Οι Γερμανοί προπονητές έκαναν πάντοτε επιτυχημένα περάσματα από την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο πως ο Οτο Ρεχάγκελ μάς χάρισε τη μεγαλύτερη ελληνική επιτυχία. Οι Γερμανοί δεν έχουν την έπαρση των Ιταλών και των Ισπανών, που όταν έρχονται εδώ πιστεύουν ότι βρίσκονται σε έναν ποδοσφαιρικό Τρίτο Κόσμο, εκπέμπουν τεράστιο κύρος, αντίθετα από τους πιο πολλούς Βαλκάνιους, που τον σεβασμό πρέπει να τον κερδίσουν, είναι μεθοδικοί αλλά όχι «κολλημένοι», όπως οι Ολλανδοί, που ως ποδόσφαιρο αναγνωρίζουν μόνο το δικό τους, και δεν έχουν την ψυχρότητα των Σκανδιναβών, που ακόμα κι αν μας μάθουν μας αντιμετωπίζουν πάντοτε σαν κάτι παράξενο. Οι Γερμανοί περνάνε καλά στην Ελλάδα. Αγαπούν τον ήλιο της, χαίρονται με τους γελαστούς ανθρώπους, λατρεύουν την κουζίνα και τις ελληνικές κάβες κι απ' τον Απρίλιο ξεκινούν τις βουτιές. Κάνουν, δε, όλοι αυτοί που έχω γνωρίσει για τους Ελληνες την ίδια εκτίμηση: πιστεύουν ότι οι Ελληνες ποδοσφαιριστές έχουν δυνατότητες και απλώς πρέπει να αποκτήσουν τη σωστή νοοτροπία. Επειδή από νοοτροπία ξέρουν, η δουλειά τούς φαίνεται εύκολη.
Σόλιντ
Πολύ σημαντικό είναι ότι οι Ελληνες ποδοσφαιριστές θεωρούν απλό και αποτελεσματικό το ποδόσφαιρο των Γερμανών: πιστεύουν ότι είναι κάτι που τους ταιριάζει. Πέρυσι μιλούσα με έναν ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού –ήταν Σεπτέμβρης, το Τσάμπιονς Λιγκ δεν είχε αρχίσει και ο Τροντ Σόλιντ αποθεωνόταν. Περίμενα ότι θα άκουγα για τον Νορβηγό τα καλύτερα, λόγω του ότι αυτός ήταν και βασικός. Αμ δε! «Τα μπλέκει πολύ ο Νορβηγός», μου είπε. «Πολλή θεωρία, πολλή φασαρία, πολλή παρατήρηση. Προπονητής είναι ο Ρεχάγκελ, που σου λέει πέντε απλά πράγματα και καταλαβαίνεις αμέσως τι θέλει. Και σ' αφήνει μέσα στο γήπεδο να κάνεις αυτό που θες». Η εκτίμηση των περισσότερων Ελλήνων ποδοσφαιριστών για το τι είναι καλός προπονητής δεν είναι διαφορετική.
Μάουρερ
Η δουλειά του Μάουρερ και του Λίνεν δεν υπήρξε τόσο απλοϊκή όσο των πιο πολλών Γερμανών. Ο Μάουρερ «καλούπωσε» σε χρόνο ρεκόρ τον ΟΦΗ με ένα 4-4-2 που αρχικά δεν έμοιαζε οικείο στην ομάδα. Επίσης, έμαθε στον ΟΦΗ κάτι που είχε ξεχάσει: να παίζει ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας. Ο ΟΦΗ φέτος πήγε άσχημα μόνο εκεί που στριμώχθηκε –όταν είχε τη δυνατότητα να βάλει την μπάλα κάτω και να επιτεθεί σε ομάδες που τον περίμεναν, τους άλλαξε τα φώτα! Δεν είναι τυχαίο ότι κέρδισε δύο-τρια ματς με κόντρα διαιτησία και παίκτη λιγότερο: σε σχέση με τον αντίπαλο, οι παίκτες του ΟΦΗ ήξεραν τι έπρεπε να κάνουν και πώς έπρεπε να παίξουν. Ποια υπήρξε τελικά η διαφορά του με τον Λίνεν; Οτι στήριξε το επιθετικό παιχνίδι της ομάδας σχεδόν αποκλειστικά στον τεράστιο Ντρούλιτς! Στα τελευταία ματς, που αυτός λείπει, ο ΟΦΗ δυσκολεύεται να βρει τρόπους να γίνει απειλητικός, μολονότι ως ομάδα είναι πάντα συμπαγής και πιεστική.
