Στα μη εξουσιοδοτημένα συνεργεία αυτοκινήτων η τακτική είναι γνωστή. Πας, φερειπείν, να αλλάξεις ζάντες και ζητάς αυτές που είχε το μοντέλο σου όταν το αγόρασες. Η απάντηση συνήθως είναι «δεν έχω τις συγκεκριμένες, αλλά έχω κάτι άλλες που μοιάζουν μ’ αυτές». «Μα», αντιτείνεις, «εγώ θέλω τις “μαμίσιες”». «Δεν έχουμε, ρε φίλε, αν θες “μαμίσιες” να πας στην αντιπροσωπεία να τις χρυσοπληρώσεις. Έλα τώρα να δεις αυτές που σου λέω, είναι δωδεκάκτινες, νικελωμένες... μπερκέτι!».
Έτσι και στην μπάλα. Μόλις οι ομάδες βρουν έναν παίκτη που τους κάνει, στην αμέσως επόμενη αγωνιστική ανάγκη ψάχνουν να βρουν έναν κλώνο του. Έναν παίκτη με παρόμοια στοιχεία δηλαδή, ξεχνώντας ότι στην πραγματική ζωή κάθε ποδοσφαιριστής βγαίνει από ένα καλούπι το οποίο σπάει αμέσως μετά, ειδικά οι πιο προικισμένοι εξ’ αυτών.
Στον Ολυμπιακό πιο συγκεκριμένα, η κατεύθυνση δόθηκε δια στόματος του Δ’ Αντιπροέδρου, κ. Γιάννη Μόραλη: «Θέλουμε έναν παραγωγικό χαφ. Έναν νεότερο Ιμπαγάσα, που ενδεχομένως να μπορεί να αγωνίζεται και στα άκρα της μεσαίας γραμμής». Μάλιστα. Αυτόν θέλουμε. Και τον Γενάρη κιόλας, που συνήθως η αγορά είναι πιο «σκοτωμένη» κι από τις δυνατότητες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αυτόν τον καιρό.
Αν όμως ο Ιμπαγάσα είναι ο «μαμίσιος», το σημείο αναφοράς, που τοποθετείται ο πήχης του ψαξίματος για τον «νεότερο Ιμπαγάσα»; Όχι προφανώς στο να είναι Αργεντινός, βραχύσωμος, μαυριδερός, με πολλά τατουάζ, κοντό μαλλί και «γαλονάτη» θητεία στην Πριμέρα Ντιβιζιόν. Θέλουμε όμως προφανώς να είναι «δεκάρι» που αισθάνεται άνετα παίζοντας και ως κεντρικός χαφ (όπως ο Αριέλ), να κλέβει μπάλες και να ανοίγει επιθέσεις σαν να ήταν καταρτισμένος αμυντικός χαφ (όπως ο Αριέλ), να είναι εξπέρ στις κάθετες μπαλιές για τους επιθετικούς της ομάδας και στις εκτελέσεις κόρνερ και φάουλ (όπως ο Αριέλ) και να διαθέτει την ηγετική ψυχολογία που θα του επιτρέπει να ξεχωρίζει στο γήπεδο και να εμπνέει τους συμπαίκτες του (όπως ο Αριέλ).
Αυτά βέβαια είναι η αρχή. Γιατί σύμφωνα με τα «requirements» που προκύπτουν από τη δήλωση, θέλουμε ταυτοχρόνως ο παίκτης αυτός να μην είναι –ας πούμε- πάνω από 30 και να μπορεί να παίζει και ως ακραίος, το οποίο σημαίνει ότι, εκτός των προηγούμενων στοιχείων, θα πρέπει απαραιτήτως να διαθέτει ταχύτητα, εκρηκτικότητα, ικανότητα στη ντρίμπλα (και –γιατί όχι;- και στη διείσδυση), και καλές σέντρες. Με λίγα λόγια, ψάχνουμε τον «ποδοσφαιριστή του 21ου αιώνα», ένα κράμα Ιμπαγάσα-Μέσι-Μπέιλ. Σεμνά, ταπεινά και ρεαλιστικά.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι στον Ολυμπιακό είτε δεν έχουν αποφασίσει με σαφήνεια τι χρειάζεται η ομάδα, είτε ότι έχουν «τρυπήσει το ταβάνι» των φιλοδοξιών τους, είτε ότι κερδίζουν χρόνο μέχρι να καταλήξουν κάπου, πλασάροντας στον Τύπο εύπεπτες γενικότητες. Κι αυτό συμβαίνει τη στιγμή που πλανάται στον αέρα η εύλογη απορία του πως η ομάδα θα πορευτεί όταν ο μοναδικός καθαρός αμυντικός της χαφ (Ουρτάδο) παρουσιάζεται το λιγότερο άνευρος στα παιχνίδια, και με δεδομένο ότι την τελευταία φορά που ο Ολυμπιακός ισχυρίστηκε ότι διαθέτει παίκτη που μπορεί να αγωνιστεί σε όλες τις θέσεις του κέντρου, παρουσίασε τον Μίλος Μάριτς. Όχι ότι ευθύνεται ο Σέρβος γι’ αυτό –αυτός όσο ήξερε έπαιξε- αλλά, να, μερικές φορές η ανάγκη και η τάση υπερβολής σε κάνει να βαφτίζεις τη λάσπη μαύρο χαβιάρι και τον όποιο επόμενο «νέο Ιμπαγάσα», χωρίς αυτός να γνωρίζει ούτε ποιος είναι ο «προκάτοχός» του, ούτε το γιατί καλείται να διαχειριστεί «την κληρονομιά που του αφήνει».
Γιάννης Τσαούσης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.