Πριν από 20 χρόνια με είχαν συλλάβει και χρειάστηκε να περάσω το βράδυ στο παλιό τμήμα του Κολωνακίου. Πρεζόνια, κορίτσια με μουστάκια από τη Σόλωνος και μικροπωλητές χωρίς άδεια από τα Προπύλαια περιμέναμε στους πάγκους για να δώσουμε τα στοιχεία μας στον αρχιφύλακα υπηρεσίας. Ενας μπλαζέ μουστακαλής βετεράνος, που είχε τη συνήθεια, όταν έπαιρνε την ταυτότητά σου, να την κρατάει στις άκρες των δαχτύλων και να την κουνάει δεξιά-αριστερά σαν να θέλει να τη στεγνώσει. Κάποια στιγμή έφτασε η σειρά μου. Αρχισε με τα τυπικά -όνομα, διεύθυνση- για να προχωρήσει σε πιο ψαγμένα στοιχεία. Οπως, για παράδειγμα, την ερώτηση αν ξέρεις προσωπικά αστυνομικό και μπορείς να δώσεις το όνομα και το τηλέφωνό του για να εγγυηθεί για τον χαρακτήρα σου. Ηξερα. Ηξερα τον αρχηγό της ομάδας «Ζ», τον Ρουσσόπουλο, γραμματέα του Υπουργείου Συγκοινωνιών με τον οποίο είχαμε συνεργαστεί στην αναμόρφωση του ΚΟΚ στο Υφυπουργείο Νέας Γενιάς και άλλους... Ολους με τηλέφωνο και με τη διαβεβαίωση ότι, αν ήθελε να τους πάρει, δεν υπήρχε πρόβλημα ακόμα και να τους ξυπνούσε. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο αρχιφύλακας ούτε καν είχε σηκώσει το κεφάλι, μιλώντας μου στον ενικό. Σε εκείνο το σημείο το σήκωσε και συνέχισε στον πληθυντικό. «Κύριε Πανούτσο, στα 20 χρόνια που βρίσκομαι στην υπηρεσία ένα πράγμα έμαθα. Βάρδα, μη γεννηθείς από φτωχά αρχ...ια. Θέλετε να περιμένετε στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας μέχρι να έρθει;». Ποτέ δεν ξέχασα τη φράση. Οταν βρεθείς στα δύσκολα με τον νόμο βάρδα να μην έχεις γεννηθεί από φτωχά αρχ...ια. Επίσης, έμαθα ότι, αν θέλεις να καθαρίσεις όπως έλεγε και το παλιό ρεμπέτικο: «Η δύναμη στον άνθρωπο είναι το πορτοφόλι». Και ο κατηγορούμενος άνθρωπος είναι...
Η δύναμη των κατηγορουμένων στην υπόθεση των επεισοδίων του Λαυρίου φάνηκε στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ. Τα ονόματα δεν αναφέρονται, τα πρόσωπα καλύπτονται στην εικόνα και οι περιγραφές αποφεύγουν ακόμα και να «ζωγραφίσουν» τα άτομα. Γιατί κανάλια, εφημερίδες και ραδιόφωνα ξέρουν ότι τη στιγμή που κάποιο προσωπικό στοιχείο δημοσιοποιηθεί, θα έχουν να αντιμετωπίσουν τον Κούγια και τον Δημητρακόπουλο που είναι συνήγοροι των κατηγορουμένων. Σωστό; Οσο σωστή είναι η καπιταλιστική κοινωνία που ο ένας κινείται με Ferrari και ο άλλος με τρόλεϊ. Η ειρωνεία στη συγκεκριμένη υπόθεση είναι ότι δεν μιλάει το πορτοφόλι, αλλά τα Μέσα. Με την προβολή που δίνουν στους δικηγόρους τους, εξασφαλίζουν τη δημοσιότητα για λιγότερο ενδιαφέρουσες με πολύ περισσότερο πορτοφόλι.
Εχω μόνο να προσθέσω δύο πράγματα. Ενα ότι οι δικηγόροι πάντα είναι πρόθυμοι να δίνουν λεπτομέρειες από την πλευρά των κατηγορουμένων. Αντίθετα, οι δικαστικοί δεν παίρνουν θέσεις. Το αποτέλεσμα είναι ότι το ρεπορτάζ τέτοιων υποθέσεων βγαίνει μονόπαντο, αφού μονόπαντη είναι και η επικοινωνία. Και το δεύτερο και κυριότερο είναι ότι ο αγώνας που δίνεται σήμερα είναι κατά του χουλιγκανισμού και όχι για την ανεύρεση του δολοφόνου της Λαυρίου. Ακόμα και αν οι κατηγορούμενοι αθωωθούν, το έγκλημα έγινε, το έγκλημα έγινε από χούλιγκαν και θα είναι έγκλημα να σταματήσει η προσπάθεια εξυγίανσης των συνδέσμων.
