάνει πάντως εντύπωση είναι ότι σ' αυτό το φάιναλ φορ εμφανίζεται υποβαθμισμένος εκ των προτέρων ο ρόλος των Αμερικανών παικτών, που άλλοτε αποτελούσαν βαρόμετρο για την κατάκτηση του τροπαίου. Ο Παναθηναϊκός ουσιαστικά έχει μόνο τον Μπατίστ, η Τάου μόνο τον Χάουζ, που κι' αυτός έρχεται από τον πάγκο, η Μάλαγα ουσιαστικά μόνο τον Μπράουν, ο οποίος ήταν τραυματίας από την αρχή της χρονιάς, ενώ η ΤΣΣΚΑ, η πιο «αμερικανική» από τις τέσσερις, λόγω τραυματισμού του Βάντερπουλ, έμεινε με τους Λάνγκτον και Χόλντεν. Τέσσερις ομάδες με μόνο 5 Αμερικανούς, όσους δηλαδή είχε άλλες χρονιές μόνη της η Μακάμπι!
Αν δεν το καταλάβατε, το ομολογώ: τόσην ώρα παραθέτω όλα αυτά τα στοιχεία ελπίζοντας ότι διαμέσου αυτών θα μπορούσα να ανοίξω μια χαραμάδα για να φωτιστεί το φετινό σκοτεινό και αβέβαιο, από πλευράς έκβασης, φάιναλ φορ της Αθήνας. Αδύνατο, όμως, δεν γίνεται τίποτα. Ισως γιατί είναι η πρώτη φορά που τρεις από τις ομάδες που μετέχουν βρίσκονται σε τόσο υψηλό επίπεδο.
Αλλά ας το δούμε κι αλλιώς: η ΤΣΣΚΑ κατέκτησε πέρυσι το τρόπαιο, δεν έχει άγχος και επί της ουσίας είναι το ίδιο ισχυρή με πέρυσι, αλλά και πιο ομοιογενής. Ο Παναθηναϊκός έχει το πλεονέκτημα της έδρας και είναι αήττητος στα μέχρι τώρα (18) παιχνίδια του που είχαν βαθμολογική σημασία γι' αυτόν.
Η Τάου έχει το πληρέστερο ρόστερ από κάθε άλλη χρονιά, διαθέτει εμπειρία δύο φάιναλ φορ και παίζει σε έναν κολασμένο ρυθμό. Οσο για τη Μάλαγα, έπειτα από μια χρονιά γεμάτη προβλήματα έχει θριαμβεύσει και μόνο που πήρε το εισιτήριο για την Αθήνα. Τι άλλο να κάνει τώρα και μάλιστα χωρίς τον καλύτερό της ψηλό (Σαντιάγκο);
Ομως, παρ’ όλα αυτά, ξέρω ότι θέλετε προγνωστικά. Αλλωστε, για να πω την αλήθεια, κι εμένα με τρώνε τα χέρια μου, οπότε... Ε, λοιπόν, θ' αρχίσω ανάποδα. Αν η ΤΣΣΚΑ περάσει, όπως αναμένεται, σχετικά εύκολα τη Μάλαγα, θα φτάσει ως φαβορί στον τελικό. Ιδίως στην περίπτωση που Παναθηναϊκός και Τάου λύσουν μετά μεγάλης δυσκολίας τις διαφορές τους στον άλλο ημιτελικό. Η αλήθεια είναι ότι η ΤΣΣΚΑ θα ήθελε στον τελικό την Τάου και όχι τον οικοδεσπότη Παναθηναϊκό, απέναντι στον οποίο έχει, συν τοις άλλοις, και μια κακή παράδοση τα τελευταία χρόνια (τρεις ήττες σε ισάριθμα ματς, αρχής γενομένης από το φάιναλ φορ της Μόσχας).
Για τον Παναθηναϊκό ίσως ο ημιτελικός με την Τάου αποδειχθεί δυσκολότερος από έναν ενδεχόμενο τελικό με την ΤΣΣΚΑ, ίσως γιατί απέναντι στους Βάσκους θα πρέπει, εκτός των άλλων, να ξορκίσει και τα φαντάσματα της περσινής οδυνηρής ήττας του στα πλέι οφ. Αντιμέτωπος με αυτές τις δύο ομάδες, ο Παναθηναϊκός θα έχει διαφορετικά ζητούμενα. Με την Τάου πώς θα τιθασεύσει τον ρυθμό της και με την ΤΣΣΚΑ πώς θα ξεκλειδώσει την άμυνά της.
Συμπέρασμα: όπως είχα γράψει και μετά τα πλέι οφ, πρώτο φαβορί είναι η ΤΣΣΚΑ και πιο πίσω Παναθηναϊκός, Τάου, περίπου με ίσες πιθανότητες. Οσο για τη Μάλαγα, καλείται να ξεπεράσει τον εαυτό της, σε μια εξαιρετικά δύσκολη γι' αυτήν στιγμή, αλλά χωρίς (και αυτό είναι το μεγάλο ψυχολογικό πλεονέκτημά της) να έχει να χάσει τίποτα απολύτως. Κάπως έτσι βρίσκουν δύναμη να εκτιναχθούν τα αουτσάιντερ. Ή κάνω λάθος;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.