Βελτίωση
Ο Λίνεν, αντίθετα, εξέλιξε τον Πανιώνιο με έναν τρόπο υπέροχο. Ρίχνοντας κυρίως το βάρος στη βελτίωση της ομάδας του (και σχεδόν ποτέ στην καταστροφή του παιχνιδιού του αντιπάλου), ο Λίνεν κέρδισε στην πορεία της χρονιάς πολλούς παίκτες που μοιάζουν να έμαθαν μια νέα γλώσσα. Ο Μπρέσκα καθιερώθηκε ως δεξί μπακ, ο Γουνδουλάκης έγινε ο καλύτερος μέσα δεξιά του πρωταθλήματος, ο Σπυρόπουλος αναγεννήθηκε, ο Μάκος απέκτησε ηγετικά προσόντα, ακόμα κι ο Μανιάτης αποδείχτηκε χρήσιμος με τα πολλά τρεξίματά του. Ο Πλετς, ο Ενσαλίβα, ο Ντάριο Φερνάντες (που αγωνίστηκε λίγο) είχαν εξαρχής ποιότητα και προσωπικότητα, αλλά χωρίς την ωρίμανση των μικρών και την παρεμβατικότητα του Λίνεν δεν θα ήταν αρκετοί. Οταν το παζλ ολοκληρώθηκε, με τον Τζιμπούρ και τον Λουρένσο στην επίθεση, ο Πανιώνιος λύθηκε, αλλά η μεγάλη δουλειά είχε γίνει το φθινόπωρο, όταν η ομάδα του Λίνεν μάθαινε υποφέροντας: οι χαμένοι βαθμοί του πρώτου γύρου (παρά την προσπάθεια και το καλό παιχνίδι) ήταν το κόστος του χτισίματος που κάθε σοβαρή ομάδα πρέπει να πληρώσει όταν ξεκινάει από την αρχή.
Γκρίνια
Μη νομίζετε ότι στην ομάδα ο Λίνεν αντιμετωπίστηκε αμέσως σαν δάσκαλος. Στην αρχή οι παίκτες γκρίνιαζαν σε φίλους τους ότι δεν τους εξηγεί το παιχνίδι του αντιπάλου –κάποιοι που μεγάλωσαν με φωνές στην προπόνηση και απειλές στα αποδυτήρια τον χαρακτήριζαν πολύ μαλθακό. Σε αυτό ο Λίνεν είναι ένας πολύ ξεχωριστός Γερμανός: μπορεί να κάνει την πιο δηκτική παρατήρηση με το χαμόγελο στα χείλη και έδειξε να ενδιαφέρεται να βρει αμέσως έναν κώδικα επικοινωνίας με τους παίκτες, παρά να τους επιβληθεί. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Φανούρη Γουνδουλάκη: όταν έλεγαν στον Γερμανό ότι είναι «χασογκόλης και επιπόλαιος μπροστά στην εστία», απαντούσε ότι «του Φανούρη δεν του αρέσουν τα εύκολα γκολ και προτιμάει τις ωραίες φάσεις». Οπως κάθε δάσκαλος που αγαπάει τους μαθητές του, μετέτρεπε στο μυαλό του παιδιού το πρόβλημα σε αρετή: σήμερα ο Γουνδουλάκης είναι ένας πλήρης ποδοσφαιριστής, στην καλύτερη σεζόν της καριέρας του.
Αψογος
Με τον ΠΑΟΚ ο Πανιώνιος ήταν τόσο άψογος, που μοιάζει δύσκολο να βελτιωθεί. Αν κάποιος ξέρει πώς αυτό μπορεί να συμβεί, αυτός είναι ο Λίνεν. Δεν αμφιβάλλει κανείς…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.