Οποιος εκτιμά την πραγματική τέχνη να δει τη διαφήμιση της Boxer στην ΕΤ3. Ενα μεσόκοπος τυπάς οδηγάει ένα καμπριολέ σε μια ερημιά, όταν το αμάξι αρχίζει και κάνει «γρου, γρου» και ο τυπάς ανακοινώνει στη μελαχρινή που κάθεται δίπλα του ότι έμειναν από βενζίνα. Σε αυτό το σημείο περιμένεις ότι η μελαχρινή θα του πει «και τώρα τι θα κάνουμε;» και ο τυπάς θα ξηγηθεί γκουσγκούνικα: «Δεν θα κάνουμε. Θα το κάνουμε». Ο τυπάς όμως ξηγιέται φλωράτζα. Ανοίγει την πόρτα, πατάει με το πατούμενο γκρο πλαν, ανακοινώνει στην κάμερα ότι φοράει Boxer και δεν μασάει. Μετά αρπάζει ένα κόκκινο μπιτόνι και αρχίζει να τρέχει με τον μικρό διασκελισμό, τον γερουλέ που έτρεχε ο Κωνσταντάρας όταν είχε μεγαλώσει, για το βενζινάδικο. Γεμίζει το μπιτόνι, επιστρέφει στο αμάξι και πριν ξαναφύγουν η γκόμενα του λέει, σαν να κάνει διαφήμιση του Υπουργείου Συγκοινωνιών, στο μέλλον να μην ξεχνάει να βάζει βενζίνα. Μέσα σε 40 δευτερόλεπτα βλέπεις όλη την 7η τέχνη να περνάει μπροστά από τα μάτια σου.
Υποθέτω ότι η Boxer παπούτσια ήθελε να πουλήσει και τελικά η διαφήμιση της βγήκε τέχνη. Δεν είναι πάντως πρωτόγνωρο από μία σύμπτωση να αποκαλύπτεται μια ιδιοφυΐα. Χθες ο Πανθρακικός αντιμετώπιζε τον Ηλυσιακό. Ο Ντυμένος πήρε τον ανταποκριτή της «SportDay» Μπακιρτζή στην Κομοτηνή για την ανταπόκριση του ματς: «Ελα. Τι έγινε στο ματς;». Ο ανταποκριτής έδωσε την εικόνα: «Ωραίο ματς, με εναλλαγή στο σκορ. Ο Πανθρακικός έπαιξε καλή μπάλα. Είχε όμως κάποια προβλήματα στην άμυνα...». Το ρεπορτάζ ήταν άψογο και η επόμενη φράση ήταν η κλασική: «Τώρα δώσε μου και τις συνθέσεις». Ο ανταποκριτής του είπε με άνεση τη σύνθεση του Πανθρακικού. «Και του Ηλυσιακού;». «Τι; Ολους τους παίκτες;». «Ε, βέβαια όλους. Τι θα βάλουμε; Τους μισούς;». «Περίμενε να δω τι μπορώ να κάνω». Η συμπεριφορά του ανταποκριτή είχε αρχίσει να γίνεται περίεργη. Ο Ντυμένος αποφάσισε να παραπέμψει το υπόλοιπο της ανταπόκρισης στον προϊστάμενό του Μανώλη Παναγιωτόπουλο. Ο Παναγιωτόπουλος παρακολουθούσε βίντεο με τις καλύτερες στιγμές του Βασίλη Τσιάρτα στο ΥουTube. Ενοχλημένος πήρε τον Μπακιρτζή στο τηλέφωνο. «Τι γίνεται; Ολα καλά; Δώσε τις συνθέσεις τώρα». «Δεν τις έχω, αλλά περίμενε να θυμηθώ ποιοι παίζανε». «Καλά, δεν σας δίνουν τις συνθέσεις;». «Τι δίνουν, αλλά δεν τις κράτησα». Ο Μανώλης σοκαρίστηκε από την έλλειψη επαγγελματικότητας. «Καλά, ρε Μπακιρτζή, δεν συνεργαζόμαστε; Δεν δουλεύεις στην εφημερίδα;». «Οχι. Επίσης, δεν λέγομαι Μπακιρτζής, αλλά Μπακιρτζίδης και είμαι ο αναπληρωματικός τερματοφύλακας του Πανθρακικού». Πάντως, όταν μιλούσαμε για την ιστορία στο γραφείο, ο Παναγιωτόπουλος είχε να το λέει τι ωραία που έδινε το παλικάρι το ρεπορτάζ και πόσο αντικειμενικός ήταν στην περιγραφή του ματς.
Οχι ότι είναι μεγάλη έκπληξη. Οι αναπληρωματικοί τερματοφύλακες παραδοσιακά είναι οι καλύτεροι ρεπόρτερ στις ομάδες τους. Αντίθετα με τους υπόλοιπους που ζεσταίνονται και παρακολουθούν το ματς μπας και χρειαστεί και μπουν, οι αναπληρωματικοί τερματοφύλακες τρώνε χρόνια στον πάγκο και χωρίς το άγχος της αλλαγής έχουν την ευκαιρία να παρακολουθούν το παιχνίδι και να το φιλοσοφούν. Ευτυχισμένος ο ρεπόρτερ που μιλάει με τον αναπληρωματικό τερματοφύλακα, γιατί ποτέ δεν θα χάσει είδηση των αποδυτηρίων.
Υπάρχουν παίκτες πάντως που καταλαβαίνουν τι είναι είδηση και άλλοι που, αν τους πάταγε στον δρόμο, δεν θα την έπαιρναν πρέφα. Οπως υπάρχουν και παράγοντες που, όταν ανοίξουν το στόμα τους, σταματάει το τυπογραφείο και άλλοι που νομίζεις ότι σταμάτησε το ρολόι. Ο Γιώργος Λιάνης, για παράδειγμα, όταν αποφάσιζε να μιλήσει, μπορούσε να διαλύσει τα πάντα. Δεν θα το θυμούνται πολλοί, αλλά ο Λιάνης ήταν αυτός που είχε πει το 2004 ότι, όταν ήταν υπουργός, τον είχε επισκεφθεί ο Τζέκος με έναν άλλο προπονητή και του είχαν ζητήσει 2 δισ. δραχμές για «φαρμακευτική ενίσχυση» των αθλητών μας, μέσω ενός σχεδίου που είχαν ονομάσει «Κοριβός», από το όνομα του πρώτου Ολυμπιονίκη. Η ιστορία φυσικά κουκουλώθηκε αμέσως, παρά το ότι κυβέρνηση ήταν η Ν.Δ., ο Λιάνης δεν αποκάλυψε ποτέ το όνομα του δεύτερου ατόμου που τον είχε επισκεφθεί, αλλά τουλάχιστον το θέμα το είχε βγάλει. Το ακριβώς αντίθετο του Λιάνη είναι ο Γιάννης Σγουρός. Γύρω στο 2000, πριν από τα σκάνδαλα στο Σίδνεϊ, ο Σγουρός είχε πει: «Αυτή τη φορά θα πω τα πάντα». Πιστός στον λόγο του είχε δώσει μια ομιλία και μετά μιλούσε σε μια παρέα ανθρώπων του αθλητισμού. «Δεν τους τα είπα χοντρά;». «Σε ποιο σημείο, Γιάννη;». «Σε αυτό που είπα ότι ο αθλητισμός και ο ολυμπισμός πρέπει να προσεχθούν από όλους μας».
Ανεξάρτητα πάντως από αυτό τον τρόπο που λέμε κάτι, το κύριο είναι το περιεχόμενο και το να είμαστε συνεπείς σε αυτά που υποστηρίζουμε. Πάμε λοιπόν σε μία άλλη υπόθεση. Τις μηνύσεις εναντίον των 17 ΠΑΟΚτσήδων που κατηγορούνται για επεισόδια στη Λάρισα. Φυσικά δεν έχω ιδέα ποιοι και πόσοι είναι αθώοι ή ένοχοι, αλλά, αν αρχίσουμε να μουρμουράμε σε κάθε σύλληψη και να προεξοφλούμε την αθωότητα των κατηγορουμένων, δημοσιογραφικά την έχουμε κάτσει τη βάρκα. Και η υπόθεση γίνεται ακόμα σοβαρότερη όταν τα δημοσιεύματα εφημερίδων γίνονται τεκμήρια αθωότητας ή ενοχής στο δικαστήριο. Γιατί αν το ξέρεις ή το υποθέτεις, ο Αριστείδης ο Δίκαιος να είσαι, θα επηρεαστεί το κείμενό σου. Οχι από συμφέρον, αλλά από συμπάθειες ή αντιπάθειες. Ιδιαίτερα αν το αδίκημα δεν είναι ποινικό, αλλά αθλητικό. Γιατί τότε είναι λογικό οι παράγοντες να λένε στον δημοσιογράφο: «Καλά, ήταν ανάγκη να το γράψεις ότι το παιδί έφτυσε τον αντίπαλο; Είδες μετά ότι το πήρε ο δικηγόρος των άλλων και το πήγε στο δικαστήριο για να τιμωρηθεί;». Και την επόμενη φορά ακόμα και να γράψεις κάτι, θα φλερτάρεις με την αυτολογοκρισία. Οχι για να πάρεις κάτι, αλλά για να γλιτώσεις τη μουρμούρα...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.